Γιατί η Ινδία στηρίζει τόσο πολύ τη Ρωσία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
(1) Aνεπανόρθωτες απώλειες για την Κίνα
 από τον πόλεμο στην Ουκρανία; (2) Η ουκρανική κρίση "ανατινάζει" τις σχέσεις Ρωσίας-Ιαπωνίας . Πρόσθετες κυρώσεις από Ιαπωνία σε βάρος της Ρωσίας.(3) Θεαματικές κινήσεις των ΗΑΕ στη σκιά της ουκρανικής κρίσης.



Γιατί η Ινδία στηρίζει τόσο πολύ τη Ρωσία.


 Eνώ σύσσωμη η Δύση έχει στρέψει τα πυρά της –μέσω κυρίως αυστηρών κυρώσεων- στην Ρωσία ως αντίποινα για την εισβολή της στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο απολαμβάνει της στήριξης μιας ανερχόμενης υπερδύναμης, της Ινδίας. Η προσέγγιση της Ινδίας στο Ουκρανικό, όμως δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη.

Ο Ινδός αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Αναπτυξιακών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Roskilde της Δανίας Somdeep Sen, εξηγεί τους λόγους της ρωσοϊνδικής συμμαχίας, η οποία μετράει πολλές δεκαετίες σφυρηλάτησης.

Με ανάλυσή του στο Al Jazeera, o ακαδημαϊκός καταδεικνύει πως μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας το 1947, οι σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Νέου Δελχί διαμορφώθηκαν από έναν «υψηλό βαθμό πολιτικής και στρατηγικής εμπιστοσύνης». Έκτοτε, Ρωσία και Ινδία έπαιρναν συνήθως παρόμοιες θέσεις στη διεθνή σκηνή και στον ΟΗΕ, υποστηρίζοντας η μία την άλλη σε επίμαχα διεθνή ζητήματα.

Εξαρχής, η Μόσχα είδε τη συμμαχία της με την Ινδία ως απαραίτητη για την αντιστάθμιση της αμερικανικής και της κινεζικής κυριαρχίας στην Ασία. Από την άλλη, η Ινδία μπορούσε να ασκεί επιρροή στη διεθνή σκηνή καθώς απολάμβανε της υποστήριξης μιας υπερδύναμης όπως ήταν η ΕΣΣΔ.

Μπορεί το Νέο Δελχί να μην κεφαλαιοποιούσε γεωπολιτικά τη αίγλη που του προσέφερε το καθεστώς μόνιμου μέλους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ωστόσο, εξασφάλισε διεθνή επιρροή μέσω της στρατηγικής εταιρικής σχέσης που συνήψε με την ΕΣΣΔ αμέσως μετά την ανεξαρτησία του. Έτσι, η Ινδία έκανε ό,τι μπορεί για να δείξει την υποστήριξή της στη Μόσχα στη διεθνή αρένα. Το 1956, για παράδειγμα, η Ινδία απέφυγε να καταδικάσει δημόσια τη βίαιη καταστολή της ουγγρικής επανάστασης από τη Σοβιετική Ένωση, αν και ο τότε πρωθυπουργός της Ινδίας Jawaharlal Nehru ήταν επικριτικός για τις ενέργειες της Μόσχας κατ' ιδίαν.

Το 1968, όταν οι σοβιετικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία για να συντρίψουν την Άνοιξη της Πράγας, μπορεί η τότε πρωθυπουργός Indira Gandhi έδωσε μια αποδοκιμαστική ομιλία στην κάτω βουλή του ινδικού κοινοβουλίου, αλλά απέφυγε να ασκήσει κριτική στη Μόσχα. Η Ινδία απείχε από μεταγενέστερη ψηφοφορία επί ψηφίσματος που καταδικάζει την εισβολή.

Το 1961, αφότου η Ινδία χρησιμοποίησε τον στρατό της για να τερματίσει την πορτογαλική αποικιακή κυριαρχία στις περιοχές Γκόα, Νταμάν και Ντιού, για παράδειγμα, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Τουρκία κατέθεσαν ένα ψήφισμα που καταδίκασε την Ινδία και καλούσε την κυβέρνησή της να αποσύρει αμέσως τα στρατεύματά της. Όμως η Σοβιετική Ένωση αντιτάχθηκε στην πρόταση.

Δεκαετία 1980: Χτίζοντας το ινδικό ναυτικό

 με σοβιετικά χέρια

Το 1971, η Ινδία και η Σοβιετική Ένωση υπέγραψαν τη «Συνθήκη Ειρήνης, Φιλίας και Συνεργασίας» επισημοποιώντας τη συμμαχία της Ινδίας με την τότε υπερδύναμη και αναμφισβήτητα εξασφαλίζοντας την κυριαρχία της στη Νότια Ασία.

Όταν η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στο Αφγανιστάν το 1979 για να στηρίξει το νέο φιλοσοβιετικό καθεστώς, πολλοί στην Ινδία –συμπεριλαμβανομένου του πρωθυπουργού Charan Singh– αντιτάχθηκαν σθεναρά στην εισβολή. Ωστόσο, έχοντας ωφεληθεί από πολλά προηγούμενα σοβιετικά βέτο στον ΟΗΕ, η Ινδία για άλλη μια φορά απείχε από την ψηφοφορία στο ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που καταδικάζει τη Σοβιετική Ένωση. Ήταν η μόνη αδέσμευτη χώρα που το έκανε.

Φυσικά, η πιο διαρκής πτυχή των ινδορωσικών δεσμών ήταν η στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Η Σοβιετική Ένωση λέγεται ότι προμήθευσε την Ινδία κατά τη διάρκεια των ετών με αρκετό στρατιωτικό υλικό για να εξοπλίσει αρκετούς στόλους. Αυτό περιλαμβάνει «αεροπλανοφόρα, τανκς, όπλα, μαχητικά αεροσκάφη και πυραύλους». Ο ρόλος της ΕΣΣΔ ήταν επίσης καθοριστικός στη δημιουργία του ινδικού ναυτικού και, τη δεκαετία του 1980, μίσθωσε ακόμη και ένα πυρηνοκίνητο υποβρύχιο στην Ινδία.

Αυτή η κληρονομιά της σοβιετικής εποχής διατηρήθηκε μετά το 1991. Τα όπλα ρωσικής προέλευσης πιστεύεται ότι αντιπροσωπεύουν το 60 έως 85 % του υλικού των ινδικών ενόπλων δυνάμεων σήμερα. Σύμφωνα με το SIPRI, η Ρωσία ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος παγκόσμιος εξαγωγέας όπλων στην Ινδία μεταξύ 2016 και 2020. Ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας της, η Ινδία έλαβε το 23 % του ρωσικού υλικού. Μπορεί σε σύγκριση με το 2011-2015, οι εξαγωγές στην Ινδία να μειώθηκαν κατά 53%, ωστόσο, υπάρχουν αρκετές πρόσφατες συμφωνίες στα σκαριά. Αυτό περιλαμβάνει μια συμφωνία για την αγορά υπερσύγχρονων συστημάτων αεράμυνας, μια ρωσική πρόταση για την κατασκευή συμβατικών υποβρυχίων με κινητήρα AIP, καθώς και ένα σχέδιο μίσθωσης δύο ρωσικών πυρηνικών-βαλλιστικών υποβρυχίων.

Η Σοβιετική Ένωση ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ινδίας μέχρι την κατάρρευσή της. Οι σοβιετικές οικονομικές συνεισφορές και η τεχνική τεχνογνωσία ήταν απαραίτητες για την ίδρυση των εγχώριων βιομηχανιών της Ινδίας, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και της εξόρυξης. Η ΕΣΣΔ συνέβαλε επίσης στη διασφάλιση της ενεργειακής ασφάλειας της Ινδίας. Ο πρώτος Ινδός πολίτης που ταξίδεψε στο διάστημα, ο Rakesh Sharma, το είχε κάνει μέσω του προγράμματος Intekosmos της Σοβιετικής Ένωσης.

Πολιτισμικές ανταλλαγές

Στον πολιτισμό, οι ανταλλαγές βρέθηκαν επίσης στο επίκεντρο των διμερών σχέσεων Ρωσίας και Ινδίας από την αρχή. Ρώσοι ιστορικοί, φιλόσοφοι και καλλιτέχνες έχουν εκφράσει τον θαυμασμό και τον σεβασμό τους για επαναστατικές και λογοτεχνικές ινδικές προσωπικότητες. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ινδικές ταινίες μεταγλωττίστηκαν στα ρωσικά και ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς στους Μοσχοβίτες. Η ΕΣΣΔ έκανε επίσης πολλά για να διασφαλίσει ότι τα ρωσικά κλασικά κείμενα ήταν διαθέσιμα στην Ινδία, δημιουργώντας εκδοτικούς οίκους που επικεντρώνονταν αποκλειστικά στην ινδική αγορά.

Όπως ανέφερε η Deepa Bhasthi σε ένα πρόσφατο δοκίμιο, «Για μια γενιά που ενηλικιώθηκε στο κατώφλι εκείνης της πολύ περίεργης περιόδου στην Ινδία, όταν ο σοσιαλισμός τελείωσε και ο κόσμος αγκάλιαζε τον καπιταλισμό ολόψυχα, αυτά τα βιβλία παραμένουν ένα είδος συναισθηματικών σύνεργων. Ο κόσμος που απεικονιζόταν στα ρωσικά βιβλία ήταν εξωτικός… διαφορετικός στον καιρό, τα ονόματα, το φαγητό χρόνους, ονόματα, φαγητό και τις βιτρίνες. Αλλά τα οικονομικά προσιτά αυτά βιβλία έκανα τον κόσμο έτσι που οι αναγνώστες του ένιωθαν ότι μπορούσαν να αγγίξουν, να αισθανθούν και να γνωρίσουν καλά».

Υποστήριξη στη διένεξη Πακιστάν-Ινδία για το Κασμίρ

Στην ιστορική διένεξη Πακιστάν-Ινδίας για το Κασμίρ, η Μόσχα στάθηκε σταθερός υποστηρικτής του Νέου Δελχί, όπως καταγράφει ο Somdeep Sen. Το 1955, δηλώνοντας την υποστήριξη του στην Ινδία για το Κασμίρ, ο Σοβιετικός ηγέτης Νικήτα Χρουστσόφ είπε: «Είμαστε τόσο κοντά που αν μας καλέσετε ποτέ από τις κορυφές των βουνών, θα εμφανιστούμε στο πλευρό σας». Έκτοτε, η Μόσχα είναι ένα προπύργιο ενάντια στη διεθνή επέμβαση στο Κασμίρ.

 Η Σοβιετική Ένωση άσκησε βέτο στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ το 1957, το 1962 και το 1971 που απαιτούσαν διεθνή επέμβαση στο Κασμίρ, επιμένοντας ότι είναι ένα διμερές ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί μέσω διαπραγματεύσεων μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Αυτή η στάση της Μόσχας, εκτιμήθηκε από όλο το πολιτικό φάσμα στην Ινδία. Το 1978, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Atal Bihari Vajpayee, αν και ακροδεξιός, άφησε κατά μέρος τις ιδεολογικές του διαφορές με τη Σοβιετική Ένωση , και χαιρέτησε μια σοβιετική αντιπροσωπεία στην Ινδία λέγοντας, «η χώρα μας βρήκε τον μόνο αξιόπιστο φίλο στη Σοβιετική Ένωση μόνη της».

Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ρωσία εργάστηκε για να διατηρήσει την ειδική σχέση της με την Ινδία. Το 2000, ο Πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν και ο τότε Ινδός πρωθυπουργός Vajpayee υπέγραψαν μια «Δήλωση Στρατηγικής Συνεργασίας». Το 2010, σηματοδοτώντας μια δεκαετία αυτής της στρατηγικής εταιρικής σχέσης, και οι δύο χώρες υπέγραψαν την «Ειδική και Στρατηγική Συνεργασία».

Ως μέρος αυτής της ειδικής εταιρικής σχέσης, η Ρωσία επιβεβαίωσε τη στάση της υπέρ της Ινδίας στο Κασμίρ. Το 2019, όταν η Ινδία παραμέρισε το άρθρο 370 του Συντάγματός της που έδινε ειδικό καθεστώς στο Τζαμού και στο Κασμίρ, η κυβέρνηση Μόντι αντιμετώπισε σοβαρή κριτική στη διεθνή σκηνή, αλλά η Ρωσία έκρινε για άλλη μια φορά ότι αυτό ήταν «εσωτερικό ζήτημα» για την Ινδία.

Τον Ιανουάριο του 2020, μετά από μια πίεση υπό την ηγεσία της Κίνας για διεθνή επέμβαση στο Κασμίρ, ο Ντμίτρι Πολυάνσκι, ο πρώτος αναπληρωτής μόνιμος εκπρόσωπος της Ρωσίας στον ΟΗΕ, έγραψε στο Twitter: «Το ΣΑ του ΟΗΕ συζήτησε για το Κασμίρ σε κλειστές διαβουλεύσεις. Η Ρωσία υποστηρίζει σταθερά την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Ελπίζουμε ότι οι διαφορές μεταξύ τους θα διευθετηθούν μέσω διμερών προσπαθειών».

Την ίσια στιγμή, ενώ απεσταλμένοι πολλών χωρών ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να επισκεφθούν το Κασμίρ, ο Ρώσος πρέσβης στην Ινδία αρνήθηκε να το πράξει. «Δεν νιώθω ότι υπάρχει λόγος να ταξιδέψω. Αυτό είναι ένα εσωτερικό ζήτημα που ανήκει στο Σύνταγμα της Ινδίας… Αυτό δεν είναι ένα ζήτημα για τη Ρωσία. Όσοι πιστεύουν ότι αυτό είναι ένα ζήτημα, όσοι ανησυχούν για την κατάσταση στο Κασμίρ, όσοι αμφιβάλλουν για τις ινδικές πολιτικές στο Κασμίρ μπορούν να ταξιδέψουν και να το διαπιστώσουν μόνοι τους. Εμείς δεν το αμφισβητούμε ποτέ» είπε ο πρέσβης.

Ρεκόρ ψήφων στον ΟΗΕ υπέρ της Μόσχας

Όπως φάνηκε και παραπάνω, η σχέση μεταξύ Ρωσίας και Ινδίας, φαίνεται από τα πολλά βέτο στον ΟΗΕ και τις πολιτικές δηλώσεις αλληλοϋποστήριξης, από την εποχή της ΕΣΣΔ έως σήμερα. Διατηρώντας ένα ρεκόρ ψήφων υπέρ της Μόσχας τη δεκαετία του 2000, η Ινδία καταψήφισε ένα ψήφισμα της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ που καταδίκαζε τη «δυσανάλογη χρήση βίας» από τη Ρωσία στον δεύτερο πόλεμο της Τσετσενίας. Το 2008, μαζί με τη Βόρεια Κορέα, το Ιράν και τη Μιανμάρ, καταψήφισε επίσης ένα ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που δήλωνε το «δικαίωμα επιστροφής» των εκτοπισθέντων από την εισβολή της Ρωσίας στην Αμπχαζία.

Η Ινδία απείχε επίσης από την ψηφοφορία στα ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το 2013 και το 2016 που επικρίνουν το καθεστώς Άσαντ που υποστηρίζεται από τη Ρωσία. Όπως αναμενόταν, το 2014 η Ινδία απείχε από το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ που καταδίκαζε τη ρωσική εισβολή στην Κριμαία και, το 2020, καταψήφισε ένα ψήφισμα του ΟΗΕ υπό την αιγίδα της Ουκρανίας που καταδικάζει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κριμαία.

Ποια τα συμφέροντα της Ινδίας σήμερα με τη Μόσχα

Υπό το πρίσμα αυτής της μακράς ιστορίας ισχυρών διπλωματικών, στρατιωτικών, πολιτιστικών και οικονομικών δεσμών, λέει ο Somdeep Sen, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η ινδική κυβέρνηση και το ευρύτερο κοινό επέλεξαν να σταθούν στο πλευρό της Ρωσίας καθώς αντιμετώπιζε την καταδίκη της διεθνούς κοινότητας.

Η Ινδία θέλει να διατηρήσει μια θετική σχέση με τη Ρωσία, επειδή χρειάζεται τη στήριξη της Μόσχας για την επίλυση των εδαφικών της συγκρούσεων με τους γείτονές της, ιδιαίτερα την Κίνα. Θέλει επίσης να συνεχίσει να απολαμβάνει οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη από τη Ρωσία. Επιπλέον, καθώς η Ρωσία υποστήριξε επανειλημμένα την Ινδία στον ΟΗΕ για ζητήματα όπως το Κασμίρ, πολλοί Ινδοί νιώθουν σαν να είναι τώρα η σειρά τους να ανταποδώσουν την εύνοια.

Η διατήρηση της υποστήριξης προς τη Ρωσία δεν θα είναι εύκολη για την Ινδία τις επόμενες εβδομάδες και μήνες – ειδικά καθώς η Μόσχα, που αντιμετωπίζει εξοντωτικές κυρώσεις, κινδυνεύει να χαρακτηριστεί επίσημα κράτος παρίας.

Ο Somdeep Sen υπογραμμίζει όμως, ότι η Ινδία, έχει εμπειρία στη διατήρηση εταιρικών σχέσεων με κράτη παρίες. Το έκανε με το Ιράν, για παράδειγμα, παρά την αυξανόμενη πίεση από τις ΗΠΑ. Επιπλέον, υπό την ηγεσία του Μόντι, η Ινδία καλλιέργησε ισχυρές σχέσεις με άλλους αυταρχικούς ηγέτες όπως ο Πούτιν, ο οποίος είχε δεχθεί μεγάλη κριτική από τη διεθνή κοινότητα λόγω της ρητορικής και των πράξεών τους, σε θέματα όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, η δημοκρατία και η μετανάστευση, τα τελευταία χρόνια.

Ο Μόντι ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τον Ντόναλντ Τραμπ,  αλλά και τον ακροδεξιό ηγέτη του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου, βάζοντας τα θεμέλια για μια ισχυρή οικονομική και στρατηγική συμμαχία Ινδίας-Ισραήλ. Το 2020, ο ακροδεξιός Πρόεδρος της Βραζιλίας Jair Bolsonaro ήταν επίτιμος καλεσμένος στον ετήσιο εορτασμό της ημέρας της Δημοκρατίας της Ινδίας στο Νέο Δελχί.

Βέβαια, όπως επισημαίνει ο Ινδός καθηγητής, όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η Ινδία θα διατηρήσει την υποστήριξή της στη Ρωσία σε ό,τι κι αν κάνει. Τα τελευταία χρόνια, το Νέο Δελχί ενισχύει με ταχείς ρυθμούς τους δεσμούς του με τη Δύση και μπορεί σύντομα να γίνει πολύ δαπανηρό για να διατηρήσει τους παραδοσιακούς δεσμούς του με τη Μόσχα. Πράγματι, εάν η Ρωσία δεν καταφέρει να σημειώσει μια αποφασιστική νίκη στην Ουκρανία ή δώσει μάχη για να διατηρήσει την οικονομική και στρατιωτική της επιρροή στην Ασία λόγω κυρώσεων, το Νέο Δελχί μπορεί να αισθανθεί την ανάγκη να επανεκτιμήσει τη στάση του απέναντι στον Πούτιν.

Αλλά, τουλάχιστον προς το παρόν, κανείς δεν πρέπει να εκπλήσσεται που η Ινδία «στέκεται στο πλευρό της Ρωσίας» και «υποστηρίζει τον Πούτιν» καταλήγει ο Somdeep Sen.

https://tvxs.gr/news/kosmos/giati-i-india-symparasteketai-toso-poly-stin-rosia

17/3/2022

       ΣΧΕΤΙΚΑ  ΘΕΜΑΤΑ     

...Ανεπανόρθωτες οι απώλειες για την Κίνα από τον πόλεμο στην Ουκρανία;! (Αυτό διασαλπίζει ο Minxin Pei,''Chinese-American political scientist and expert on governance in China, U.S.-Asia relations'', από τις στήλες του  αμερικάνικου ''Bloomberg'')

1.
Οι ανεπανόρθωτες απώλειες για την Κίνα
 από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Οποιεσδήποτε ελπίδες υπήρχαν ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν θα μπορούσε να πείσει τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ, να βοηθήσει να σταματήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα πρέπει λογικά να έχουν ήδη μπει στο "ράφι". Η Κίνα θέλει να δει ένα τέλος στη σύγκρουση όσο πιο σύντομα γίνεται. Δεν θα χρησιμοποιήσει ωστόσο το ειδικό της βάρος προκειμένου να επιτευχθεί κάτι τέτοιο.

Παράλληλοι μονόλογοι

Ο Μπάιντεν και ο Σι φαίνεται να πραγματοποίησαν παράλληλους μονολόγους όταν μίλησαν στο τηλέφωνο την περασμένη Παρασκευή. Στο δελτίο Τύπου για την επικοινωνία τους, ο Λευκός Οίκος υποστήριξε ότι ο Μπάιντεν επικεντρώθηκε στην Ουκρανία και προειδοποίησε για συνέπειες οι οποίες θα υπάρξουν για την Κίνα εάν παράσχει στη Ρωσία "υλική υποστήριξη" στον πόλεμό της.

Η κινεζική επίσημη "περίληψη" της συνομιλίας, από την άλλη πλευρά, προσπερνούσε γρήγορα το ζήτημα της Ουκρανίας, εστιάζοντας στη δέσμευση του Μπάιντεν στην πολιτική "μίας και μόνης Κίνας" (σ.μ. αναφορά σε μη αναγνώριση της Ταϊβάν ως ανεξάρτητου κράτους) και στην υπόσχεση του Αμερικανού προέδρου να μην εμπλακεί σε έναν νέο "Ψυχρό Πόλεμο" με την Κίνα.

Αυτό δεν οφείλεται στο ότι η Κίνα, όπως προφανώς πιστεύουν ορισμένοι αξιωματούχοι στο Πεκίνο, κερδίζει από το να κρατά τις αποστάσεις της την ώρα που οι ΗΠΑ και η Ρωσία εξαντλούνται σε μια παρατεταμένη σύγκρουση στην Ευρώπη. Στην πραγματικότητα, η Κίνα υφίσταται απώλειες κάθε ημέρα κατά την οποία οι μάχες συνεχίζονται. Το μόνο ερώτημα είναι πόση ζημιά θα υποστεί και πόσο γρήγορα.

Ο "σταθμός" της 4ης Φεβρουαρίου

Η Κίνα βρίσκεται σε αυτή τη δύσκολη θέση σε μεγάλο βαθμό λόγω της κοινής σινορωσικής δήλωσης για τη στρατηγική εταιρική σχέση που υπέγραψαν Μόσχα και Πεκίνο στις 4 Φεβρουαρίου. Εκείνη την περίοδο, πολλοί στο Πεκίνο και σε άλλα σημεία του κόσμου αντιμετώπισαν τη συμφωνία ως ένα γεωπολιτικό αριστούργημα.

Το να έχει τη Ρωσία ως σχεδόν στρατηγικό σύμμαχο θα ήταν ένα ξεκάθαρο στρατηγικό κέρδος για την Κίνα. Επιπλέον, οι εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ θα ανάγκαζαν πιθανότατα την Ουάσιγκτον να εκτρέψει πόρους και προσοχή μακριά από τον Ινδο-Ειρηνικό, δίνοντας στην Κίνα μεγαλύτερες ελευθερίες στην περιοχή.

Πλέον, η κακή απόδοση του ρωσικού στρατού στο πεδίο της μάχης και η ενιαία απάντηση των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχουν ανατρέψει σε μεγάλο βαθμό αυτόν τον υπολογισμό. Αντί για μια αστραπιαία νίκη, ο Πούτιν κινδυνεύει με μια ταπεινωτική ήττα ή με ένα τέλμα, την ίδια ώρα που οι δυτικές κυρώσεις θα ακρωτηριάζουν τη ρωσική οικονομία.

Το πρώτο θα ήταν ο χειρότερος εφιάλτης για την Κίνα. Οι στρατηγικές συνέπειες μιας τέτοιας έκβασης είναι αδιανόητες για το Πεκίνο. Ο Πούτιν αναμφίβολα το καταλαβαίνει - κι αυτός μπορεί να είναι ένας λόγος για τον οποίο είναι πρόθυμος να τραβήξει την Κίνα στη σύγκρουση, ζητώντας της στρατιωτική βοήθεια.

Ένας παρατεταμένος πόλεμος θα ήταν ελαφρώς λιγότερο καταστροφικός για το Πεκίνο. Ένα ρωσικό τέλμα θα μπορούσε τουλάχιστον να παράσχει στους Κινέζους ηγέτες λίγο χρόνο για να επανεξετάσουν τη στρατηγική τους. Μια εξουθενωμένη Ρωσία, ωστόσο, θα αύξανε επίσης την πίεση στην Κίνα ώστε η τελευταία να της παράσχει περισσότερη βοήθεια.

Κίνδυνοι

Η ανοιχτή υποστήριξη στον Πούτιν αυτή τη στιγμή θα μπορούσε να γύρει την πλάστιγγα στο έδαφος προς όφελος της Ρωσίας, τουλάχιστον τόσο ώστε στη συνέχεια να αποδεχόταν μια κατάπαυση του πυρός και μια διευθέτηση κατόπιν διαπραγματεύσεων. Οι κίνδυνοι παροχής μιας τέτοιας βοήθειας, όμως, είναι σίγουρα πολύ μεγάλοι.

Το γεγονός είναι ότι η Κίνα κινείται επάνω σε ένα διαφορετικό χρονοδιάγραμμα σε σχέση με τη Ρωσία. Σε αντίθεση με τον Πούτιν, ο Σι πιστεύει ότι η τρέχουσα διεθνής τάξη πραγμάτων, μολονότι διόλου ικανοποιητική για το Πεκίνο, εξακολουθεί να αφήνει αρκετό χώρο στην Κίνα προκειμένου εκείνη να αυξάνει τη δύναμη και την επιρροή της. Εάν οι εντάσεις με τις ΗΠΑ μπορούν να αντιμετωπιστούν αρκετά καλά ώστε να αποφευχθεί μια πρόωρη σύγκρουση, ο χρόνος είναι θεωρητικά με το μέρος της Κίνας. Η ισχυρότερη δυναμική οικονομικής ανάπτυξής της σε σχέση με τις ΗΠΑ λογικά θα έγερνε σταδιακά την ισορροπία δυνάμεων στον κόσμο προς όφελος του Πεκίνου.

Η υποστήριξη των πολεμικών προσπαθειών του Πούτιν θα μπορούσε να επισπεύσει μια άμεση αντιπαράθεση με τη Δύση, για την οποία η Κίνα δεν είναι προετοιμασμένη. Όσο προβληματικοί κι αν είναι οι δεσμοί της Κίνας με τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ιαπωνία, το Πεκίνο εξακολουθεί να χρειάζεται πρόσβαση στις αγορές τους: οι τρεις αυτοί εταίροι αντιπροσώπευαν το 52% του συνολικού εξωτερικού εμπορίου της Κίνας το 2021, έναντι 3,8% που αντιπροσωπεύει η Ρωσία. Η Κίνα εξαρτάται επίσης σε μεγάλο βαθμό από την προηγμένη δυτική τεχνολογία, ιδιαίτερα στα μικροτσίπ, ενώ οι μεγάλες εταιρείες και οι τράπεζές της δεν έχουν ακόμη την πολυτέλεια να αποκοπούν από το δολάριο.

Την ίδια στιγμή, ο Σι σίγουρα αισθάνεται ότι δεν μπορεί να εγκαταλείψει τον Πούτιν. Μια προσπάθεια πίεσης στον Ρώσο ηγέτη να συμβιβαστεί γρήγορα μπορεί να αποτύχει, κάτι που θα ήταν τεράστια απώλεια γοήτρου για το Πεκίνο. Ή θα μπορούσε να πετύχει, αλλά να κάνει τον Πούτιν εχθρικό έναντι της Κίνας ή να τον αποδυναμώσει στο εσωτερικό του τόσο πολύ, ώστε να απειληθεί η εξουσία του στη Μόσχα.

Καμία εναλλακτική δεν είναι επωφελής


Χωρίς καμία απολύτως επωφελή εναλλακτική, η μόνη στρατηγική αντιμετώπισης της τρέχουσας κατάστασης από την Κίνα προς το παρόν είναι να κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει τη Ρωσία, χωρίς να παραβιάζει, την ίδια στιγμή, τις κόκκινες γραμμές των ΗΠΑ.

Αυτή δεν είναι μια θέση μηδενικού κόστος. Η υποστήριξη της Κίνας προς τον Πούτιν έχει αμαυρώσει σοβαρά τη διεθνή της εικόνα. Βαθαίνει τις εντάσεις με τις ΗΠΑ, τροφοδοτεί το αφήγημα ότι μια σινο-αμερικανική αντιπαράθεση είναι αναπόφευκτη και αυξάνει τον κίνδυνο αυτή να ξεσπάσει προτού η Κίνα να είναι έτοιμη να ανταποκριθεί επιτυχώς.

Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι η Κίνα χάνει έδαφος στην Ευρώπη. Αν οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες ήταν μέχρι πρόσφατα αμφίθυμες ως προς το να επιλέξουν πλευρά στη σινοαμερικανική αντιπαράθεση, ο εναγκαλισμός της Κίνας με τον Πούτιν έκανε αδύνατη μια τέτοια στρατηγική ουδετερότητα. Τα επόμενα χρόνια, οι Βρυξέλλες είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πλησιάσουν περισσότερο την Ουάσιγκτον.

Εκείνο το οποίο έμοιαζε μια λαμπρή κίνηση πριν από λίγες εβδομάδες, μοιάζει όλο και περισσότερο με μια άθλια στρατηγική απόφαση. Αντί να επωφεληθεί από τη ρωσοαμερικανική ένταση, η Κίνα βρίσκεται στο έλεος των γεγονότων και η μακρόπνοη στρατηγική της τίθεται σε σοβαρό κίνδυνο. Όποιος και να κερδίσει στην Ουκρανία, η Κίνα έχει ήδη υποστεί ανεπανόρθωτες απώλειες.

 Minxin Pei

https://www.capital.gr/bloomberg-view

22/3/2022

2.
Η ουκρανική κρίση "ανατινάζει" τις σχέσεις
 Ρωσίας-Ιαπωνίας . Πρόσθετες κυρώσεις από Ιαπωνία σε βάρος της Ρωσίας.

Στην Ευρώπη η ουκρανική κρίση αναγεννά τον εφιάλτη ενός ενδεχόμενου Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου. Στην εσχατιά της Ασίας, πάλι, φέρνει στην επιφάνεια τις άλυτες εκκρεμότητες του Δευτέρου Παγκοσμίου.

Η Ρωσία ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από τις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή συνθήκης ειρήνης με την Ιαπωνία ως απάντηση στις κυρώσεις που το Τόκιο υιοθέτησε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Είναι εντυπωσιακό, αλλά οι δύο χώρες, δεν έχουν τυπικά τερματίσει τον πόλεμο που τις έφερε αντιμέτωπες το 1945. Και ο λόγος για αυτό είναι η κατάληψη από την τότε Σοβιετική Ένωση των νοτίων Κουρίλων Νήσων, τις οποίες η Ιαπωνία αποκαλεί απλώς Βόρεια Εδάφη.

Η "παγωμένη" διαμάχη για το καθεστώς των τεσσάρων αυτών νησιών που συνορεύουν με τη Χοκάιντο δεν έπαψε ποτέ να σκιάζει τις ρωσο-ιαπωνικές σχέσεις, μολονότι αυτές μέχρι και πολύ πρόσφατα έδειχναν να ακολουθούν συνεργατική τροχιά.

Όμως το ζήτημα απέκτησε και πάλι εκρηκτική δυναμική, αφότου η Ρωσία υιοθέτησε συνταγματική πρόβλεψη με την οποία απαγορεύεται οποιαδήποτε παραχώρηση επικράτειας - ακυρώνοντας το σενάριο μιας ειδικής ρύθμισης για τις Κουρίλες, η οποία θα επέτρεπε την συνυπογραφή συνθήκης ειρήνης με την Ιαπωνία.

Ακόμη περισσότερο εξερέθισε την ιαπωνική πλευρά η επίσκεψη του Ρώσου πρωθυπουργού Μιχαήλ Μισούστιν (πριν από τις τελευταίες ρωσικές βουλευτικές εκλογές και ενώ διεξάγονταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο) στις Κουρίλες, όπου εξήγγειλε οικονομικά μέτρα (λ.χ. φοροαπαλλαγές) για την ενίσχυση της περιοχής.

Ιστορικό βάθος

Ως προς το ιστορικό βάθος της υπόθεσης, πάντως, αρκεί να αναλογιστεί κανείς την καταλυτική επίδραση που είχε στην πορεία της Ρωσίας η ήττα στον πόλεμο του 1904-5 με την Ιαπωνία, που υπονόμευσε την εξουσία του τσάρου Νικολάου Β' και πυροδότησε την ρωσική επανάσταση του 1905.

Η τωρινή ανακοίνωση της Ρωσίας ότι αποχωρεί από τις διαπραγματεύσεις με την Ιαπωνία και ότι παγώνει ορισμένα προγράμματα οικονομικής συνεργασίας χαρακτηρίσθηκε "άδικη” και "απολύτως απαράδεκτη” από τον Ιάπωνα πρωθυπουργό Φούμιο Κισίντα. Αποτελεί ωστόσο αναμενόμενη συνέπεια των "ανοικτά μη φιλικών θέσεων” της Ιαπωνίας και των "προσπαθειών της να βλάψει τα συμφέροντα της χώρας μας”, όπως υποστήριξε το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών.

Πράγματι, μετά την εισβολή στην Ουκρανία, την οποία ο Κισίντα χαρακτήρισε "βάρβαρη”, το Τόκιο αφαίρεσε από τη Ρωσία το καθεστώς του πλέον ευνοούμενου εμπορικού εταίρου, δέσμευσε περιουσιακά στοιχεία φυσικών προσώπων και τραπεζών, απέστειλε στην ουκρανική πλευρά επείγουσα ανθρωπιστική βοήθεια ύψους 100 εκατ. δολαρίων, αλλά και πολεμικό υλικό, όπως κράνη και αλεξίσφαιρα, ενώ εξέφρασε προθυμία να διευκολύνει την είσοδο Ουκρανών στην ιαπωνική επικράτεια, παρά την κατά παράδοση εξαιρετικά "κλειστή” πολιτική της Ιαπωνίας σε πρόσφυγες και μετανάστες.

Επιπλέον η Ιαπωνία παρακίνησε ασιατικές χώρες, όπως η Ινδία του Ναρέντρα Μόντι, να ακολουθήσουν στάση σαφέστερης καταδίκης της ρωσικής εισβολής.

Όλα αυτά δείχνουν να έχουν την έγκριση της ιαπωνικής κοινής γνώμης, η οποία σε ποσοστό 82%, σύμφωνα με δημοσκόπηση της εφημερίδας Yomiuri Shimbun, συμφωνεί με την υιοθέτηση κυρώσεων κατά της Ρωσίας.

Εννοείται, πάντως, ότι ο ενεργειακός τομέας έχει μείνει προς το παρόν εκτός συζήτησης. Η Ιαπωνία καλύπτει με εισαγωγές από τη Ρωσία το 9% των αναγκών της σε φυσικό αέριο και το 4% των αναγκών της σε πετρέλαιο.

Στρατιωτική βοήθεια

Το σημαντικότερο, ωστόσο, στοιχείο είναι η προθυμία του Τόκιο να συνδράμει με στρατιωτική βοήθεια, έστω και συμβολική, την ουκρανική πολεμική προσπάθεια. Κάτι τέτοιο αποτελεί την έμπρακτη υλοποίηση της επιχειρούμενης, ήδη από τα χρόνια του πρωθυπουργού Σίνζο Άμπε (ο οποίος αποχώρησε το 2020), αποδέσμευσης από τις αυστηρές προβλέψεις του πασιφιστικού μεταπολεμικού ιαπωνικού Συντάγματος.

Το κείμενο του αναθεωρημένου Στρατηγικού Δόγματος της Ιαπωνίας χαρακτηριστικά αναφέρει ότι οι ΗΠΑ αποτελούν τον "μοναδικό σύμμαχο” της χώρας, συνεπώς δεν περισσεύουν οι φίλιες δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή.

Ο δρόμος για έναν επανεξοπλισμό της Ιαπωνίας με αμερικανική ενθάρρυνση, κατά το παράδειγμα της έτερης ηττημένης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, Γερμανίας, φαντάζει ανοικτός. Αλλά τα ρίσκα είναι προφανή.

Πολύ περισσότερο από την "ρωσική απειλή”, πάντως, είναι η κινεζική ανάδυση που απασχολεί τους διαμορφωτές πολιτικής στο Τόκιο. Αλλά δεν μπορεί να υπάρχει αμφιβολία για το πώς τοποθετείται το Πεκίνο σε οποιαδήποτε ρωσο-ιαπωνική διένεξη. Ήδη πέρσι, με αφορμή το ζήτημα των Κουρίλων, το Υπουργείο Εξωτερικών της Κίνας διαμήνυσε ότι "τα αποτελέσματα του νικηφόρου Αντι-Φασιστικού Πολέμου θα πρέπει να γίνονται σεβαστά”.

Του Κώστα Ράπτη

https://www.capital.gr/diethni/3622966/i-oukraniki-krisi-anatinazei-tis-sxeseis-rosias-iaponias


22/3/2022

Διαβάστε ακόμη:
Το Τόκιο διαμαρτυρήθηκε για την απόσυρση της Ρωσίας από τις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή ειρηνευτικής συνθήκης

 

3.
Θεαματικές κινήσεις των ΗΑΕ 
στη σκιά της ουκρανικής κρίσης.

Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι μία χώρα περισσότερο δραστήρια (και κρίσιμη για τις διεθνείς ισορροπίες) απ' ό,τι θα μας έκανε να καταλάβουμε η εικόνα τους στον χάρτη. Και την προηγούμενη εβδομάδα επεφύλαξαν στο διεθνές ακροατήριο δύο μεγάλες εκπλήξεις.

Η πρώτη ήταν η επίσκεψη την Παρασκευή του Μπασάρ Aλ Άσαντ στο Ντουμπάι και το Άμπου Ντάμπι – η πρώτη την οποία πραγματοποίησε στο εξωτερικό ο Σύρος πρόεδρος (εξαιρουμένων αυτών προς τη σύμμαχο Ρωσία) εδώ και έντεκα χρόνια, οπότε η πατρίδα του βρίσκεται σε πολεμική αναταραχή.

Ο ισχυρός άνδρας της Δαμασκού είχε την ευκαιρία να συναντηθεί με τους ηγέτες των δύο σημαντικότερων από τα επτά ενωμένα εμιράτα, τον διάδοχο του Άμπου Ντάμπι πρίγκηπα Μοχάμεντ μπιν Ζάγιεντ και τον σεΐχη Μοχάμεντ μπιν Ρασίντ αλ Μακτούμ του Ντουμπάι.

Πρόκειται για θεαματική κίνηση επανασυμφιλίωσης μεταξύ πρώην αντιπάλων, καθώς η προηγούμενη εμπλοκή των ΗΑΕ στην τροφοδότηση των ανταρτών που πήραν τα όπλα κατά του Άσαντ αποτελεί κοινό μυστικό.

Ωστόσο, τα ΗΑΕ αρέσκονται να "πρωτοπορούν” για λογαριασμό των αραβικών κρατών και να κινούνται απρόβλεπτα – όπως δείχνει και το γεγονός ότι έσπευσαν να προχωρήσουν στην αποκατάσταση των σχέσεων με το Ισραήλ την εποχή κατά την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ φιλοδοξούσε να επιτύχει το "ντηλ του αιώνα” στο Μεσανατολικό.

Παρομοίως τα ΗΑΕ προηγήθηκαν των άλλων κρατών στην επαναλειτουργία της πρεσβείας τους στη Δαμασκό (κίνηση που μέχρι τώρα έχει μιμηθεί μόνο η Ιορδανία), σε μία φάση κατά την οποία οι φιλοδοξίες του διδύμου Τουρκίας-Κατάρ στην περιοχή και βέβαια η στρατιωτική επικράτηση των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων με ρωσική βοήθεια καθιστούσαν περιττή πολυτέλεια την διαιώνιση της αντιπαλότητας με τον Άσαντ. Ωστόσο η επίσκεψη του Σύρου προέδρου συνιστά οπωσδήποτε άλμα στην προσπάθεια επαναπροσέγγισης των δύο πλευρών και συνολικά της αραβικής συσπείρωσης, όπως την φαντάζεται το Άμπου Ντάμπι.

Είναι βέβαια πολύ νωρίς να αναμένει κανείς την απόδοση στη Συρία της έδρας της στον Αραβικό Σύνδεσμο, η οποία της αφαιρέθηκε προ δεκαετίας, σε μία κίνηση απονομιμοποίησης του Άσαντ. Αν χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ομάν ή το Κουβέιτ αντιμετωπίζουν θετικά μια τέτοια προοπτική, το Κατάρ εξακολουθεί να αντιδρά και η Σαουδική Αραβία στέκει επιφυλακτική.

Τα οικονομικά κίνητρα πάντως δεν είναι αμελητέα. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας και της Λευκορωσίας, ήτοι των κυριότερων αιμοδοτών του καθεστώτος Άσαντ επιβάλλουν την αναζήτηση νεών στηριγμάτων, ενώ και τα ΗΑΕ ενδιαφέρονται να πρωταγωνιστήσουν στην μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Συρίας και να καλύψουν τα κόστη που δημιουργεί η συνεχιζόμενη εμπλοκή τους στο πόλεμο της Υεμένης.

Επιπλέον, όλοι οι ενδιαφερόμενοι στην περιοχή επανασχεδιάζουν τις πολιτικές τους εν αναμονή της συνυπογραφής στη Βιέννη νέας συμφωνίας ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις και το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Η πληροφορία ότι η Ουάσιγκτον εξετάζει ακόμη και την αφαίρεση των Ιρανών Φρουρών της Επανάστασης από τον κατάλογο τρομοκρατικών οργανώσεων, όπως απαιτεί η Τεχεράνη, δείχνει πόσο πολύ η ενεργειακή κρίση έχει αμβλύνει τις αμερικανικές διαθέσεις απομόνωσης της Ισλαμικής Δημοκρατίας.

Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν μεταφράζεται ασφαλώς και σε "πράσινο φώς” στην κανονικοποίηση των σχέσεων των αραβικών μοναρχιών με τη Δαμασκό – πόσο μάλλον που πρόκειται για στενότατο σύμμαχο της Μόσχας. Εξ ου και ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νεντ Πράις δήλωσε ότι "οι ΗΠΑ δεν υποστηρίζουν την αποκατάσταση του Άσαντ” και ότι "η σταθερότητα στην περιοχή εξαρτάται από μία πολιτική διαδικασία που να αντιπροσωπεύει την θέληση του συριακού λαού”.

Όμως η κυριότερη εξέλιξη αφορά την έκδηλη πλέον απροθυμία των αραβικών μοναρχιών να λαμβάνουν υπόψη τους τις επιθυμίες των ΗΠΑ. Πολύ χαρακτηριστικά, τα ΗΑΕ δεν περιορίσθηκαν απλώς να υποδεχθούν, μεσούντος του πολέμου στην Ουκρανία, έναν από τους ελάχιστους συμμάχους της Ρωσίας: άνοιξαν απευθείας γραμμή συνεννόησης με την ίδια τη Μόσχα.

Προσέγγιση με Ρωσία;


Μία ημέρα πριν από την επίσκεψη Άσαντ, ο Εμιρατιανός υπουργός Εξωτερικών σεϊχης Αμπντουλάχ μπιν Ζάγιεντ επισκέφθηκε τη ρωσική πρωτεύουσα, για να συζητήσει με τον ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ τις ενεργειακές και επισιτιστικές επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης, καθώς και τις εξελίξεις σε ποικίλα μέτωπα της Μέσης Ανατολής.

Το ότι τα ΗΑΕ εξαρτώνται από τις εισαγωγές τροφίμων (με την Ρωσία και την Ουκρανία να αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο των διεθνώς εξαγόμενων σιτηρών) και ταυτοχρόνως αποτελούν σημαίνον μέλος του OPEC+ εξηγεί το γιατί ο Αμπντουλάχ μπιν Ζάγιεντ τάσσεται υπέρ μιας διπλωματικής λύσης στο ουκρανικό ζήτημα και χαρακτηρίζει "απαραίτητη τη συνεργασία με τη Ρωσία”, με την οποία σημειωτέον η χώρα του έχει υπογράψει συμφωνία συνεργασίας από το 2019.

Προ ημερών ο ίδιος είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν, στον οποίο έδωσε υποσχέσεις, όχι ιδιαίτερα συγκεκριμένες, για χαλάρωση της στάσης των ΗΑΕ στον OPEC+ (όπου Ρωσία και Σαουδική Αραβία υπεραμύνονται των ισχυουσών ποσοστώσεων) για αύξηση των πετρελαϊκών εξαγωγών προς ανακούφιση της διεθνούς αγοράς.

Γεγονός παραμένει, πάντως, ότι ως μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας τα ΗΑΕ επέλεξαν, μαζί με την Κίνα και την Ινδία, την αποχή στην ψηφοφορία καταδίκης της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις 26 Φεβρουαρίου, ενώ τόσο ο Μοχάμεντ μπιν Ζάγιεντ όσο και ο Σαουδάραβας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν δεν έχουν ανταποκριθεί στο κάλεσμα του Τζο Μπάιντεν για τηλεφωνική επικοινωνία.

Με άλλα λόγια, οι κυριότερες αραβικές μοναρχίες τρέφουν μνησικακία απέναντι στους Δημοκρατικούς του Μπάιντεν και πάντως κρίνουν ότι οι καιροί τους επιτρέπουν να πάρουν πρωτοβουλίες σε πνεύμα α λα καρτ "διαφοροποίησης” των επενδυτικών, εμπορικών, στρατιωτικών και πολιτικών επιλογών τους. Το ότι τα ΗΑΕ επέλεξαν να προχωρήσουν τη συνεργασία τους με την κινεζική Huawei, χάνοντας την προμήθεια αμερικανικών F-35 είναι δείγμα αυτής της νέας, ασιατοκεντρικής "αυτοπεποίθησης".

Οι περισσότεροι καχύποπτοι στέκονται πάντως στο γεγονός ότι εκτός από πετρελαϊκή και ναυτιλιακή δύναμη τα ΗΑΕ αποτελούν σημαντικό χρηματοπιστωτικό κέντρο και άρα προωθούνται ενδεχομένως ως ασφαλές καταφύγιο Ρώσων ολιγαρχών. Είναι για αυτό τον λόγο που ήδη στον αγγλοσαξονικό Τύπο πληθαίνουν τα δημοσιεύματα για το Ντουμπάι ως "κέντρο ξεπλύματος” και ασφαλώς θα ακολουθήσουν και άλλες ανάλογες καταγγελίες.

Του Κώστα Ράπτη

https://www.capital.gr/diethni/3622715/theamatikes-kiniseis-ton-iae-sti-skia-tis-oukranikis-krisis


21/3/2022