ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ:Γιατί «έτρεξε» η ανάπτυξη στο γ' τρίμηνο.


 
Γιατί «έτρεξε» η ανάπτυξη στο γ' τρίμηνο.

Βαρύ χαρτί για το ΑΕΠ ο τουρισμός - Αστάθμητος παράγοντας για το ΥΠΟΙΚ οι μεταβολές στα αποθέματα.


Πληθώρα ενδείξεων για πολύ ισχυρό ρυθμό  ανάπτυξης στο γ' τρίμηνο της φετινής χρονιάς -και υπό προϋποθέσεις τον ισχυρότερο στην Ευρώπη- έχει συγκεντρώσει το οικονομικό επιτελείο. Ο αυξημένος τζίρος των επιχειρήσεων παραπέμπει σε σημαντική ενίσχυση της κατανάλωσης, ενώ σημαντική αύξηση σε σχέση με το γ' τρίμηνο του 2020 αναμένεται και από το… μέτωπο των επενδύσεων.

Το «βαρύ χαρτί» για το ΑΕΠ του γ' τριμήνου είναι ο τουρισμός, ο οποίος κινήθηκε σε σαφώς καλύτερα επίπεδα συγκριτικά με το γ' τρίμηνο του 2020, εξαλείφοντας τις αρνητικές επιπτώσεις από τη διεύρυνση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο εξαιτίας της αύξησης των εισαγωγών και της ενεργειακής κρίσης.

Οι επιφυλάξεις

Ενώ τα αποκαλυπτήρια για το ΑΕΠ του γ' τριμήνου θα γίνουν στις αρχές Δεκεμβρίου, στο υπουργείο Οικονομικών κρατούν ακόμη μερικές επιφυλάξεις ως προς το τελικό ποσοστό της ανάπτυξης για την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου εξαιτίας ενός αστάθμητου παράγοντα: των μεταβολών στα αποθέματα. Στο β' τρίμηνο, τα αποθέματα εκτοξεύτηκαν στα 2,935 δισ. ευρώ, συμβάλλοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό στην επίτευξη ρυθμού ανάπτυξης 16% για το συγκεκριμένο τρίμηνο. Αν τα αποθέματα μειωθούν (το β' τρίμηνο του 2020 είχαν διαμορφωθεί στο 1,672 δισ. ευρώ), τότε το συγκεκριμένο οικονομικό μέγεθος θα εξελιχθεί σε «βαρίδι» για τον ρυθμό ανάπτυξης του γ' τριμήνου. Σε κάθε περίπτωση, στο οικονομικό επιτελείο ελπίζουν ότι το ΑΕΠ θα κλείσει τελικώς στα ίδια επίπεδα ή μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ χαμηλότερα συγκριτικά με το β' τρίμηνο, δηλαδή στην περιοχή των 44-44,5 δισ. ευρώ. Δεδομένου ότι το γ' τρίμηνο του 2020 έκλεισε στα 40,868 δισ. ευρώ, τότε, εφόσον αποφύγουμε τη δυσάρεστη έκπληξη από τα αποθέματα, είναι εφικτός ένας ρυθμός ανάπτυξης της τάξεως του 7%-9%.

Η Ελληνική Στατιστική Αρχή έχει ήδη δημοσιεύσει σειρά στατιστικών που συνηγορούν σε έναν ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης, ενώ προς αυτή την κατεύθυνση οδηγεί και ένα στατιστικό εύρημα που παρατηρείται εδώ και χρόνια. Εδώ και τουλάχιστον 10 έτη, ακόμη και μέσα στα μνημόνια αλλά και μέσα στην πανδημία, το ΑΕΠ του 3ου τριμήνου κινείται -πάνω, κάτω- στα ίδια επίπεδα με αυτά του β' τριμήνου. Το «ισχυρό χαρτί» της οικονομικής δραστηριότητας του γ' τριμήνου είναι ο τουρισμός.

Μπορεί στο γ' τρίμηνο να μην πιάσαμε τα επίπεδα του 2019 και η αγορά να κινήθηκε για το συγκεκριμένο τρίμηνο από το 55%-75% των αντίστοιχων μηνών του προπέρσινου τριμήνου, το βέβαιο είναι πάντως ότι οι επιδόσεις στον τουρισμό ήταν καλύτερες συγκριτικά με τις αντίστοιχες περσινές.

Ο τζίρος των επιχειρήσεων


Από την άλλη, πηγή αισιοδοξίας συνιστά ο τζίρος των επιχειρήσεων, ο οποίος για όλο το γ' τρίμηνο εμφάνισε εκρηκτική αύξηση της τάξεως του 26% σε σχέση με το γ' τρίμηνο του 2020. Και μόνο αυτό το στοιχείο αναμένεται να αποτυπωθεί έντονα στην κατανάλωση, η οποία ουσιαστικά καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πορεία του ΑΕΠ. Στο γ' τρίμηνο του 2020 η κατανάλωση -δημόσια και ιδιωτική- διαμορφώθηκε στα 38,77 δισ. ευρώ. Στο β' τρίμηνο του 2021 έφτασε στα 41,327 δισ. ευρώ. Με δεδομένο ότι ο τζίρος των επιχειρήσεων έχει εμφανιστεί πολύ αυξημένος στο φετινό γ' τρίμηνο, υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες η κατανάλωση και του φετινού γ' τριμήνου να κινηθεί στην περιοχή των 41 δισ. ευρώ, κάτι που από μόνο του θα συνιστά σημαντική ώθηση για το ΑΕΠ της περιόδου.

Βέβαια, μέσα στην πανδημία, υπήρξε σοβαρή αύξηση της κατανάλωσης των φορέων της γενικής κυβέρνησης, λόγω των μέτρων στήριξης, τα οποία στο γ' τρίμηνο του 2021 ήταν σαφώς λιγότερα συγκριτικά με τα αντίστοιχα του γ' τριμήνου του 2020. Η όποια μείωση όμως αποτυπωθεί στην κατανάλωση των δημόσιων φορέων είναι βέβαιο ότι θα υπερκαλυφθεί από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Αύξηση επενδύσεων

Στο μέτωπο των επενδύσεων αναμένεται διψήφια αύξηση, καθώς στο γ' τρίμηνο του 2020 είχαμε πέσει κάτω από τα επίπεδα των 5 δισ. ευρώ, κάτι που δεν αναμένεται να επαναληφθεί φέτος, καθώς και μόνο η κατακόρυφη αύξηση στην οικοδομική δραστηριότητα παραπέμπει σε νούμερο σαφώς μεγαλύτερο των 5,35 δισ. ευρώ που καταγράφηκε στο β' τρίμηνο της φετινής χρονιάς. Από την άλλη, τα βλέμματα στρέφονται στη μεταβολή των αποθεμάτων. Στο β' τρίμηνο είχαμε την εκρηκτική αύξηση στα 2,935 δισ. ευρώ έναντι μόλις 438,7 εκατ. ευρώ στο β' τρίμηνο του 2020, κάτι που συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη του 16%. Από την άλλη, στο γ' τρίμηνο η σύγκριση θα γίνει με την επίδοση του 2020, που ήταν 1,67 δισ. ευρώ. Για να υπάρξει επιβάρυνση του ΑΕΠ, θα πρέπει τα αποθέματα να πέσουν κάτω από αυτό το όριο κάτι που μένει να φανεί στην πράξη στις αρχές Δεκεμβρίου.

Το εμπορικό ισοζύγιο


Από το μέτωπο των εισαγωγών και των εξαγωγών υπάρχει ήδη εικόνα λόγω των στοιχείων της ΤτΕ για την πορεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Τα στοιχεία μπορεί να δείχνουν επιδείνωση στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου λόγω της μεγάλης αύξησης των εισαγωγών (απόρροια και του ανοίγματος της αγοράς, αλλά και της ενεργειακής κρίσης που φούσκωσε τις τιμές των καυσίμων), από την άλλη όμως, η καλύτερη του αναμενομένου πορεία του τουρισμού (η οποία ουσιαστικά οδήγησε και στην αναθεώρηση του στόχου ανάπτυξης για ολόκληρη τη χρονιά) έχει υπερκαλύψει το κενό και έχει οδηγήσει σε βελτίωση του ισοζυγίου σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Και αυτό θα συμβάλει θετικά στο ΑΕΠ. Να σημειωθεί ότι στο περσινό γ' τρίμηνο οι συνολικές εξαγωγές είχαν διαμορφωθεί στα 12,205 δισ. ευρώ (7,515 δισ. ευρώ από τα αγαθά και 4,69 δισ. ευρώ από τις υπηρεσίες), ενώ οι εισαγωγές είχαν εκτοξευτεί στα 16,742 δισ. ευρώ, με τα 12,687 δισ. ευρώ από τα αγαθά και τα 4,055 δισ. ευρώ από τις υπηρεσίες. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του φετινού γ' τριμήνου είναι βελτιωμένο πάνω από 2 δισ. ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό, κάτι που θα φανεί έντονα στο ΑΕΠ.

Καμπανάκια αβεβαιότητας από το ΓΠΚΒ

«Η υλοποίηση των προβλεπόμενων δημοσιονομικών μεγεθών εμπεριέχει σημαντικές αβεβαιότητες, που προέρχονται από την ανησυχητική εξέλιξη της πανδημίας, τον βαθμό ικανότητας των φορολογουμένων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, αλλά και την πιθανότητα μεταστροφής της νομισματικής πολιτικής εξαιτίας των πληθωριστικών πιέσεων».
Αυτό επισημαίνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), γνωμοδοτώντας για το περιεχόμενο της εισηγητικής έκθεσης του κρατικού προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή την Παρασκευή. Το Γραφείο Προϋπολογισμού σχολιάζει ότι η χώρα μας παραμένει στις χειρότερες ευρωπαϊκές θέσεις όσον αφορά τις υγειονομικές επιπτώσεις και την πορεία των εμβολιασμών.

Από την άλλη, χαρακτηρίζει ως θετική την πλήρη παρουσίαση των δημοσίων δαπανών σε όρους προγραμμάτων και λειτουργικής ταξινόμησης, αναφέροντας ότι αποτελεί ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο για την κατανομή των δημοσίων πόρων μεταξύ εναλλακτικών χρήσεων, προσφέροντας τεκμηρίωση που μπορεί να συνεισφέρει στην αναβάθμιση της κοινοβουλευτικής συζήτησης για τον προϋπολογισμό.

Θετική χαρακτηρίζεται και η ολοκλήρωση της παρουσίασης των επιδόσεων του προϋπολογισμού για όλους τους φορείς της κεντρικής διοίκησης, καθώς «θα βοηθήσει ώστε τα επόμενα έτη να διαμορφωθούν νέοι κανόνες ψήφισης, εκτέλεσης, παρακολούθησης, διαχείρισης και ελέγχου του προϋπολογισμού ώστε να παρακολουθούνται και να αξιολογούνται με βάση τις επιδόσεις τους οι δράσεις και τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται από τους δημόσιους πόρους».


Του Θάνου Τσίρου
thtsiros@naftemporiki.gr

https://m.naftemporiki.gr/story/1803451/giati-etrekse-i-anaptuksi-sto-g-trimino


23/11/2021


  ΣΧΕΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 


 


1.
Ο ιός «εκτίναξε» τα προβλήματα ρευστότητας
 των μικρομεσαίων.
 
Αγορά δύο ταχυτήτων και κίνδυνο λουκέτων
 δείχνει η έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.
 
Πρωτόγνωρο «δυϊσμό» στις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με κίνδυνο εκτεταμένων λουκέτων, έφερε το κλείσιμο των επιχειρήσεων το 2020 με κρατική εντολή και όσων δεν έκλεισαν καθόλου επειδή οι συναλλαγές τους δεν προϋπέθεταν κοινωνική επαφή ή εγγύτητα. Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων, από την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ με θέμα «Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις» που πραγματοποιήθηκε φέτος για τρίτη χρονιά και παρουσιάσθηκε παρουσία των υπουργών Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα και Ανάπτυξης & Επενδύσεων Αδώνιδος Γεωργιάδη.

Και οι δύο υπουργοί μιλώντας στην εκδήλωση αναγνώρισαν το πρόβλημα και έκαναν λόγο για ρεαλιστική λύση στα προβλήματα των επιχειρήσεων.

Τα «μηνύματα»

«Χρειάζονται και one-off μέτρα», είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών, αναφερόμενος στο πακέτο 620 εκατ. ευρώ για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Ως προϋπόθεση για τον διάλογο με τους επαγγελματίες της εστίασης έθεσε από την πλευρά του ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων την κατάθεση λογικών αιτημάτων, υπενθυμίζοντας με έμφαση ότι με το πρωτοφανούς ύψους πακέτο μέτρων 2,326 δισ. ευρώ χρηματοδοτήθηκαν 87.000 επιχειρήσεις.

Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας επανέλαβε ότι υπάρχει ρεαλισμός στις εκτιμήσεις της κυβέρνησης για το πώς θα πορευτεί η χώρα τα επόμενα χρόνια -ήτοι καλύτερα από τον ευρωπαϊκό μ.ό.- καθώς είναι πιο συντηρητικές από τις εκτιμήσεις της Ε.Ε. και των διεθνών οίκων.

Ανέφερε ενδεικτικά το υψηλό ποσοστό επενδύσεων και εξαγωγών και προέβλεψε συνεχή αποκλιμάκωση της ανεργίας, αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και συρρίκνωση της φτώχειας. «Προδιαγράφεται είσοδος της χώρας σε ενάρετο κύκλο υψηλής και διατηρήσιμης ανάπτυξης» πρόσθεσε, παρά τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους. Σχετικά με τη ρευστότητα, αναφέρθηκε ειδικότερα στην ανάγκη να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για αύξηση περιμέτρου των bankable επιχειρήσεων.

Από την πλευρά του ο ΥΠΑΝ Άδωνις Γεωργιάδης μίλησε για τους συνεχείς ελέγχους της Επιτροπής Ανταγωνισμού και για τον πληθωρισμό, αναφέροντας ενδεικτικά ότι ο δείκτης τιμών τροφίμων στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 0,1% σε μηνιαία βάση από 1,3% στην Ισπανία, 0,7% στη Γαλλία, 0,7% στην Ιταλία και -0,1% στη Γερμανία.

Για «τέλεια καταιγίδα» μίλησαν στελέχη της αντιπολίτευσης, ενώ ο πρόεδρος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς αναφέρθηκε στις πρωτοφανείς δυσχέρειες που επηρέασαν τις επιχειρήσεις τους τελευταίους 20 μήνες.

Σύμφωνα με την Έκθεση ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2021 «Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις», η ελληνική οικονομία έπειτα από μία σύντομη πορεία ισχνής ανάκαμψης ξαναμπήκε σε έντονη ύφεση το 2020, η οποία ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην Ε.Ε. μετά της Ισπανίας, με τις καταναλωτικές δαπάνες να αναδεικνύονται ως η συνιστώσα του ΑΕΠ που επλήγη περισσότερο, σημειώνοντας μείωση κατά 6,37%. Οι καθαρές επενδύσεις αναδείχθηκαν ο μεγάλος ασθενής κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, καθώς συνέχισαν για δέκατο συνεχόμενο χρόνο να κυμαίνονται σε αρνητικό πρόσημο. Η επανέναρξη της κατασκευαστικής δραστηριότητας την τελευταία τριετία συγκρατεί την οικονομία από ακόμα μεγαλύτερη αποεπένδυση.

Επίσης, η ανεργία το 2020 ανήλθε στο 16,3%, το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών, έπειτα από μία σύντομη πορεία ισοσκελισμού, σημείωσε σημαντική επιδείνωση λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό και η αύξηση των ρευστών καταθέσεων συνεχίστηκε εντονότερα μέσα στο 2020.

Ο γενικός κανόνας θέλει το 2021 να είναι καλύτερο από το 2020, αλλά χειρότερο από το 2019, αν και υπάρχουν δύο εξαιρέσεις: κλάδοι που τα πήγαν καλύτερα και από το 2019 και από το 2020, όπως το εμπόριο, και κλάδοι που τα πήγαν χειρότερα και από το 2019 και από το 2020, όπως η ακίνητη περιουσία και η διασκέδαση.

Στους μεγάλους χαμένους του πρώτου κύματος αναγκαστικού κλεισίματος είναι ο κλάδος καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, τα καταλύματα και η εστίαση. Στους κερδισμένους, σύμφωνα με ΓΣΕΒΕΕ, καταστήματα ειδών διατροφής, κατασκευές και βιομηχανία.

Σχετικά με την έναρξη δραστηριοτήτων νέων επιχειρήσεων, οι 3 στις 4 είναι ατομικές επιχειρήσεις, που σημαίνει μικροί τζίροι ή οιονεί μισθωτή εργασία.

Η πλειονότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων κατέγραψε σοβαρή μείωση του κύκλου εργασιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Συγκεκριμένα:

* α’ εξάμηνο 2020: 8 στις 10 επιχειρήσεις (80,6%), με μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών να διαμορφώνεται στο 46,4%

* β’ εξάμηνο 2020: 7 στις 10 επιχειρήσεις (70,7%), με μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών 47,8%

* α’ εξάμηνο 2021: πάνω από 1 στις 2 επιχειρήσεις (55%), με μεσοσταθμική μείωση κύκλου εργασιών 41,4%

Το 2020 σε σύγκριση με το 2019 συντελέστηκε πλήρης ανατροπή στην κερδοφορία των επιχειρήσεων. Σχεδόν διπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν ζημιές (47,8% το 2020, έναντι 27,6% το 2019).

Υποδιπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν κέρδη (27,3% το 2020 από 55,2% το 2019).

Υπερχρέωση

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν σημαντικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Τα ποσοστά των επιχειρήσεων με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ήταν: 14,8% τον Ιούνιο του 2020, 24,7% τον Φεβρουάριο του 2021 και 21,4% τον Ιούλιο του 2021. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές και παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων.

Τα μέτρα στήριξης απέτρεψαν τα μαζικά λουκέτα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Όμως, καθώς η οικονομία επιστρέφει σε σχετικά ομαλές συνθήκες και τα μέτρα προστασίας αποσύρονται, ο κίνδυνος εκδήλωσης εκτεταμένων λουκέτων παραμένει, ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις που η κατάστασή τους επιδεινώθηκε.

Του Φάνη Ζώη
f.zois@naftemporiki.gr

23/11/2021


2.
ΓΣΕΒΕΕ: Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις- Πρωτόγνωρος δυϊσμός στην οικονομία.

Μεταξύ των αλλαγών που σημειώθηκαν σε κλαδικό επίπεδο στην ελληνική οικονομία, στη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας, ιδιαίτερης σημασίας είναι η διχοτόμηση που επήλθε μεταξύ εκείνων των επιχειρήσεων που έκλεισαν με κρατική εντολή, αρχής γενομένης τον Μάρτιο του 2020, και όσων δεν έκλεισαν καθόλου, επειδή οι συναλλαγές τους δεν προϋπέθεταν κοινωνική επαφή ή έστω εγγύτητα, π.χ. γεωργία, μεταποίηση, κατασκευές, κ.ά.

Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων από την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ με θέμα " Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις" που πραγματοποιήθηκε εφέτος για τρίτη χρονιά και παρουσιάζεται, αυτή την ώρα, σε υβριδική μορφή στο αμφιθέατρο της συνομοσπονδίας.

Πρωτόγνωρος δυϊσμός στην ελληνική οικονομία


Όπως σημειώνεται, το κλείσιμο επιχειρήσεων με κρατική εντολή για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 2020 και για δεύτερη φορά τον Νοέμβριο του 2020, σε πανελλαδική κλίμακα, δημιούργησε ένα πρωτόγνωρο δυϊσμό στην ελληνική οικονομία. Μέχρι το 2019 υπήρχε η γνωστή σχέση αντιπαλότητας και συνεργασίας μεταξύ μικρομεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων, μεταξύ εξαγωγικών ή καινοτομικών και μη, μεταξύ επιχειρήσεων του πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα, μεταξύ αυτών που απασχολούν προσωπικό κι όσων δεν απασχολούν, κ.ο.κ.

Από τον Μάρτιο του 2020 προστέθηκε μία ακόμη διάσταση, που διαίρεσε τις ελληνικές επιχειρήσεις: η κοινωνική επαφή. Κλάδοι που στηρίζονται στην προσωπική επαφή για την ολοκλήρωση της ανταλλαγής τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας σε μια αναγκαία κατά τ' άλλα προσπάθεια ανακοπής της μετάδοσης του κορωνοϊού.

Με βάση επίσημα στοιχεία, σε ένα σύνολο 1.419.855 επιχειρήσεων (ή πιο κοντά στην πραγματικότητα, 870.494 επιχειρήσεων, όσες είναι δηλαδή οι επιχειρήσεις, αν εξαιρέσουμε εκείνες του πρωτογενούς τομέα), 210.217 επιχειρήσεις ή 14,8% του συνόλου τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας τον Μάρτιο του 2020. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας 188.985 επιχειρήσεις ή 13,3% του συνόλου (ΕΛΣΤΑΤ, 2021α).

Αλλά ακόμη και μεταξύ των τομέων και των επιχειρήσεων που επιβλήθηκε αναγκαστικό κλείσιμο, τα βάρη δεν κατανεμήθηκαν ομοιόμορφα. Σε 188.985 επιχειρήσεις που έκλεισαν τον Νοέμβριο του 2020, ο τομέας με την υψηλότερη συμμετοχή αποδείχθηκε το χονδρικό και λιανικό εμπόριο.

Εξετάζοντας τη δημογραφία των επιχειρήσεων, οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων (ενάρξεις λειτουργίας) για το σύνολο της οικονομίας το 2ο τρίμηνο του 2021 ανήλθαν σε 26.370, παρουσιάζοντας αύξηση 71% σε σχέση με το 2ο τρίμηνο του 2020.

Τι συμβαίνει στον τομέα της απασχόλησης

Όσον αφορά στην απασχόληση, φαίνεται ότι τα σχετικά μέτρα στήριξης εκπλήρωσαν το σκοπό τους, δηλαδή τη συγκράτησή της, αλλά η κινητικότητα και η ευελιξία που χαρακτηρίζουν τα τελευταία χρόνια την αγορά εργασίας επανέρχονται στα προ πανδημίας επίπεδα, καθώς η οικονομία επιστρέφει σε πιο ομαλές συνθήκες λειτουργίας.

Ωστόσο, η πανδημική κρίση φαίνεται πως προκάλεσε μια δομική αλλαγή στην αγορά εργασίας με την καθιέρωση της τηλεργασίας σε ένα σημαντικό ποσοστό μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Όσον αφορά στις αντιλήψεις σε σχέση με την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, φαίνεται να επικρατεί μία αισιοδοξία σε 7 στους 10 ερωτώμενους, αλλά τα στοιχεία δείχνουν ότι, η πανδημική κρίση δεν φαίνεται να επιτάχυνε τον ψηφιακό μετασχηματισμό των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων καθώς διαπιστώνεται μια έντονη ψηφιακή υστέρηση για τις μισές σχεδόν μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες δεν έχουν ενσωματώσει στη δραστηριότητά τους καμία μορφή ψηφιακών συστημάτων.

Σχετικά με τα χρηματοοικονομικά στοιχεία, η πανδημική κρίση βρήκε ένα σημαντικό μέρος των ΜμΕ ήδη υπερχρεωμένο. Τα μέτρα που ελήφθησαν συνέβαλαν στη συγκράτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στα προ πανδημίας επίπεδα. Ωστόσο, φαίνεται ότι από τα μέτρα δεν ωφελήθηκαν οι υπερχρεωμένες ΜμΕ, ενώ παρατηρήθηκε και μια αύξηση του αριθμού αυτών.

Οι οφειλές των ΜμΕ παραμένουν ένα σημαντικό πρόβλημα


Συνεπώς, οι οφειλές των ΜμΕ παραμένουν ένα σημαντικό πρόβλημα για τη βιωσιμότητά τους, καθώς οι προσπάθειες διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους που είχαν υλοποιηθεί πριν την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης δεν είχαν οδηγήσει σε ικανοποιητικά αποτελέσματα.

«Όσο το πρόβλημα αυτό παραμένει, χωρίς να λαμβάνονται μέτρα και πολιτικές που να οδηγούν σε μόνιμη και δίκαιη επίλυση της υπερχρέωσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, θα αποτελεί ένα διαρκές εμπόδιο για την ανάκαμψη των ΜμΕ και της ελληνικής οικονομίας συνολικά» όπως υπογραμμίζεται.

Γενικότερα, όπως αναφέρεται, δεν φαίνεται να έχει συντελεστεί κάποιου είδους μεταβολή που να υποδηλώνει σημαντική κλαδική αναδιάρθρωση της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Τόσο οι μεταβολές που παρατηρούνται στη νομική μορφή των νέων επιχειρήσεων, όσο και στους κλάδους δραστηριοποίησης οδηγούν στην εκτίμηση ότι οι επιχειρήσεις που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχαν στην πλειονότητά τους δρομολογηθεί πριν από την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης. Είναι μάλιστα πιθανότερο η εκδήλωση της πανδημίας να καθυστέρησε τον αρχικό σχεδιασμό ως προς το χρόνο σύστασής τους.

Ένα στοιχείο προς αξιοποίηση είναι πως για την πλειοψηφία των επιχειρήσεων ο κύκλος εργασιών του 1ου εξαμήνου του 2021 ξεπέρασε εκείνον του 2020, αλλά υπολειπόταν του κύκλου εργασιών του 2019. Όχι όμως για όλες τις επιχειρήσεις.

 Γ. Καββαθάς: Πρωτοφανείς δυσχέρειες για την παγκόσμια οικονομία και τη διεθνή κοινότητα


Όπως δήλωσε ο πρόεδρος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς «οι τελευταίοι 20 μήνες αποτέλεσαν μια περίοδο πρωτοφανών δυσχερειών για την παγκόσμια οικονομία και τη διεθνή κοινότητα. Είναι πλέον ευκρινές ότι η πανδημία είχε δραματικές επιπτώσεις σε υγειονομικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, επηρεάζοντας αρνητικά την κοινωνικο-οικονομική δραστηριότητα διεθνώς, σε όρους δημόσιας υγείας, διαθέσιμου εισοδήματος, θέσεων εργασίας, επενδυτικής δραστηριότητας, επιχειρηματικής λειτουργίας και βιωσιμότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, οι μικρές επιχειρήσεις κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις και αιφνίδιους περιορισμούς, λειτουργώντας σε ένα ιδιότυπο «καθεστώς απαγόρευσης λειτουργίας» (lockdown) καθώς και σε ένα περιβάλλον ραγδαίου περιορισμού της ζήτησης, σε συνδυασμό με μια συνθήκη διαταραχής των διεθνών εφοδιαστικών αλυσίδων. Παράλληλα, η πανδημία έχει επιφέρει, καθ' όλη τη διάρκειά της, ισχυρό πλήγμα σε μια σειρά από κλάδους και τομείς από την εστίαση και τον τουρισμό έως το εμπόριο, τις υπηρεσίες και τη μεταποίηση.

Ιδιαίτερα οι μικρές επιχειρήσεις καλούνται εν μέσω της πανδημίας να αντιμετωπίσουν ένα πολυεπίπεδο σύνολο εμποδίων εντός ενός παρατεταμένου υγειονομικού προβλήματος και μιας οικονομικής διαταραχής με βαθύ και επεκτεινόμενο χρονικό ορίζοντα. Υπό το πρίσμα αυτό, η Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το 2021 επιχειρεί να αναδείξει τις σημαντικότερες τάσεις σε επίπεδο οικονομικού περιβάλλοντος, τις επιπτώσεις της πανδημίας σε όρους οικονομίας και μικρών επιχειρήσεων καθώς και τις δομικές αλλαγές που προκάλεσε η υγειονομικο-οικονομική κρίση στην ελληνική οικονομία».

Ο αντίκτυπος της πανδημίας στις επιχειρήσεις (Βασικά σημεία της 'Έκθεσης ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2021)

- Η ελληνική οικονομία μετά από μία σύντομη πορεία ισχνής ανάκαμψης ξαναμπήκε σε έντονη ύφεση το 2020 η οποία ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη στην ΕΕ μετά της Ισπανίας.

 - Η ύφεση κορυφώθηκε στο 2 ο τρίμηνο του 2020 μετά το κλείσιμο της εστίασης και του λιανεμπορίου και συνεχίστηκε σε υψηλά επίπεδα λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό.

- Οι καταναλωτικές δαπάνες ήταν η συνιστώσα του ΑΕΠ που επλήγη περισσότερο σημειώνοντας μείωση κατά 6,37%

- Οι καθαρές επενδύσεις που αναδείχθηκαν ως ο μεγάλος ασθενής κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης συνέχισαν για δέκατο συνεχόμενο χρόνο να κυμαίνονται σε αρνητικό πρόσημο. Η επανέναρξη της κατασκευαστικής δραστηριότητας την τελευταία τριετία συγκρατεί την οικονομία από ακόμα μεγαλύτερη αποεπένδυση.

 - Η ανεργία το 2020 στην Ελλάδα ανήλθε στο 16,3% συνεχίζοντας την πορεία αποκλιμάκωσης της, εν τούτοις, η Ελλάδα σήμερα είναι η χώρα με την υψηλότερη ανεργία στην ΕΕ. Καταλυτικό ρόλο για τη συγκράτηση της ανεργίας φαίνεται έπαιξε η σύνδεση των μέτρων στήριξης με τη διατήρηση των θέσεων εργασίας.

- Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών, μετά από μία σύντομη πορεία ισοσκελισμού σημείωσε σημαντική επιδείνωση λόγω της απώλειας εθνικού εισοδήματος από τον τουρισμό.

 - Η αύξηση των ρευστών καταθέσεων συνεχίστηκε εντονότερα μέσα στο 2020. Εντούτοις παρατηρείται μία συστηματική μείωση των μακροπρόθεσμων καταθέσεων, κυρίως ως αποτέλεσμα των μηδενικών επιτοκίων που προωθεί η ΕΚΤ τα τελευταία χρόνια.

- Η αύξηση της χρηματοδότησης το 2020 οφείλεται καθαρά στο γεγονός ότι τα μέτρα στήριξης πέρασαν μέσα από το τραπεζικό σύστημα. Η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων εξακολουθεί να είναι κορυφαίο πρόβλημα ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις καθώς η πιστωτική επέκταση των τελευταίων ετών παραμένει αρνητική

 - Τον αποπληθωρισμό της τάξης του -1,2% που σημειώθηκε το 2020 διαδέχθηκε έντονος πληθωρισμός από το 2 ο τρίμηνο του 2021. Ο πληθωρισμός αυτός δημιουργείται τόσο από τη διακοπή των εφοδιαστικών αλυσίδων κατά τη διάρκεια της πανδημίας όσο και από την αύξηση των διεθνών τιμών ενέργειας.

 - Το 2020 υπήρξε δημοσιονομικός εκτροχιασμός με το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης να φτάνει στο 9,73%. Η αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και η μείωση του ΑΕΠ οδήγησε στην εκτόξευση του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης στο 205,6% το 2020.

 - Τα μέτρα αναγκαστικού κλεισίματος επιχειρήσεων δημιούργησαν ένα νέο διαχωρισμό στις ελληνικές επιχειρήσεις μεταξύ όσων προϋποθέτουν ανθρώπινη επαφή κι όσων δεν προϋποθέτουν.

- Συγκρίνοντας το 2019 με το 2021, στη βάση όσων στοιχείων υπάρχουν διαθέσιμα μέχρι τώρα για το 2021, ο κανόνας θέλει το 2021 να είναι καλύτερο από το 2020 αλλά χειρότερο από το 2019.

- Υπάρχουν ωστόσο δύο εξαιρέσεις. Πρώτον, κλάδοι που τα πήγαν καλύτερα και από το 2019 και από το 2020, όπως το εμπόριο και δεύτερο, κλάδοι που τα πήγαν χειρότερα και από το 2019 και από το 2020, όπως η ακίνητη περιουσία και η διασκέδαση.

Η εικόνα των ΜμΕ

- Στους μεγάλους χαμένους του 1ου κύματος αναγκαστικού κλεισίματος ο κλάδος καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων, τα καταλύματα και η εστίαση. Στους κερδισμένους: καταστήματα ειδών διατροφής, κατασκευές και βιομηχανία.

- Σχετικά με την έναρξη δραστηριοτήτων νέων επιχειρήσεων, οι 3 στις 4 είναι ατομικές επιχειρήσεις, που σημαίνει μικροί τζίροι ή οιονεί μισθωτή εργασία.

 - Η πλειονότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων κατέγραψε σοβαρή μείωση του κύκλου εργασιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας

Συγκεκριμένα:

α' εξάμηνο 2020 : 8 στις 10 επιχειρήσεις (80,6%) , με μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών να διαμορφώνεται στο 46,4%

β΄εξάμηνο2020 : 7 στις 10 επιχειρήσεις (70,7%) , με μεσοσταθμική μείωση του κύκλου εργασιών 47,8% α΄εξάμηνο 2021 : πάνω από 1 στις 2 επιχειρήσεις (55%), με μεσοσταθμική μείωση κύκλου εργασιών 41,4%

 - Το 2020 σε σύγκριση με το 2019 συντελέστηκε πλήρης ανατροπή στη κερδοφορία των επιχειρήσεων.

Σχεδόν διπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν ζημιές (47,8% το 2020 έναντι 27,6% το 2019).

Υποδιπλασιάστηκαν οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν κέρδη (27,3% το 2020 από 55,2% το 2019).

- Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν σημαντικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με σοβαρά προβλήματα ρευστότητας. Τα ποσοστά των επιχειρήσεων με μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ήταν: 14,8% τον Ιούνιο του 2020, 24,7% τον Φεβρουάριο του 2021 και 21,4% τον Ιούλιο του 2021

- Τα μέτρα που ελήφθησαν για τη στήριξη των επιχειρήσεων μετρίασαν τον αρνητικό αντίκτυπο της πανδημίας, ωστόσο δεν ήταν αρκετά για να αποκαταστήσουν τη ρευστότητα του συνόλου των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

- Κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές.

- Όπου εφαρμόστηκαν στοχευμένα μέτρα στήριξης οι οφειλές συγκρατήθηκαν.

- Παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων.

- Τα μέτρα στήριξης απέτρεψαν τα μαζικά λουκέτα κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

- Όμως, καθώς η οικονομία επιστρέφει σε σχετικά ομαλές συνθήκες και τα μέτρα προστασίας αποσύρονται ο κίνδυνος εκδήλωσης εκτεταμένων λουκέτων παραμένει, ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις που η κατάσταση τους επιδεινώθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

https://m.naftemporiki.gr/story/1803207/gsebee-o-antiktupos-tis-pandimias-stis-epixeiriseis-protognoros-duismos-stin-oikonomi
a

22/11/2021


Σκίτσο Β. Παπαβασιλείου


3.
Χάθηκαν 70.000 θέσεις εργασίας τον Οκτώβριο.

 Απώλεια  70.000  θέσεων  εργασίας  θα  δείξουν  τα  στοιχεία του   συστήματος   «Εργάνη»   τον   Οκτώβριο  σύμφωνα   με  πληροφορίες της  «Κ»,  με   τις   300.000  απολύσεις   να  υπερισχύουν   των   περίπου   230.000   προσλήψεων.
 
Στη δύσκολη κανονικότητα των χαμηλών προσλήψεων και της επικράτησης των απολύσεων εισέρχεται σιγά σιγά η ελληνική αγορά εργασίας, παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία της Στατιστικής Αρχής που δημοσιοποιήθηκαν χθες, και αφορούν τον περασμένο Σεπτέμβριο, δείχνουν ότι το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο 13%. Τον Οκτώβριο, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη», που αναμένεται να δημοσιοποιηθούν αυτές τις ημέρες, θα δείξουν ότι χάθηκαν συνολικά περίπου 70.000 θέσεις εργασίας, με τις 300.000 απολύσεις να υπερισχύουν των περίπου 230.000 προσλήψεων. Εξέλιξη αναμενόμενη όχι μόνο γιατί διαχρονικά ο Οκτώβριος είναι ο μήνας που υπερισχύουν οι απολύσεις λόγω της λήξης της τουριστικής περιόδου (τον Οκτώβριο του 2020 χάθηκαν 33.356 θέσεις εργασίας, ενώ τον ίδιο μήνα του 2019, ήτοι προ κορωνοϊού, χάθηκαν 120.000 θέσεις εργασίας), αλλά και γιατί σταδιακά η αγορά εργασίας αποσωληνώνεται.

Οι πρόνοιες που αφορούσαν κατά κύριο λόγο την απαγόρευση των απολύσεων για όποιες επιχειρήσεις έκαναν μέσα στο καλοκαίρι χρήση των μέτρων προστασίας της απασχόλησης, που έλαβε η κυβέρνηση λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, σταδιακά διακόπτονται και οι επιχειρήσεις βγαίνουν εκτός της προστατευτικής φούσκας που είχε δημιουργηθεί. Οι αναστολές συμβάσεων είναι πια δραματικά περιορισμένες, ενώ σταδιακά βγαίνουν εκτός προστασίας και οι επιχειρήσεις που συμμετείχαν στα προγράμματα επιστρεπτέας προκαταβολής. Και μάλιστα σε μια περίοδο ιδιαίτερα δύσκολη, όπου η πορεία της πανδημίας δημιουργεί την ανάγκη λήψης νέων περιοριστικών μέτρων έστω για τους ανεμβολίαστους, που όμως έχουν άμεση συνέπεια στη λειτουργία της οικονομίας. Πλέον τα βλέμματα είναι στραμμένα στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, που θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμο. 
 

Kαλός ο Σεπτέμβριος


Ο Σεπτέμβριος πάντως, τόσο σύμφωνα με τα στοιχεία του «Εργάνη» (δημιουργήθηκαν περίπου 20.000 νέες θέσεις εργασίας) όσο και βάσει της ΕΛΣΤΑΤ, αποδείχθηκε ανθεκτικός στις πιέσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τη Στατιστική Αρχή η ανεργία έπεσε στο 13%, από 13,9% τον Αύγουστο, αλλά και από 16,5% που είχε υπολογιστεί πριν από ένα έτος. Ακριβέστερα, οι άνεργοι περιορίστηκαν στα 609.501 άτομα, μειωμένοι κατά 169.335 ή κατά 21,7%, σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2020 και κατά 45.571 άτομα ή κατά 7% σε σχέση με τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους.
  •  Οι επιχειρήσεις  βγαίνουν  σταδιακά  εκτός  της προστατευτικής φούσκας που είχε δημιουργηθεί.
Αντίστροφη ήταν η πορεία των απασχολουμένων, που τον φετινό Σεπτέμβριο έφτασαν τα 4.081.787 άτομα, σημειώνοντας αύξηση κατά 140.839 ή κατά 3,6% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ αυξήθηκαν κατά 8.177 ή 0,2% σε σχέση με πριν από ένα μήνα.

Οσο γι’ αυτούς που δεν εργάζονται, αλλά ούτε και αναζητούν εργασία, υπολογίστηκαν σε 3.164.361 τον περασμένο Σεπτέμβριο, μειωμένοι κατά 4.147 άτομα ή 0,1% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2020, αυξημένοι όμως κατά 34.792 άτομα ή κατά 1,1% συγκριτικά με τον Αύγουστο του 2021.

Στην καλή εικόνα του Σεπτεμβρίου, πάντως, πρέπει να συμπεριληφθεί και το γεγονός ότι, για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, το ποσοστό ανεργίας στους άνδρες έπεσε κάτω από 10%, στο 9,8%, αρκετά χαμηλότερο από το ποσοστό στις γυναίκες, που παραμένουν «πρωταθλήτριες» ανεργίας με 16,9%.

Επίσης θετικό θεωρείται το  γεγονός ότι η ανεργία των νέων ηλικίας 15-24 ετών υποχώρησε στο 28% τον φετινό Σεπτέμβριο, από 29,5% που ήταν ένα χρόνο νωρίτερα. Στις υπόλοιπες ηλικίες (25-74 ετών) η ανεργία υπολογίστηκε στο 12,2%, αισθητά μειωμένη σε σχέση με το 15,7% του Σεπτεμβρίου του 2020.

Ρούλα Σαλούρου

https://www.kathimerini.gr/economy/561591463/chathikan-70-000-theseis-ergasias-ton-oktovrio
/


 18/11/2021