Για την ύλη των ονείρων.
Για την ύλη των ονείρων.
Οι πιο πρόσφατες έρευνες μας αποκαλύπτουν ότι ο εγκέφαλός μας δεν κοιμάται με τρόπο ομοιόμορφο, αλλά οι διαφορετικές δομές τού φαινομενικά βαθιά κοιμισμένου εγκεφάλου ξυπνάνε και είναι περισσότερο ή λιγότερο ενεργές κατά τη διάρκεια του ύπνου. Τι ακριβώς σημαίνει για την ανθρώπινη αυτοκατανόηση το γεγονός ότι η σύγχρονη Νευροεπιστήμη ανακάλυψε πως κατά τη διάρκεια του ύπνου δεν βλέπουμε όνειρα μόνο στη φάση REM αλλά και στη φάση όχι REM του βαθέος ύπνου; Επειτα από έναν αιώνα σκληρών αλλά κάθε άλλο παρά γνωστικά στείρων αντιπαραθέσεων για τη φύση και την «ερμηνεία» των ονείρων, σήμερα επικρατεί μια αποκλειστικά νευροεγκεφαλική και γνωσιακή προσέγγιση της ονειρικής μας ζωής, η οποία αποδεικνύεται ιδιαίτερα διαφωτιστική σε σχέση με τις εναλλακτικές ψυχαναλυτικές προσεγγίσεις
Η επιστημονική διερεύνηση της ονειρικής ζωής των ανθρώπων παρεμποδίζεται από πλήθος εμποδίων που είναι εγγενή στην ιδιαίτερη «φύση» των ονείρων, τα οποία είναι φευγαλέα, φαινομενικά απόκοσμα και δύσκολο να περιγράφουν λεκτικά. Εκτός από τις εγγενείς δυσκολίες του αντικειμένου θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι τεχνικοί περιορισμοί και τα πολύ συχνά ανυπέρβλητα γνωσιολογικά εμπόδια των ερευνητών της επιστήμης των ονείρων τη δεδομένη ιστορική εποχή.
Παρ’ όλα αυτά, από τις αρχές της τρίτης χιλιετίας παρατηρείται μία εντυπωσιακή άνθηση νέων επιστημονικών τεχνικών και διαφωτιστικών ιδεών σχετικά με τους μέχρι χθες σκοτεινούς εγκεφαλικούς μηχανισμούς της παραγωγής των ονείρων. Η σύγχρονη έρευνα εντάσσει τις ονειρικές δραστηριότητες στις καθημερινές ανάγκες του εγκεφάλου μας και δεν θεωρεί τα όνειρα ως τη «βασιλική οδό προς το ασυνείδητο», όπως πίστευε ο Φρόιντ, αλλά ως ουσιαστική προϋπόθεση για την κατανόηση της ανθρώπινης συνείδησης, η ύπαρξη της οποίας παραμένει τόσο αινιγματική για την ίδια ώστε χρειάσθηκε να επινοήσει το… ασυνείδητο.
Ή πώς οι σύγχρονες Νευροεπιστήμες
διαφωτίζουντην ύπαρξη της ονειρικής ζωής
Ανέκαθεν οι άνθρωποι υποψιάζονταν ότι τα όνειρα που βλέπουν όταν κοιμούνται δεν είναι απλώς αλλόκοτες ή τυχαίες εικόνες που δημιουργούνται στον εγκέφαλό τους όταν κατά τη διάρκεια του ύπνου υπολειτουργεί. Αν κατά την αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα οι άνθρωποι «εξηγούσαν» τα όνειρα ως θεόπεμπτους αγγελιαφόρους μηνυμάτων, στην πολύ πιο πεζή και κοσμική νεωτερική εποχή μάθαμε να τα ερμηνεύουμε με πιο επιστημονικοφανή εργαλεία, όπως αυτά της πρώιμης ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης.
Πράγματι, ο Φρόιντ ήταν ο πρώτος που επιχείρησε να διατυπώσει μια πιο έλλογη, δηλαδή μη μυθολογική εξήγηση της ψυχικής λειτουργίας και της σημασίας των απρόσκλητων αλλά κάθε άλλο παρά αλλόκοσμων επισκεπτών που κάθε νύχτα διαταράσσουν τον ύπνο μας.
«Σήμερα είναι πλέον ελάχιστοι οι μορφωμένοι άνθρωποι που αμφισβητούν το γεγονός ότι το όνειρο είναι μια ιδιωτική ψυχική λειτουργία του ονειρευόμενου», όπως έγραφε το 1901 ο Ζίγκμουντ Φρόιντ, σε ένα δοκίμιο με τίτλο «Το όνειρο» (κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Νήσος).
Σε αυτό το πολύ πυκνό κείμενό του, ο πατέρας της ψυχανάλυσης διακρίνει σαφώς το «έκδηλο» από το «λανθάνον» περιεχόμενο κάθε ονείρου. Για παράδειγμα, ενώ φαινομενικά ονειρεύεστε ένα τρένο που μπαίνει μέσα στο τούνελ (έκδηλο περιεχόμενο), στην πραγματικότητα αυτό μπορεί να συμβολίζει την ανομολόγητη επιθυμία σας για ερωτική συνουσία (λανθάνον περιεχόμενο). Υποστήριξε μάλιστα ότι η πρώτη ύλη των ονείρων είναι πάντα ένα αδιαφανές -δηλαδή ασυνείδητο- μείγμα από απωθημένα παιδικά τραύματα, σεξουαλικές ενορμήσεις και ανομολόγητες επιθυμίες, τα οποία συνδιαμορφώνουν και χρωματίζουν τα όνειρά μας
Από τα όνειρα της ψυχανάλυσης
στα νευροεπιστημονικά όνειρα
Οι αλλόκοτες και φαινομενικά παράλογες εικόνες που βλέπουμε στα όνειρά μας, σύμφωνα με τον Φρόιντ, αναδύονται -άγνωστο το πώς ή το γιατί- κατά τη διάρκεια της νύχτας όταν το συνειδητό «Εγώ» χαλαρώνει τη λογοκρισία του πάνω στο ασυνείδητο «Αυτό».
Ειδικά τα εφιαλτικά όνειρα, επειδή αποτελούν την ασυνείδητη έκφραση των ανικανοποίητων επιθυμιών, των αποτυχιών και των τραυμάτων μας, βιώνονται ως επώδυνες ψυχικές καταστάσεις που απειλούν την ισορροπία μας και μας βλάπτουν όσο παραμένουν στο σκοτάδι.
Με αυτόν τον τρόπο, ο ονειρευόμενος ή η ονειρευόμενη μετατρέπονται οικειοθελώς σε... «ασθενείς» και η ψυχαναλυτική θεραπεία συνίσταται στην ελεύθερη έκφραση των συνειρμών του αναλυόμενου, λεκτικοί συνειρμοί που επιλέγονται και δρομολογούνται κατάλληλα από τον ψυχαναλυτή μέχρι να έρθουν στο φως τα βαθύτερα τραύματα που συγκαλύπτουν.
Επί δεκαετίες η ψυχαναλυτική προσέγγιση ήταν η επικρατέστερη «εξήγηση» των ονείρων στην ψυχολογία, ωστόσο, κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1950 όλο και περισσότεροι νέοι ερευνητές των ονείρων διαπίστωσαν ότι η προσφυγή στο ιδιωτικό ή το συλλογικό ασυνείδητο -των Φρόιντ και Γιουνγκ, αντίστοιχα- αποτελεί μια πρώτη, ελλιπέστατη προσπάθεια για την κατανόηση της πραγματικής νευροβιολογικής σημασίας των ονείρων και της επιρροής που αυτά ασκούν στην καθημερινή μας ζωή.
Χάρη στις πρωτοποριακές έρευνες των Eugene Aserinski και Nathaniel Kleitman στις ΗΠΑ, ήδη από τα μέσα του εικοστού αιώνα γνωρίζουμε ότι ο καθημερινός κύκλος ύπνου-εγρήγορσης δεν αποτελείται μόνο από δύο σαφώς διαχωρισμένες καταστάσεις ή φάσεις (κάποιος μπορεί να είναι είτε ξύπνιος είτε κοιμισμένος) αλλά από τουλάχιστον τρεις: ξύπνιος, βαθιά κοιμισμένος και ονειρευόμενος.
Καταγράφοντας συστηματικά τη συμπεριφορά του εγκεφάλου κατά τη διάρκεια του ύπνου με τεχνικές ηλεκτροεγκεφαλογραφίας, ηλεκτροφθαλμογραφίας και ηλεκτρομυογραφίας, αυτοί οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι κατά τη διάρκεια του ύπνου ο εγκέφαλος των εθελοντών δραστηριοποιείται σαν να είναι ξύπνιος και γι’ αυτό ονόμασαν αυτές τις σύντομες φάσεις έντονης εγκεφαλικής ενεργοποίησης «παράδοξο ύπνο».
Παρατήρησαν μάλιστα ότι κατά τη διάρκεια του παράδοξου ύπνου τα μάτια των κοιμισμένων εθελοντών κινούνταν γρήγορα σαν να έβλεπαν κάτι κι ας ήταν κλειστά και διαπίστωσαν ότι, αν τους ξυπνούσαν σε αυτή την τρίτη φάση, το 73% των εθελοντών έβλεπε όντως όνειρα. Ετσι ανακάλυψαν ότι η εμφάνιση των ονείρων αντιστοιχεί συνήθως στη φάση REM του παράδοξου ύπνου, όταν δηλαδή τα μάτια των κοιμισμένων κινούνται γρήγορα (Rapid Eye Movements), ενώ στη φάση «όχι REM», που αντιστοιχεί στον βαθύ ύπνο, ονειρεύεται ή μπορεί να ανακαλεί τα όνειρά του μόνο το 17% των εθελοντών.
Μετά από δύο δεκαετίες, το 1977, δυο άλλοι Αμερικανοί επιστήμονες πρότειναν μια ακόμη πιο μηχανιστική εξήγηση για τη γένεση των ονείρων. Σε αντίθεση με ό,τι υποστήριζαν ο Φρόιντ και οι μετέπειτα ψυχαναλυτές, οι νευροφυσιολογικές έρευνες των Allan Hobson και Robert McCarley τους οδήγησαν στην ανατρεπτική για εκείνη την εποχή εικασία ότι τα όνειρα αποτελούν την προσπάθεια των «ανώτερων» δομών του εγκεφάλου (κυρίως του νεοφλοιού) να βάλουν σε τάξη τα ετερόκλητα και άναρχα ερεθίσματα που τους στέλνουν, κατά τη διάρκεια της φάσης REM του ύπνου, κάποια «κατώτερα» νευρωνικά κυκλώματα της εγκεφαλικής γέφυρας και του εγκεφαλικού στελέχους.
Αυτές οι πρώτες αποκλειστικά εγκεφαλικές εξηγήσεις της βιολογίας των ονείρων άνοιξαν τον δρόμο σε πλήθος νέων νευροεπιστημονικών ερευνών που έμελλε να διαφωτίσουν το πώς και το πότε ο εγκέφαλος χρειάζεται να δημιουργεί τα όνειρα.
Δεν υπάρχει συνείδηση χωρίς… ονειρική ζωή
Η πρόοδος στην έρευνα των νευροβιολογικών, βιοχημικών και γενετικών προϋποθέσεων της μηχανής των ονείρων οδήγησε στη ριζική αναθεώρηση πολλών διαισθητικών αντιλήψεων σχετικά με τις εγκεφαλικές προϋποθέσεις του ύπνου και της πραγματικής λειτουργίας των ονείρων στη νοητική ζωή των ανθρώπων.
Καταφεύγοντας μάλιστα στις νέες τεχνικές της υπολογιστικής νευροαπεικόνισης του εγκεφάλου μέσω π.χ. της μαγνητικής λειτουργικής τομογραφίας ή της νέας ηλεκτροεγκεφαλογραφίας, οι νευροεπιστήμονες έκαναν μια εντυπωσιακή ανακάλυψη: διαπίστωσαν ότι κατά τη διάρκεια του ύπνου δεν βλέπουμε όνειρα μόνο στη φάση REM αλλά και στη φάση όχι REM του βαθέος ύπνου!
Αυτή η απρόσμενη ανακάλυψη οφείλεται στην υιοθέτηση της ηλεκτροεγκεφαλογραφίας υψηλής ανάλυσης (high-density EEG): τα 256 ηλεκτρόδια σε έναν ειδικό σκούφο τοποθετούνται σε προκαθορισμένες θέσεις πάνω στο τριχωτό της κεφαλής του εθελοντή. Μια νέα τεχνική που βελτίωσε όχι μόνο τη χρονική καταγραφή της δραστηριότητας των εγκεφαλικών μικροδομών αλλά και την ταυτόχρονη ανίχνευση των ελάχιστων διαφοροποιήσεων της ηλεκτρικής τους δραστηριότητας, δηλαδή της ενεργοποίησής τους.
Ετσι, πιο πρόσφατα ανακάλυψαν ότι ο εγκέφαλός μας δεν κοιμάται με τρόπο ομοιόμορφο, αλλά οι διαφορετικές δομές του φαινομενικά βαθιά κοιμισμένου εγκεφάλου μπορούν να είναι περισσότερο ή λιγότερο ενεργές κατά τη διάρκεια του ύπνου. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που οι νευροεπιστήμονες το περιγράφουν ως «τοπικά εντοπισμένο ύπνο» και είχε αρχικά παρατηρηθεί στα δελφίνια και άλλα θηλαστικά με σχετικά μεγάλο εγκέφαλο. Συνέπεια αυτής της διαπιστωμένης λειτουργικής ανομοιογένειας είναι ότι, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, κάποιες εγκεφαλικές περιοχές «ξυπνάνε», ενώ ο υπόλοιπος εγκέφαλος «κοιμάται».
Αν, όπως όλα δείχνουν, βλέπουμε όνειρα και κατά τη διάρκεια του βαθέος ύπνου (όχι REM), τότε πώς εξηγείται ότι, συνήθως, θυμόμαστε κυρίως τα όνειρα που βλέπουμε κατά τη φάση REM; Αυτό συμβαίνει πιθανότατα επειδή κατά τη φάση REM, τα πρότυπα ενεργοποίησης πολλών εγκεφαλικών δομών είναι παρόμοια με τα πρότυπα ενεργοποίησης στην κατάσταση εγρήγορσης, όταν δηλαδή ο εγκέφαλός μας θεωρείται «ξύπνιος». Ενα επιπλέον στοιχείο υπέρ της στενότατης εξάρτησης που υπάρχει ανάμεσα στα πρότυπα ενεργοποίησης συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου και στα όνειρα που αυτός μπορεί να θυμηθεί.
Πράγματι, πολλές νευροεπιστημονικές θεωρίες υποστηρίζουν ότι τα όνειρα παίζουν αποφασιστικό γνωστικό ρόλο τόσο στην επεξεργασία όσο και την απομνημόνευση των εμπειριών που έχουμε βιώσει και των πληροφοριών που έχουμε αποθηκεύσει πρόσκαιρα στη μνήμη μας κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Αυτές οι κατακτήσεις φέρνουν τη σύγχρονη Νευροεπιστήμη πιο κοντά στην κατανόηση εγκεφαλικών προϋποθέσεων της συνείδησης, μια ακόμη πιο πολύπλοκη νοητική λειτουργία που καθόλου δεν σταματά κατά τη διάρκεια του ύπνου.
Συνεπώς, ο ύπνος μπορεί να θεωρηθεί κάλλιστα ως μια ιδιαίτερη μορφή συνείδησης, η οποία εμφανίζεται πρόσκαιρα όποτε ο εγκέφαλος κοιμάται, όταν δηλαδή απομονώνεται από τα ερεθίσματα του εξωτερικού κόσμου. Ποτέ όμως δεν αναπαύεται ολοκληρωτικά, αφού κατά τη διάρκεια του ύπνου ένα μέρος του εργάζεται στην παραγωγή των ονείρων, δημιουργεί δηλαδή εσωτερικές εμπειρίες, οι οποίες από πολλές απόψεις είναι παρόμοιες με αυτές που βιώνουμε όταν είμαστε ξύπνιοι: ενώ ονειρευόμαστε βλέπουμε εικόνες, ακούμε φωνές, έχουμε συναισθήματα και σκεφτόμαστε.
Μπορεί να ακούγεται ελάχιστα ποιητικό, όμως η εμφάνιση των πιο ωραίων ή, εναλλακτικά, των πιο εφιαλτικών μας ονείρων προϋποθέτει την επιλεκτική ενεργοποίηση-απενεργοποίηση συγκεκριμένων εγκεφαλικών δομών και όλα δείχνουν ότι αυτές οι εγκεφαλικές δομές είναι η μοναδική «πύλη» ή ακριβέστερα η «μηχανή» των ονείρων μας.
Stefan Klein: «Τα όνειρα, ένα ταξίδι στην εσωτερική μας πραγματικότητα»
Αν αναζητάτε ένα καλογραμμένο εκλαϊκευτικό βιβλίο σχετικά με το πώς η σύγχρονη επιστήμη με τη βοήθεια νέων ισχυρών τεχνολογικών εργαλείων προσεγγίζει και κατανοεί την αδιαφανή ονειρική ζωή των ανθρώπων, τότε το βιβλίο «Τα όνειρα», που κυκλοφορεί πολύ καλά μεταφρασμένο από τις εκδόσεις ΠΕΚ, αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον πνευματικό επίτευγμα, διότι καταφέρνει να μεταδώσει στον μη ειδικό αναγνώστη τις νέες και πολιτισμικά δύσπεπτες ιδέες για την αποφασιστική λειτουργία των ονείρων στη νοητική μας ζωή.
Το ότι ο Στέφαν Κλάιν καταφέρνει με εντυπωσιακή πνευματική λεπτότητα και σαφήνεια να περιγράψει τι είναι τα όνειρα, πώς δημιουργούνται από τον εγκέφαλό μας, τι μας αποκαλύπτουν για τον εαυτό μας και πώς επηρεάζουν την προσωπική και κοινωνική μας ζωή είναι ένα αξιοθαύμαστο συγγραφικό επίτευγμα. Απέναντι σε ένα τόσο σκοτεινό και επιστημονικά διαφιλονικούμενο αντικείμενο, η πλουραλιστική προσέγγιση που υιοθετεί ο συγγραφέας τού επιτρέπει να αντιμετωπίσει με πληρότητα το πολυεπίπεδο πρόβλημα της σημασίας των ονείρων στη ζωή και στη σκέψη των ανθρώπων.
Ο συγγραφέας Στέφαν Κλάιν (Stefan Klein,1965) είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς βιβλίων επιστημονικής εκλαΐκευσης στη γερμανική γλώσσα. Σπούδασε φυσική και αναλυτική φιλοσοφία στο Μόναχο, στην Γκρενόμπλ και στο Φράιμπουργκ, όπου ολοκλήρωσε τη διδακτορική του διατριβή στη θεωρητική βιοφυσική. Μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Der Spiegel, διακρίθηκε για το δημοσιογραφικό του έργο πάνω σε επιστημονικά θέματα, για το οποίο τιμήθηκε το 1998 με το βραβείο Georg von Holtzbrinck.
Με τον τρόπο που έγραψε αυτό το βιβλίο θέλησε να μας υπενθυμίσει πως το γεγονός ότι, χάρη στις νέες νευροεπιστημονικές μεθόδους και τις υπολογιστικές απεικονιστικές τεχνολογίες, έχουμε τη δυνατότητα να παρακολουθούμε ζωντανά τις εγκεφαλικές δομές που διαμορφώνουν άμεσα τα όνειρά μας, δεν πρέπει να μας δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι το θέμα θεωρείται επιστημονικά «λυμένο» ή, ακόμη χειρότερα, ότι η επιστημονική κατανόηση των προϋποθέσεων της ονειρικής μας ζωής την καθιστά λιγότερο γοητευτική απ’ ό,τι ήταν στο παρελθόν.
Σπύρος Μανουσέλης
https://www.efsyn.gr/epistimi/mihanes-toy-noy/318997_gia-tin-yli-ton-oneiron
13/11/2021