Η μετανάστευση της επισιτιστικής κρίσης τον Τρίτο στον Πρώτο Κόσμο.

 

Η μετανάστευση της επισιτιστικής κρίσης 
τον Τρίτο στον Πρώτο Κόσμο.

Μια «ήπειρο 770 εκατ. πεινασμένων» κατέγραψαν ΟΗΕ και Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων στη διάρκεια του πρώτου έτους της πανδημίας, ενώ το έμφραγμα στην παγκόσμια παραγωγή και διανομή και η εκτόξευση των τιμών βασικών ειδών διατροφής καθιστά πλέον την κρίση της τροφής υπόθεση όχι μόνο των φτωχών αλλά και των πλούσιων χωρών.

Η πανδημία και οι οικονομικές παρενέργειές της αύξησαν την πείνα στον παγκόσμιο πληθυσμό. Την «κλασική», ολόγυμνη πείνα. Δηλαδή την έλλειψη τροφής σε βαθμό που να απειλείται η ζωή των πεινασμένων. Αυτό είναι το αναντίρρητο και σοκαριστικό για την εποχή της παραγωγικής αφθονίας συμπέρασμα της έκθεσης του ΟΗΕ για την «Κατάσταση της Επισιτιστικής Ασφάλειας και της Διατροφής στον Κόσμο» (SOFI), που δημοσιεύτηκε στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού – εκπονείται από κοινού με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων (FAO), τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO) και τη UNICEF.

Αποτύπωνε τα αποτελέσματα των μεγάλων παγκόσμιων λοκντάουν στη διάρκεια του 2020, και κατέληγε στη διαπίστωση ότι η δέσμευση του ΟΗΕ για εξάλειψη της πείνας και όλων των μορφών υποσιτισμού μέχρι το 2030 καθίσταται ανέφικτη. Η αισιοδοξία για την αποτελεσματικότητα της παγκόσμιας οικονομικής επιτάχυνσης έχει εξαχνωθεί.


Κατά τον ΟΗΕ, ενώ το ποσοστό των υποσιτισμένων στον κόσμο παρέμεινε σταθερό περίπου στο 8,5% την περίοδο 2014-2019, παρά την υποτιθέμενη έξοδο από τη χρηματοπιστωτική κρίση, το 2020 εκτοξεύτηκε στο 9,9%. Υπολογίζεται ότι περίπου 770 εκατ. άνθρωποι αντιμετώπισαν την πείνα στη διάρκεια της περσινής χρονιάς, όσος περίπου ο πληθυσμός της Ευρώπης από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια. Και η εκτίμηση είναι ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας στην παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα θα είναι τόσο μακροπρόθεσμες, ώστε και σε 10 χρόνια, το 2030 –υποτιθέμενο έτος-ορόσημο για την εξάλειψη της πείνας– πάνω από 660 εκατ. άνθρωποι θα βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου για ένα πιάτο φαΐ.



Ωστόσο, η κατάσταση της ακραίας πείνας, σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ, είναι ένα σταθερό φαινόμενο που αφορά τις φτωχότερες χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Σε αδρές γραμμές, αυτή η «ήπειρος των πεινασμένων» κατανέμεται ως εξής: 418 εκατ. υποσιτισμένοι ζούσαν το 2020 στην Ασία, 282 εκατ. στην Αφρική και περίπου 60 εκατ. στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική. Η γεωγραφική διασπορά του υποσιτισμού στον κόσμο αντανακλά τη σταθερή έκθεση των φτωχότερων χωρών του πλανήτη στην κλιματική κρίση, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τις φυσικές καταστροφές, τις συγκρούσεις και τις οικονομικές κρίσεις.

Αυτό όμως που έκανε τη διαφορά το 2020, αυξάνοντας κατά 320 εκατ. – στα 2,3 δισ., το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού!– τους ανθρώπους που δεν είχαν πρόσβαση σε επαρκή τροφή ήταν προφανώς το «πάγωμα» της παραγωγής και του διεθνούς εμπορίου και η άνιση και ακατάστατη επαναφορά του από τα τέλη του προηγούμενου χρόνου. Φυσικά, είναι περιττό να πούμε πόσο πίσω πήγαν οι φιλόδοξες διακηρύξεις του ΟΗΕ για ριζική στροφή σε πιο υγιεινά μοντέλα διατροφής και για τον αντίστοιχο μετασχηματισμό της παραγωγής και της μεταποίησης των τροφίμων όσο πιο κοντά στους στόχους του ΟΗΕ για βιώσιμη ανάπτυξη (ανθρωποκεντρικές οικονομικές πολιτικές, κλιματική αλλαγή, στήριξη ευάλωτων πληθυσμών, φτώχεια και ανισότητα, μείωση κόστους θρεπτικών τροφίμων κ.λπ.).

Ελάχιστους μήνες μετά τη δημοσίευση της ζοφερής έκθεσης για τον υποσιτισμό του παγκόσμιου πληθυσμού, που αφορά κυρίως τις φτωχότερες χώρες της Ασίας, της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων δημοσίευσε τα στοιχεία του παγκόσμιου Δείκτη Τιμών Τροφίμων: τον Σεπτέμβριο εκτοξεύτηκε στο υψηλότερο επίπεδο από το 2011, υπογραμμίζοντας ότι το στίγμα του Τρίτου Κόσμου μπορεί να γίνει πρόβλημα και του Πρώτου, δηλαδή της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής.

Ο Δείκτης Τιμών του FAO (FFPI) αυξήθηκε τον Σεπτέμβριο στις 130 μονάδες, ενισχυμένος κατά 33% σε σχέση με πέρσι. Η εκτίναξη οφείλεται κυρίως στο άλμα τιμών στα δημητριακά, και κυρίως στο στάρι που είναι ανατιμημένο κατά 41% σε σχέση με πέρσι. Λιγότερο επηρεάστηκαν το ρύζι και το κριθάρι, ενώ το καλαμπόκι είναι αυξημένο κατά 38% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2020. Ιλιγγιώδεις είναι οι αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των φυτικών ελαίων, με τον σχετικό δείκτη στις 168,6 μονάδες, αυξημένο κατά 60% σε σχέση με το 2020. Οδηγοί της αύξησης ήταν το φοινικέλαιο και η ελαιοκράμβη.

Ετήσια αύξηση 15,6% καταγράφεται στις τιμές του γάλακτος, φυσικά στις εκδοχές του πλήρους και του αποβουτυρωμένου σε σκόνη και του βουτύρου, που αποτελούν τη βάση της παγκόσμιας βιομηχανίας τροφίμων. Ο δείκτης τιμών του κρέατος είναι αυξημένος 26,3% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω των μειωμένων ποσοτήτων βοδινού που προσφέρθηκαν για εξαγωγές, καθώς στην Αργεντινή και στην Ωκεανία μειώθηκαν δραστικά τα διαθέσιμα για σφαγή ζώα. Και τέλος η ζάχαρη, βλαβερή πλην αναπόφευκτη, έχει επιτύχει ένα άλμα 53,5% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2020, χάρη σε μια αλυσίδα «ατυχών γεγονότων» που εκτείνονται από τη Βραζιλία, τον «ζαχαροπλάστη» του πλανήτη, όπου ξηρασία, παγετοί και η στροφή στην επικερδέστερη αιθανόλη περιορίζουν την παγκόσμια προσφορά του βασικού γλυκαντικού, μέχρι την Ινδία και την Ταϊλάνδη.

Τέτοια «ατυχή γεγονότα» καταγράφονται σε κάθε κρίκο της αλυσίδας παραγωγής και διανομής της παγκόσμιας αγοράς, της οποίας το «αόρατο χέρι» ένα μόνο αποτέλεσμα καταφέρνει: να αυξήσει τις τιμές όλων των συντελεστών της εφοδιαστικής αλυσίδας, προετοιμάζοντας το έδαφος μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης, με αναπόφευκτα επεισόδια «κλασικής» ή «μοντέρνας» πείνας, όχι μόνο στις φτωχές χώρες, αλλά και στην καρδιά του αναπτυγμένου κόσμου.

16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ - ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΤΡΟΦΗΣ

Επενδύοντας στον φόβο της πείνας

Τα βρώσιμα αγαθά βρίσκονται στο επίκεντρο μιας άγριας κερδοσκοπίας στα διεθνή χρηματιστήρια με πρωταγωνιστές το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τους διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων και τους «σκοτεινούς» επενδυτές του private banking

Υπάρχουν άπειρα «περιστατικά» του ζοφερού έπους της παγκόσμιας παραγωγής και διανομής τροφίμων που καταγράφηκαν ακριβώς στην κορύφωση της μεγάλης επανεκκίνησης, όταν δηλαδή η διεθνής οικονομία κατέγραψε ένα άλμα αύξησης του ΑΕΠ σε σχέση με το 2020 και μια εντυπωσιακή αύξηση της ζήτησης, έπειτα από σχεδόν ενάμιση έτος γενικευμένων ή περιστασιακών περιορισμών. Δεν είναι σαφές ποιο είναι το πρώτο «τουβλάκι» που έπεσε προκαλώντας το παγκόσμιο ντόμινο, αν και δεν έχει θεμελιώδη σημασία.

Οι αυξήσεις στο ενεργειακό κόστος έχουν αυτονόητη επίδραση στις τιμές των τροφίμων, αλλά και το ακριβό πετρέλαιο και αέριο έχουν και την έμμεση παρενέργεια στην παραγωγή των λιπασμάτων που χρησιμοποιούνται στη γεωργία. Το έμφραγμα στα λιμάνια της Κίνας και των ΗΠΑ έχει προκαλέσει εκτόξευση των ναύλων μεταφοράς στα πλοία ξηρού φορτίου – 286% αυξήθηκε από την αρχή του έτους ο Baltic Dry Index. Και με 53.000 δολάρια ημερήσιο ναύλο, η μεταφορά των σταριών έχει γίνει μια επικερδέστατη επένδυση για τους Greeks, τους Ελληνες εφοπλιστές που διαγκωνίζονται για τις αγορές νέων πλοίων (720 έχουν αγοράσει φέτος), αν και η «επιτυχία» αυτή μεταφράζεται σε ακριβότερο σιτάρι και ψωμί για δισεκατομμύρια ανθρώπους.

Ούτε στις χερσαίες μεταφορές τα πράγματα είναι καλύτερα –η έλλειψη οδηγών φορτηγών δεν είναι μόνο βρετανικό φαινόμενο–, ενώ χωρίς να μπορεί κανείς να διακρίνει την πραγματική αιτία από το πρόσχημα, ακόμη και οι πολυεθνικές των τροφίμων, από την Pepsico μέχρι την Cheerios, προαναγγέλλουν ανατιμήσεις στα προϊόντα τους επικαλούμενες τις αυξήσεις στα δημητριακά, τα έλαια, το αλουμίνιο ή το πλαστικό. Σε μια ακραία, αλλά σταθερή εφαρμογή της θεωρίας του χάους, δεν υπάρχει γεγονός που να μένει αναξιοποίητο ως αφορμή για την κερδοσκοπική ανατίμηση των βασικών τροφίμων. Το Chicago Mercantile Exchange (CME), το Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων του Σικάγο είναι το σημαντικότερο κέντρο ελέγχου και διαμόρφωσης των διεθνών τιμών των τροφίμων. Τα πάντα αποτιμώνται σε αυτό, από το κρέας μέχρι τις αναποδιές του καιρού, που προφανώς επηρεάζει τις καλλιέργειες, πολύ περισσότερο αν αφορούν τους καταστροφικούς τυφώνες του Ατλαντικού.

Οπως φαίνεται από τον πίνακα που παραθέτουμε, τον τελευταίο χρόνο δεν υπάρχει βρώσιμο αγαθό που στο Χρηματιστήριο του Σικάγου να μην ανατιμήθηκε από 5% μέχρι 75%! Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) που είναι τα βασικά αντικείμενα διαπραγμάτευσης στο Σικάγο ή στο ιαπωνικό, το κινεζικό, το ινδικό και το ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων (Euronext), αποτελούν επίκεντρο μιας άγριας κερδοσκοπίας, στην οποία τον καθοριστικό ρόλο δεν τον παίζουν οι παραγωγοί των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, ούτε η ίδια η βιομηχανία τροφίμων, η οποία προφανώς θέλει φθηνές πρώτες ύλες, αλλά το χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι διαχειριστές επενδυτικών κεφαλαίων, και οι «σκοτεινοί» επενδυτές του prvate banking, που με τεράστια «άεργη» ρευστότητα στα χέρια τους τζογάρουν στον μακροπρόθεσμο πληθωριστικό κίνδυνο και στον τρόμο της ένδειας και της πείνας.

Το γεγονός ότι η παγκόσμια γεωργία και κτηνοτροφία, παρά τις καταστροφές και τις αναποδιές, παράγει επαρκή τροφή για να ταΐσει μιάμιση φορά την ανθρωπότητα, όλοι το αντιπαρέρχονται. Αρκεί που αυτή η τεράστια ποσότητα τροφής κατανέμεται άνισα. Το σταθερά ελλειμματικό ισοζύγιο υποσιτισμού και κορεσμού αποτελεί βασική πηγή κέρδους. Η πείνα, ή τουλάχιστον ο φόβος της πείνας, είναι επένδυση.


Γιάννης Κιμπουρόπουλος

https://www.efsyn.gr/themata/thema-tis-efsyn/314946_i-metanasteysi-tis-episitistikis-krisis-apo-ton-trito-ston-proto


17/10/2021