Ποιοι πανηγυρίζουν για την ανατροπή στην Τυνησία.
Ποιοι πανηγυρίζουν για την ανατροπή στην Τυνησία.
Ο ενθουσιασμός τους δεν κρύβεται. Σχολιαστές στα μέσα ενημέρωσης και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χωρών όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υποδέχθηκαν τις εξελίξεις στην Τυνησία με ανυπόκριτη χαρά.
Πρόκειται βέβαια για χώρες όπου δεδομένου του ελέγχου της ενημέρωσης οι απόψεις αυτές παραπέμπουν σε επίσημη γραμμή. Και όπου η μακρά αντιπαράθεση με τους κατά τόπους κλάδους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (και το δίδυμο Τουρκίας-Κατάρ που θεωρείται ότι τους ενισχύει) αποτελεί το κύριο ερμηνευτικό κλειδί και για όσα συμβαίνουν στην "γενέτειρα” της "Αραβικής Άνοιξης”.
"Η Τυνησία εξεγείρεται ενάντια στην Αδελφότητα” έγραφε η σαουδαραβική εφημερίδα Okaz. Για "γενναία απόφαση προκειμένου να σωθεί η Τυνησία έκανε λόγο το εμιρατιανό τηλεοπτικό δίκτυο News24. "Η Αδελφότητα έχασε το τελευταίο της προπύργιο στην περιοχή” υποστηρίζει η αιγυπτιακή εφημερίδα Al Ahram.
Όλα αυτά μετά την (οριακής συνταγματικότητας, το λιγότερο) απόφαση του Τυνήσιου προέδρου Κάις Σαγιέντ να αναστείλει τις εργασίες του κοινοβουλίου για 30 μέρες, να άρει την ασυλία των βουλευτών, να αναλάβει αυτοπροσώπως καθήκοντα γενικού εισαγγελέα και να αποπέμψει την κυβέρνηση στην οποία κυριαρχούσε το ισλαμιστικό κόμμα Εννάχντα – που πάντως υποστηρίζει ότι έχει διακόψει τους δεσμούς τους με την Αδελφότητα.
Η Washington Post, η οποία ανθολογεί τις αντιδράσεις στις αραβικές μοναρχίες και την Αίγυπτο, σημειώνει ότι τα αυταρχικά καθεστώτα της περιοχής αισθάνονται πως παίρνουν τη ρεβάνς με καθυστέρηση μιας δεκαετίας για τις επιτυχίες που κατέγραψε από το 2011 και εξής ο ισλαμιστικός λαϊκισμός, τον οποίο αντιμετωπίζουν ως υπαρξιακή απειλή. Ήταν άλλωστε το αιγυπτιακό παράδειγμα, όπου ο στρατός ανέτρεψε ήδη από το 2013 τον εκ της Αδελφότητας προερχόμενο δημοκρατικά εκλεγέντα πρόεδρο της χώρας Μοχάμαντ Μόρσι, το οποίο έπεισε το Εννάχντα να ακολουθήσει περισσότερο συμβιβαστική πολιτική, συμεριζόμενο την εξουσία με κοσμικές δυνάμεις.
Έστω και έτσι, η Τυνησία είχε παραμείνει η μοναδική χώρα της περιοχής η οποία διατηρούσε τις δημοκρατικές κατακτήσεις της "Αραβικής Άνοιξης”, ενώ οι μεσολαβητές της συμφωνίας εθνικής συμφιλίωσης τιμήθηκαν και με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.
Το μέτωπο των αντιπάλων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δεν περιορίσθηκε πάντως σε ρόλο σχολιαστή σε ό,τι αφορά την πολιτική κρίση της Τυνησίας. Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι στο Twitter λογαριασμοί από τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα άσκησαν συστηματική καμπάνια κατά του Εννάχντα υπό το σύνθημα "Η Τυνησία εξεγείρεται ενάντια στην Αδελφότητα”. Επιπλέον ο υπαρχηγός της αστυνομίας του Ντουμπάι είχε προαναγγείλει νέο μεγάλο πλήγμα κατά της Αδελφότητας, τρεις ημέρες προτού κινηθεί ο Κάις Σάγιεντ, ενώ το καταριανό δίκτυο Al Jazeera τέθηκε υπό απαγόρευση μετά την θέσπιση κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
Σε κάθε περίπτωση, η "απομάγευση” του πολιτικού Ισλάμ, όπου αυτό βρέθηκε κοντά στην εξουσία τα τελευταία χρόνια, είναι μια ευρύτερη τάση στην περιοχή, ανεξάρτητα από τις παρεμβολές τρίτων και έχει να κάνει με τη διαφθορά και τη διαχειριστική ανεπάρκεια των ισλαμιστών σε θέσεις ευθύνης. Και όπως δείχνει η εμβληματική περίπτωση της Τυνησίας, το κοινωνικό πρόβλημα που πυροδότησε την πολιτική αναταραχή "Αραβική Άνοιξη” παραμένει ανεπίλυτο.
Το αδιέξοδο της περιοχής συνοψίζεται στο γεγονός ότι ο ισλαμικός λαϊκισμός υπήρξε αποτελεσματικός για την ανατροπή των αβασίλευτων κοσμικών καθεστώτων που χρεώνονταν την ιστορική αποτυχία του αραβικού εθνικισμού, όμως προκάλεσε λυσσαλέα αντισυσπείρωση στο έτερο ήμισυ του αραβικού κόσμου, δηλ. τις απόλυτες μοναρχίες και τους δορυφόρους τους, που προφανώς δεν κινούνται από διαθέσεις υπεράσπισης της δημοκρατίας απέναντι στις υπερβάσεις κομμάτων τύπου Εννάχντα.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο οι ιστορικοί δεσμοί του αγγλοσαξοωνικού κόσμου με την Αδελφότητα (η οποία δημιουργήθηκε στην Αίγυπτο με βρετανική ενθάρρυνση ως αντίβαρο στον τότε αντιαποικιακό εθνικισμό και φάνηκε επί των ημερών της Χίλαρι Κλίντον να αντιμετωπίζεται ως αγαπημένη επιλογή κύκλων της Ουάσιγκτον) προσκρούει στις φιλοδοξίες της Γαλλίας για διατήρηση και ει δυνατόν επαύξηση της μεταποικιακής επιρροής της στο Μαγρέμπ και την Ανατολική Μεσόγειο. Εξ ού και η πολλαπλή ενίσχυση των γαλλο-εμιρατιανών δεσμών.
Του Κώστα Ράπτη
29/7/2021
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Το "προεδρικό πραξικόπημα" στην Τυνησία, όπου την Κυριακή ο αρχηγός του κράτους Κάις Σαγιέντ απέπεμψε τον πρωθυπουργό Χισάμ αλ Μασίσι, ανέστειλε για 30 ημέρες τις εργασίες του κοινοβουλίου, ανέλαβε αυτοπροσώπως καθήκοντα γενικού εισαγγελέα και στέρησε τους βουλευτές από την ασυλία τους, μπορεί να ιδωθεί από πολλές οπτικές γωνίες.
Μπορεί έτσι να θεωρηθεί ως άλλη μία περίπτωση όπου η δημοκρατική ομαλότητα πέφτει θύμα της πανδημίας, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες όπου η αδυναμία αντιμετώπισης του κορονοϊού εκτόξευσε την λαϊκή δυσαρέσκεια, με αποτέλεσμα την πολιτειακή ανατροπή, όπως λ.χ. στην Αϊτή. Και πράγματι, η Τυνησία δοκιμάζεται από την πανδημία όσο καμία άλλη χώρα της Αφρικής, ενώ το γεγονός ότι η οικονομία της εξαρτάται από τον τουρισμό παρόξυνε προϋπάρχοντα προβλήματα, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιαστούν το τελευταίο διάστημα οι διαδηλώσεις εναντίον του κυβερνώντος ισλαμιστικού κόμματος Ενάχντα.
Μπορεί επίσης να διαβαστεί ως κλασικό παράδειγμα της πολιτικής οπισθοδρόμησης που βιώνουν χώρες οι οποίες μετεωρίζονται στα όρια της χρεωκοπίας, καθώς η Τυνησία διαπραγματεύεται το τελευταίο διάστημα την προσφυγή της στο ΔΝΤ, ωστόσο οι όροι που την συνοδεύουν, με πρώτες τις περικοπές κοινωνικών δαπανών συναντούσαν αντιστάσεις στο (εν αναστολή πλέον) κοινοβούλιο.
Τα απόνερα της "Άνοιξης"
Όμως τα γεγονότα της Τυνησίας αναπόφευκτα διαβάζονται από το διεθνές ακροατήριο υπό το πρίσμα της Αραβικής Άνοιξης του 2011. Και επ' αυτού η ειρωνεία είναι διπλή. Η μόνη χώρα του αραβικού κόσμου η οποία χαρακτηρίζεται από το Freedom House ως δημοκρατική είναι από προχθές μία χώρα στην οποία η τύχη του εκλεγμένου πρωθυπουργού αγνοείται και το κοινοβούλιο έχει περικυκλωθεί από τεθωρακισμένα. Επιπλέον, η χώρα η οποία πρώτη έδωσε το σήμα της εξέγερσης το 2011, προσφέροντας το παράδειγμα στην Αίγυπτο για να ακολουθήσει λίγο μετά με την ανατροπή του Χόσνι Μουμπάρακ, μοιάζει τώρα σαν να μιμείται, με καθυστέρηση οκτώ ετών το αιγυπτιακό προηγούμενο της καθαίρεσης του εκλεγμένου προέδρου Μόρσι από τον στρατό το 2013.
Βέβαια στην Τυνησία την πρωτοβουλία των κινήσεων είχε όχι ο στρατός, αλλά ο ίδιος ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, κάνοντας μια εξαιρετικά διεσταλμένη ερμηνεία των διατάξεων του Συντάγματος περί καταστάσεων έκακτης ανάγκης. Όμως, όπως και στην Αίγυπτο το 2013, η επέμβαση του βαθέος κράτους είχε έναν βαθμό λαϊκής αποδοχής και διευκολύνθηκε κατά φαινομενικά παράδοξο τρόπο από τις μαζικές αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις που την πλαισίωσαν.
Η Τυνησία είναι η αραβική χώρα με τους εντονότερους δεσμούς με την Ευρώπη και το ισχυρότερο εργατικό και γυναικείο κίνημα. Αυτός είναι και ο λόγος που απέφυγε τον κίδυνο του εμφυλίου πολέμου μετά το 2011 καθώς, με τη μεσολάβηση των οργανώσεων της τυνησιακής κοινωνίας των πολιτών (γενική συνομοσπονδία εργατών, εργοδοτικός σύνδεσμος, δικηγορικός σύλλογος κτλ.), οι οποίες ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο τιμήθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, επιτεύχθηκε μια συμφωνία διαμοιρασμού της εξουσίας ανάμεσα στις κοσμικές πολιτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένου και του κορμού του προηγούμενου καθεστώτος Μπεν Άλι, και στον κύριο νικητή της "Αραβικής Άνοιξης", ήτοι το ισλαμιστικό Ενάχντα.
Ωστόσο, το κοινωνικό πρόβλημα που βρισκόταν στην καρδιά του ξεσηκωμού του 2011, που ως γνωστόν πυροδοτήθηκε από την αυτοπυρπόληση ενός νεαρού μικροπωλητή στον υποβαθμισμένο Νότο της χώρας, ουδέποτε θεραπεύτηκε.
Την κληρονομιά της απογοήτευσης που άφησε η ημιτελής "Άνοιξη" στην τυνησιακή νεολαία αποτυπώνει από μιαν άλλη άποψη το θλιβερό ρεκόρ της Τυνησίας να εμφανίζει τον μεγαλύτερο κατ' αναλογία πληθυσμού αριθμό στρατολογημένων στο Ισλαμικό Κράτος και παρόμοιες οργανώσεις.
Η πανταχού παρούσα διαφθορά απομυθοποίησε την αίγλη των ισλαμιστών, όταν αυτοί έπαψαν να είναι δύναμη αντιπολίτευσης, οι πληβείοι εξακολούθησαν να μένουν κοινωνικά ακάλυπτοι, ενώ τα μεσοαστικά στρώματα αδυνατούσαν να συμφιλιωθούν με την παραμονή του Ενάχντα στην εξουσία, έστω και σε "συγκατοίκηση" με άλλες δυνάμεις.
Γεωπολιτική διάσταση
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί η γεωπολιτική διάσταση, καθώς οπουδήποτε αναδείχθηκε μετά το 2011 η Μουσουλμανική Αδελφότητα (τυνησιακό παρακλάδι της οποίας είναι το Ενάχντα) οι δεσμοί με την Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν αναπτύχθηκαν αλματωδώς, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθούν αντίπαλες περιφερειακές δυνάμεις, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα που φέρονται να ενθάρρυναν το πραξικόπημα του Κάις Σαγιέντ.
Είναι άλλωστε γειτονική χώρα η Λιβύη όπου οι δύο αυτοί πόλοι περί την Άγκυρα και το Άμπου Ντάμπι συγκρούονται στρατιωτικά, με την Τουρκία να έχει καταβάλλει το προηγούμενο διάστημα εντατικές προσπάθειες προσεταιρισμού της Τυνησίας ως προς την υποστήριξη της προηγούμενης φιλοτουρκικής κυβέρνησης Σάρατζ στην Τρίπολη.
Διόλου τυχαία, πλέον, ο ιδρυτής του Ενάχντα και πρόεδρος του τυνησιακού κοινοβουλίου Ρασίντ Γανούσι επικαλείται την απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν το 2016 (στην οποία επίσης φέρεται να είχαν ανάμιξη τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα), ενώ οι Τούρκοι ιθύνοντες καταδικάζουν την παραβίαση της δημοκρατίας στην Τύνιδα.
Του Κώστα Ράπτη
27/7/2021