Τι σημαίνει για τον Μπάιντεν η ήττα της Βιρτζίνια.
Τι σημαίνει για τον Μπάιντεν η ήττα της Βιρτζίνια
Η Βιρτζίνια είναι μια αμερικανική πολιτεία στην οποία κατά τις περσινές προεδρικές εκλογές ο Τζο Μπάιντεν επικράτησε του Ντόναλντ Τραμπ με διαφορά δέκα ποσοστιαίων μονάδων. Όμως στις εκλογές για την ανάδειξη πολιτειακών αρχών την Τρίτη ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών Γκλεν Γιάνγκιν κέρδισε με προβάδισμα τριών μονάδων, έχοντας απέναντί του το βαρύ όνομα των Δημοκρατικών Τέρι ΜακΌλιφ, ο οποίος και στο παρελθόν είχε διατελέσει κυβερνήτης της Βιρτζίνια.
Η σημασία του γεγονότος δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Η Βιρτζίνια συνορεύει με την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Ουάσιγκτον και είναι μια πολιτεία του Νότου όπου οι Ρεπουμπλικανοί δεν είχαν κερδίσει από το 2009. Η όλο και πιο πολύμορφη πληθυσμιακή της σύνθεση την καθιστά δείκτη ευρύτερων τάσεων του εκλογικού σώματος.
Το στραβοπάτημα της περασμένης Τρίτης δεν ήταν το μοναδικό για τους Δημοκρατικούς. Στην πολιτεία του Νιου Τζέρσι, όπου ο Μπάιντεν είχε καταγράψει πλεονέκτημα 16 μονάδων, ο Δημοκρατικός νυν κυβερνήτης Φιλ Μέρφι επανεξελέγη οριακά με ποσοστό 50,8%. Για να μην μιλήσει κανείς για τις απογοητευτικές δημοσκοπικές επιδόσεις του ίδιου του ενοίκου του Λευκού Οίκου, ακριβώς έναν χρόνο μετά την εκλογή του και δέκα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Όμως ειδικά η Βιρτζίνια προσφέρεται για ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Όλοι οι σχολιαστές στάθηκαν στο γεγονός ότι ο Γιάνγκιν, πρώην CEO του κολοσσιαίου ομίλου συμμετοχών Carlyle Group, είναι ένας μετριοπαθής Ρεπουμπλικανός, πολύ πλησιέστερος ως φυσιογνωμία προς τον Μιτ Ρόμνι παρά στον Ντόναλντ Τραμπ. Και όμως: οι ίδιοι πάνω κάτω σχολιαστές, ιδίως οι φιλικότερα διακείμενοι στους Ρεμπουμπλικανούς, έσπευσαν να αναγνωρίσουν ως καθοριστικό στοιχείο της νίκης του την ταυτοτική αντισυσπείρωση των λευκών κατοίκων των προαστίων, με άλλα λόγια δηλαδή την επικράτηση ενός "τραμπισμού δίχως Τραμπ”.
Το εκλογικό σώμα που προσήλθε στις κάλπες την Τρίτη ήταν λιγότερο "πολύχρωμο” από άλλες φορές. Το ποσοστό των λευκών μεταξύ των ψηφισάντων υπολογίζεται στο 74%, αυξημένο κατά 7% σε σχέση με πέρσι. Και ως σημείο καμπής της προεκλογικής εκστρατείας, μετά το οποίο η δημοτικότητα του ΜακΌλιφ άρχισε να υποχωρεί ραγδαία, ήταν η δήλωση του απερχόμενου κυβερνήτη κατά τη διάρκεια του τηλεοπτικού ντιμπέιτ με τον αντίπαλό του ότι "οι γονείς δεν μπορεί να είναι αυτοί που θα καθορίζουν τι θα διδάσκεται στα σχολεία”.
Όμως η συζήτηση περί των δικαιωμάτων των γονέων δεν είναι παρά ένας κωδικός τρόπος να αναφερθεί κανείς στις διαιρέσεις που προκαλεί η Κριτική Φυλετική Θεωρία (Critical Race Theory), δηλ. η ομοσπονδιακά ενθαρρυνόμενη εισαγωγή στο σχολικό πρόγραμμα της διδασκαλίας των σκοτεινότερων όψεων της αμερικανικής ιστορίας, όπως η δουλεία, και η επισήμανση του "συστημικού ρατσισμού” που αυτές έχουν κληροδοτήσει, προικοδοτώντας μέχρι σήμερα με προνόμια τους λευκούς Αμερικανούς.
Οικειοποιούμενος την φρασεολογία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο οποίος οραματιζόταν μια εποχή κατά την οποία οι άνθρωποι θα κρίνονται από τον χαρακτήρα τους και όχι από το χρώμα του δέρματός τους, ο Γιάνγκιν υποσχέθηκε ότι από την πρώτη μέρα του στο γραφείο του κυβερνήτη θα απαγορεύσει τη διδασκαλία της Critical Race Theory στα σχολεία της Βιρτζίνια. Κατέστη έτσι ο πρώτος "ευυπόληπτος”, mainstream Ρεπουμπλικανός ο οποίος τόλμησε να αξιοποιήσει τη λευκή ταυτοτική πολιτική.
Δεν χρειάστηκε να επανέλθει σε κανένα ευαίσθητο θέμα κατά τη συνέχεια της καμπάνιας, εφόσον το μήνυμα είχε ληφθεί. Στην κάλπη τον προτίμησε το 61% των λευκών ψηφοφόρων, μόλις 53% που είχε προτιμήσει πέρσι τον Τραμπ.
Βεβαίως οι φιλελεύθεροι σχολιαστές προτιμούν να εστιάζουν στα ταυτοτικά ζητήματα, που οπωσδήποτε είναι πάντοτε ισχυρά στις ΗΠΑ, αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο πολύ πιο πεζά γεγονότα, όπως το ότι οι Δημοκρατικοί για άλλη μία φορά υστερούν στην εκπλήρωση των οικονομικών και κοινωνικών επαγγελιών οι οποίες και τους έφεραν στην εξουσία. Όμως με τον ακρωτηριασμό από το Κογκρέσο των πολιτικών στήριξης λόγω της πανδημίας και με τη βραχυκύκλωση ταυτόχρονα των σημαντικότερων φιλοδοξιών του Μπάιντεν στην εξωτερική πολιτική, όπως η επιστροφή στη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η παρούσα προεδρία μοιάζει να έχει χάσει μεγάλο μέρος της δυναμικής της. Ο "τραμπισμός δίχως Τραμπ” είναι ήδη εδώ, ενώ και ο ίδιος ο απρόβλεπτος πρώην πρόεδρος κάθε άλλο παρά έχει καταθέσει τα όπλα για το 2024.
Του Κώστα Ράπτη
https://www.capital.gr/diethni/3593115/ti-simainei-gia-ton-mpainten-i-itta-tis-birtzinia
5/11/2021
Η σημασία του γεγονότος δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Η Βιρτζίνια συνορεύει με την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Ουάσιγκτον και είναι μια πολιτεία του Νότου όπου οι Ρεπουμπλικανοί δεν είχαν κερδίσει από το 2009. Η όλο και πιο πολύμορφη πληθυσμιακή της σύνθεση την καθιστά δείκτη ευρύτερων τάσεων του εκλογικού σώματος.
Το στραβοπάτημα της περασμένης Τρίτης δεν ήταν το μοναδικό για τους Δημοκρατικούς. Στην πολιτεία του Νιου Τζέρσι, όπου ο Μπάιντεν είχε καταγράψει πλεονέκτημα 16 μονάδων, ο Δημοκρατικός νυν κυβερνήτης Φιλ Μέρφι επανεξελέγη οριακά με ποσοστό 50,8%. Για να μην μιλήσει κανείς για τις απογοητευτικές δημοσκοπικές επιδόσεις του ίδιου του ενοίκου του Λευκού Οίκου, ακριβώς έναν χρόνο μετά την εκλογή του και δέκα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Όμως ειδικά η Βιρτζίνια προσφέρεται για ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Όλοι οι σχολιαστές στάθηκαν στο γεγονός ότι ο Γιάνγκιν, πρώην CEO του κολοσσιαίου ομίλου συμμετοχών Carlyle Group, είναι ένας μετριοπαθής Ρεπουμπλικανός, πολύ πλησιέστερος ως φυσιογνωμία προς τον Μιτ Ρόμνι παρά στον Ντόναλντ Τραμπ. Και όμως: οι ίδιοι πάνω κάτω σχολιαστές, ιδίως οι φιλικότερα διακείμενοι στους Ρεμπουμπλικανούς, έσπευσαν να αναγνωρίσουν ως καθοριστικό στοιχείο της νίκης του την ταυτοτική αντισυσπείρωση των λευκών κατοίκων των προαστίων, με άλλα λόγια δηλαδή την επικράτηση ενός "τραμπισμού δίχως Τραμπ”.
Το εκλογικό σώμα που προσήλθε στις κάλπες την Τρίτη ήταν λιγότερο "πολύχρωμο” από άλλες φορές. Το ποσοστό των λευκών μεταξύ των ψηφισάντων υπολογίζεται στο 74%, αυξημένο κατά 7% σε σχέση με πέρσι. Και ως σημείο καμπής της προεκλογικής εκστρατείας, μετά το οποίο η δημοτικότητα του ΜακΌλιφ άρχισε να υποχωρεί ραγδαία, ήταν η δήλωση του απερχόμενου κυβερνήτη κατά τη διάρκεια του τηλεοπτικού ντιμπέιτ με τον αντίπαλό του ότι "οι γονείς δεν μπορεί να είναι αυτοί που θα καθορίζουν τι θα διδάσκεται στα σχολεία”.
Όμως η συζήτηση περί των δικαιωμάτων των γονέων δεν είναι παρά ένας κωδικός τρόπος να αναφερθεί κανείς στις διαιρέσεις που προκαλεί η Κριτική Φυλετική Θεωρία (Critical Race Theory), δηλ. η ομοσπονδιακά ενθαρρυνόμενη εισαγωγή στο σχολικό πρόγραμμα της διδασκαλίας των σκοτεινότερων όψεων της αμερικανικής ιστορίας, όπως η δουλεία, και η επισήμανση του "συστημικού ρατσισμού” που αυτές έχουν κληροδοτήσει, προικοδοτώντας μέχρι σήμερα με προνόμια τους λευκούς Αμερικανούς.
Οικειοποιούμενος την φρασεολογία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο οποίος οραματιζόταν μια εποχή κατά την οποία οι άνθρωποι θα κρίνονται από τον χαρακτήρα τους και όχι από το χρώμα του δέρματός τους, ο Γιάνγκιν υποσχέθηκε ότι από την πρώτη μέρα του στο γραφείο του κυβερνήτη θα απαγορεύσει τη διδασκαλία της Critical Race Theory στα σχολεία της Βιρτζίνια. Κατέστη έτσι ο πρώτος "ευυπόληπτος”, mainstream Ρεπουμπλικανός ο οποίος τόλμησε να αξιοποιήσει τη λευκή ταυτοτική πολιτική.
Δεν χρειάστηκε να επανέλθει σε κανένα ευαίσθητο θέμα κατά τη συνέχεια της καμπάνιας, εφόσον το μήνυμα είχε ληφθεί. Στην κάλπη τον προτίμησε το 61% των λευκών ψηφοφόρων, μόλις 53% που είχε προτιμήσει πέρσι τον Τραμπ.
Βεβαίως οι φιλελεύθεροι σχολιαστές προτιμούν να εστιάζουν στα ταυτοτικά ζητήματα, που οπωσδήποτε είναι πάντοτε ισχυρά στις ΗΠΑ, αφήνοντας σε δεύτερο πλάνο πολύ πιο πεζά γεγονότα, όπως το ότι οι Δημοκρατικοί για άλλη μία φορά υστερούν στην εκπλήρωση των οικονομικών και κοινωνικών επαγγελιών οι οποίες και τους έφεραν στην εξουσία. Όμως με τον ακρωτηριασμό από το Κογκρέσο των πολιτικών στήριξης λόγω της πανδημίας και με τη βραχυκύκλωση ταυτόχρονα των σημαντικότερων φιλοδοξιών του Μπάιντεν στην εξωτερική πολιτική, όπως η επιστροφή στη διεθνή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, η παρούσα προεδρία μοιάζει να έχει χάσει μεγάλο μέρος της δυναμικής της. Ο "τραμπισμός δίχως Τραμπ” είναι ήδη εδώ, ενώ και ο ίδιος ο απρόβλεπτος πρώην πρόεδρος κάθε άλλο παρά έχει καταθέσει τα όπλα για το 2024.
Του Κώστα Ράπτη
https://www.capital.gr/diethni/3593115/ti-simainei-gia-ton-mpainten-i-itta-tis-birtzinia
5/11/2021