Ουκρανία: Γεωπολιτικές και γεωοικονομικές επιπτώσεις στις σχέσεις Ρωσίας-Κίνας.

 
Ουκρανία: Γεωπολιτικές και γεωοικονομικές επιπτώσεις στις σχέσεις Ρωσίας-Κίνας.

O πόλεμος στην Ουκρανία άνοιξε νέα άγνωστα πεδία και οι οικονομικές και στρατιωτικές κρίσεις μπορούν να δημιουργήσουν μη αναμενόμενες αλλαγές...

 
 H Γεωπολιτική της Ευρώπης

Η εμμονή της ηγεσίας του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) με την κοινωνική σταθερότητα, στο έδαφός του και σε όλη την άμεση ζώνη επιρροής του στην Ανατολική Ασία, έπρεπε να αντιμετωπίσει την απροσδόκητη κίνηση του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία. Μια εισβολή, που σύμφωνα με τη Μόσχα καθοδηγείται από συμφέροντα ασφάλειας, που απειλούνται από την επέκταση ΝΑΤΟ.

Ο δυτικός Τύπος, χρησιμοποιεί τις σελίδες του για να τρομάξει το καθεστώς της Κίνας εξαιτίας της αποσταθεροποιητικής κίνησης του Πούτιν, προκειμένου να παρέμβει στη δεδομένη στρατηγική προσέγγιση μεταξύ Πεκίνου και Μόσχας. Το ενδιαφέρον της Κίνας να ενεργήσει ως μεσολαβητής για την κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία, όπως αναφέρει ο Guardian, και η συμβουλή του Σι προς τον Πούτιν να λύσει το πρόβλημα με «ισορροπημένες διαπραγματεύσεις», επιβεβαιώνουν ότι η ανησυχία για σταθερότητα δεν έχει αλλάξει στο Πεκίνο, σε μια αποφασιστική χρονιά. Στα τέλη του 2022, ο Σι θα επιδιώξει μια τρίτη θητεία στο 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Οι οικονομικές κυρώσεις που επιβάλλει ο Τζο Μπάιντεν και η ΕΕ κατά της Ρωσίας έχουν, επίσης, γεωπολιτικό στόχο. Η κίνηση είναι επικίνδυνη, καθώς η καταστροφή της ρωσικής οικονομίας συνεπάγεται πλήγματα σε ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία, ειδικά από την αύξηση των τιμών των βασικών πρώτων υλών (όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, το σιτάρι και το καλαμπόκι). Οι Ηνωμένες Πολιτείες, βιώνουν ήδη τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού από το 1982. Αυτός ο πληθωρισμός γίνεται αισθητός και στην Κίνα, η οποία ήδη αντιμετωπίζει ισχυρές αντίθετες ροπές, στο πλαίσιο της οικονομικής επιβράδυνσης λόγω προβλημάτων εφοδιασμού σε ενέργεια και της κρίσης στον τομέα των ακινήτων.

Στις επαφές του με τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Γερμανό Καγκελάριο Όλαφ Σολτς, ο Σι Τζινπίνγκ εξέφρασε την ανησυχία του και απέδωσε τα οικονομικά προβλήματα στις αμερικανικές και ευρωπαϊκές κυρώσεις. «Οι κυρώσεις θα επηρεάσουν τη σταθερότητα των παγκόσμιων οικονομικών, της ενέργειας, των μεταφορών και της εφοδιαστικής αλυσίδας και θα βλάψουν την παγκόσμια οικονομία που έχει ήδη καταστραφεί από την πανδημία», δήλωσε ο Σι. «Αυτό δεν είναι προς το συμφέρον κανενός».

Είναι όμως αυτός ο λόγος για να αρχίσει η Κίνα να αμφισβητεί την προσέγγισή της με τη Μόσχα, η οποία εντάθηκε από το 2013 με τη στενή προσωπική σχέση μεταξύ Σι και Πούτιν; Η γεωπολιτική πραγματικότητα δημιουργεί πιο περίπλοκες καταστάσεις, που δεν διευκολύνουν τους ελιγμούς αποσύνδεσης που δοκίμασε με κάποια απόγνωση η Ουάσιγκτον. Αντίθετα, είναι πιθανό η κίνηση της Ουάσιγκτον και η συμμετοχή της στις κυρώσεις, να τείνουν να ενισχύουν τη ρωσοκινεζική προσέγγιση.

Οι οικονομικές επιπτώσεις στην Κίνα

 Σίγουρα, υπάρχουν οικονομικές απώλειες για την Κίνα από την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία. Μεταξύ των μεγάλων οικονομιών, η Κίνα είναι μία από τις πιο εκτεθειμένες στις συνέπειες του πολέμου. Ως ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, έχει δει τις ήδη υψηλές τιμές του αργού να αυξάνονται κατά 27% από την έναρξη του πολέμου, ενώ τα συμβόλαια σιδηρομεταλλεύματος της Κίνας αυξήθηκαν κατά 25% κατά τις πρώτες 10 ημέρες της σύγκρουσης. Η τιμή του βαρελιού πετρελαίου αυτή την εβδομάδα έφτασε σχεδόν τα 140 δολάρια, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από την οικονομική κρίση του 2008.

Η κλίμακα της ζήτησης της Κίνας για ενέργεια και άλλα εμπορεύματα είναι μεγάλη: το 2021, οι εισαγωγές αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου έφτασαν τα 2 τρισεκατομμύρια γιουάν (316 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ) και ξόδεψε άλλα 1,2 τρισεκατομμύρια γιουάν για εισαγωγές σιδηρομεταλλεύματος. Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου εισάγει περίπου το 70% του πετρελαίου της και το 40% του φυσικού αερίου της.

Λόγω αυτής της εξάρτησης από το εξωτερικό, το εμπόριο υδρογονανθράκων με τη Ρωσία έχει αυξηθεί. Εβδομάδες πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο Πούτιν και ο Σι υπέγραψαν σύμβαση 30 ετών για την προμήθεια φυσικού αερίου στην Κίνα μέσω ενός νέου αγωγού, ενισχύοντας την ενεργειακή συμμαχία με το Πεκίνο. Ο στόχος ήταν να αποφευχθούν περαιτέρω περίοδοι πτώσης της βιομηχανικής παραγωγής λόγω της έλλειψης άνθρακα, του κύριου καυσίμου που χρησιμοποιεί η Κίνα.

Μεταξύ Ιανουαρίου και Δεκεμβρίου 2021, οι συνολικές εισαγωγές φυσικού αερίου της Κίνας αυξήθηκαν κατά 19,9% ετησίως, με τις εισαγωγές μέσω αγωγών να αυξάνονται περισσότερο από 22% και τις εισαγωγές υγροποιημένου αερίου να αυξάνονται άνω του 18%. Οι εισαγωγές φυσικού αερίου της Κίνας από τη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 50,5% σε ετήσια βάση το 2021, με τον όγκο του φυσικού αερίου μέσω αγωγών να αυξάνεται κατά 154,2% σε 7,54 εκατομμύρια τόνους. Τον Δεκέμβριο του 2021, η Gazprom δήλωσε ότι η ημερήσια ποσότητα εξαγωγών φυσικού αερίου προς την Κίνα είχε αυξηθεί σημαντικά στο πλαίσιο συμφωνιών με την China National Petroleum Corporation, υπερβαίνοντας τους όγκους που είχαν εγκριθεί προηγουμένως για το 2021.

Τα εμπορεύματα που διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο δέχονται επίσης πλήγμα. Ο κορυφαίος παραγωγός ανοξείδωτου χάλυβα της Κίνας βρίσκεται σε δύσκολη θέση από τις αυξανόμενες τιμές του νικελίου: Το στοίχημα ήταν ότι η τιμή θα πέσει, αλλά αντίθετα υπάρχει μια εκθετική άνοδος στις τιμές των μετάλλων που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ο όμιλος Tsingshan Holding, αναγκάστηκε να αγοράσει συμβόλαια που συνδέονται με μέταλλα σε μεγάλους όγκους.

Το Πεκίνο διερευνά τώρα ένα σχέδιο για τη διάσωση της εταιρείας από πιθανές απώλειες δισεκατομμυρίων δολαρίων. Όπως και άλλα εμπορεύματα, το νικέλιο επηρεάστηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η Ρωσία είναι σημαντικός προμηθευτής του μετάλλου, παράγοντας το 16% του νικελίου υψηλής ποιότητας παγκοσμίως, σύμφωνα με την Goldman Sachs.

Το οικονομικό πλήγμα κατά της Κίνας θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο έντονο σε σχέση με τα τρόφιμα. Η Ρωσία και η Ουκρανία παρέχουν το 30% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού. Όλα τα λιμάνια της Ουκρανίας είναι κλειστά και με πολλούς αγρότες να κατατάσσονται στον στρατό, εκτός από τις ελλείψεις λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, οι καλλιέργειες διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο, κάτι που εξηγεί την αύξηση των τιμών του σιταριού κατά 40%.

Οι παγκόσμιες τιμές των εμπορευμάτων έφτασαν στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008 αυτή την εβδομάδα, καθώς η κρίση στην Ουκρανία ενέτεινε τις ανησυχίες για την παγκόσμια προσφορά πρώτων υλών. Το West Texas Intermediate, το σημείο αναφοράς για το αμερικανικό αργό, αυξήθηκε στα 115 δολάρια το βαρέλι, ένα επίπεδο που έφτασε για τελευταία φορά πριν από 14 χρόνια. Σιτάρι, καλαμπόκι και ηλίανθοι κινδυνεύουν στη Ρωσία και την Ουκρανία.

Από εκεί και πέρα, ωστόσο, οι αυξανόμενες τιμές του φυσικού αερίου καθιστούν απαγορευτικό το κόστος παραγωγής αμμωνίας, ενώ οι εξαγωγές ποτάσας από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία (που μαζί αποτελούν το ένα τρίτο της παγκόσμιας παραγωγής) βρίσκονται σε κίνδυνο. Και τα δύο είναι απαραίτητα συστατικά για τα λιπάσματα. Αυτό θα μπορούσε να διαταράξει τη γεωργία συνολικά, φέτος και του χρόνου.

Ως αποτέλεσμα, οι τιμές του κινεζικού σιταριού και καλαμποκιού βρίσκονται σε επίπεδα ρεκόρ. Ο υπουργός Γεωργίας, Τανγκ Ρεντζιάν, δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι λόγω των έντονων βροχοπτώσεων, οι συνθήκες για τη φετινή συγκομιδή χειμερινού σιταριού μπορεί να είναι οι χειρότερες από ποτέ. Η φετινή παραγωγή σιτηρών αντιμετωπίζει τεράστιες δυσκολίες. Οι εισαγωγές σιταριού της Κίνας για την περίοδο 2021-2022 αναμένεται να αυξηθούν τουλάχιστον 50 τοις εκατό πάνω από τον μέσο όρο της προηγούμενης τριετίας σε 9,5 εκατομμύρια τόνους, σύμφωνα με το Υπουργείο των ΗΠΑ.

Αυτή η ζοφερή προοπτική μπορεί να ήταν ο λόγος για την ομιλία του Σι στην ετήσια σύνοδο του κινεζικού κοινοβουλίου. «Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τις προσπάθειές μας σε σχέση με την επισιτιστική ασφάλεια. Ούτε πρέπει να βασιστούμε στη διεθνή αγορά για να λύσουμε το πρόβλημα. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να διατηρήσουμε την επισιτιστική ασφάλεια ως προτεραιότητά μας».

Το εμπόριο της Κίνας με τη Ρωσία έφτασε τα 147 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι, σύμφωνα με κινεζικά στοιχεία, σε σύγκριση με 828 δισεκατομμύρια και 756 δισεκατομμύρια δολάρια, αντίστοιχα, με την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Στο Πεκίνο, υπάρχουν εκτιμήσεις ότι η Κίνα δεν θα ωφεληθεί από τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας. Η σύγκρουση έχει διαταράξει τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού από τις οποίες εξαρτάται η κινεζική οικονομία. Το εμπόριο της Κίνας με τη Ρωσία είναι πολύ μικρότερο από αυτό των ανεπτυγμένων οικονομιών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος συνεχιστεί, το κόστος της συμπόρευσης της Κίνας με τη Ρωσία θα αυξηθεί.

Οι νέες γεωπολιτικές ισορροπίες

Η αύξηση του οικονομικού κόστους μιας στρατηγικής συμμαχίας δεν σημαίνει πάντα ότι καθίσταται μη βιώσιμη. Γεωπολιτικά, το διακύβευμα είναι μεγάλο και η Κίνα φαίνεται αποφασισμένη να βρει στη Ρωσία του Πούτιν ένα κρίσιμο έρεισμα για να αμφισβητήσει τη νεοφιλελεύθερη παγκόσμια τάξη πραγμάτων υπό την ηγεσία της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον».

Ο Γουάνγκ Γι, ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών, τόνισε την περασμένη Δευτέρα εν μέσω ρωσικών βομβαρδισμών, ότι η φιλία μεταξύ Ρωσίας και Κίνας είναι «αιώνια», κατηγορώντας τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και την Ινδία. Με απλούς όρους, ο Γουάνγκ είπε ότι η κινεζική κυβέρνηση θέλει να δώσει στον κόσμο ένα «αδιαμφισβήτητο μήνυμα ότι η Κίνα και η Ρωσία από κοινού αντιτίθενται στις προσπάθειες αναβίωσης της πολεμικής νοοτροπίας», προσθέτοντας ότι όσο επισφαλής και προκλητική κι αν είναι η διεθνής κατάσταση, η Κίνα και η Ρωσία θα διατηρήσουν τη στρατηγική εστίασή τους και θα προωθήσουν σταθερά τον ολοκληρωμένο συντονισμό της στρατηγικής μιας εταιρικής σχέσης για μια νέα εποχή.

Εξακολουθούν να υπάρχουν ελάχιστα σημάδια ότι η Κίνα απομακρύνεται από τη Ρωσία. Οι αξιωματούχοι του Πεκίνου ισχυρίζονται συνεχώς ότι η Ρωσία είναι «ο σημαντικότερος στρατηγικός εταίρος της Κίνας». Μάλιστα, φαίνεται ότι ο Σι γνώριζε ήδη για τα στρατιωτικά σχέδια του Πούτιν, από την επίσκεψη του Ρώσου προέδρου στο Πεκίνο στις αρχές Φεβρουαρίου για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Αυτό δεν άλλαξε την πορεία της συμμαχίας, η οποία είναι στρατηγική για την Κίνα, για να μπορέσει να περιορίσει την αμερικανική παρέμβαση στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού, ιδίως ενόψει των σχεδίων της να επανενσωματώσει την Ταϊβάν και να κυριαρχήσει στους εμπορικούς δρόμους στη Νότια Κινεζική Θάλασσα.

Κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, οι Πούτιν και Σι Τζινπίνγκ εξέδωσαν μια μακροσκελή κοινή δήλωση υποστηρίζοντας τις προσπάθειες να κρατήσουν την ιμπεριαλιστική επιρροή των ΗΠΑ μακριά από τις δικές τους σφαίρες επιρροής, επιτιθέμενοι στις συμμαχίες των ΗΠΑ, δηλαδή στο ΝΑΤΟ, ως λείψανα του Ψυχρού Πολέμου και υπερασπίζοντας τα δικά τους μοντέλα διακυβέρνησης.

Ήταν η πρώτη φορά που η Κίνα αντιτάχθηκε επίσημα στην επέκταση του ΝΑΤΟ. Μέχρι στιγμής, παρά τα οικονομικά προβλήματα, η Κίνα δεν έχει αναγνωρίσει τη ρωσική επιθετικότητα ως εισβολή, πόσο μάλλον την καταδίκασε, αποφεύγοντας να στηρίξει ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καταδικάζει τη ρωσική εισβολή. Ο Ζαγκ Γιούν, εκπρόσωπος της Κίνας στον ΟΗΕ, χρησιμοποίησε την ευκαιρία για να επιτεθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για τους πέντε διαδοχικούς γύρους επέκτασης του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά.

Η έξαρση της τριβής μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ συνέπεσε με την άνοδο του Σι Τζινπίνγκ στην εξουσία, μια εποχή που η Ουάσιγκτον άρχισε να δίνει έμφαση στην «κεντρική» γραμμή του Μπαράκ Ομπάμα για στροφή προς την Ασία-Ειρηνικό. Η διαμάχη επιταχύνθηκε το 2018 όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ξεκίνησε έναν σκληρό εμπορικό πόλεμο με την Κίνα που άρχισε με τη μονομερή επιβολή τιμωρητικών δασμών και αργότερα επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει περιορισμούς στην πρόσβαση των κινεζικών εταιρειών σε αμερικανικές τεχνολογίες αιχμής.

Από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Μπάιντεν αγνόησε τις επισημάνσεις του Πεκίνου για χαλάρωση των δασμών και των τεχνολογικών περιορισμών του Τραμπ. Η κυβέρνηση των Δημοκρατικών συνέχισε με τη «σκληρή γραμμή» του Τραμπ για την Κίνα, αν και προσπάθησε να παρέμβει στον ανταγωνισμό με κάποιες συνεργασίες. Ταυτόχρονα, ανοικοδόμησε τις δυτικές συμμαχίες και έφτασε σε μια νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας, όπως το σύμφωνο AUKUS που θα δώσει στην Αυστραλία τεχνολογία πρόωσης πυρηνικών υποβρυχίων.

Με αυτά τα δεδομένα, η θέση της Κίνας δεν προκαλεί έκπληξη. Όπως υποστηρίζουν πολλοί αναλυτές, η ρωσοκινεζική σύγκλιση δίνει και στις δύο δυνάμεις περισσότερο χώρο για ελιγμούς ενισχύοντας το διττό πρόβλημα της Ουάσιγκτον: οι ΗΠΑ απέχουν χιλιάδες μίλια και από τις δύο.

Η ρωσοκινεζική συνεργασία, αν και τεταμένη και αμφίθυμη, δημιουργεί την προοπτική στις ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν τους δύο αντιπάλους τους συνασπισμένους σε έναν ενιαίο άξονα.

Αυτή η κατάσταση έχει αναβιώσει τον μεγάλο γεωπολιτικό εφιάλτη της σύγχρονης εποχής: μια Ανταντ που μάχεται για κυριαρχία στην Ευρασία, το κεντρικό στρατηγικό θέατρο του κόσμου.

Η εξέλιξη φαίνεται να οδηγεί σε στόχο αντίθετο με αυτόν της Ουάσιγκτον, που ήταν ο σταδιακός διαχωρισμός των δύο χωρών. Ο καταμερισμός της προσοχής των ΗΠΑ σε διαφορετικά μέτωπα, είναι μια αρνητική εξέλιξη για την Ουάσιγκτον.

Η προσέγγιση γίνεται και με στρατιωτικούς όρους, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την άσκηση «Joint Western 2021», η πρώτη εσωτερική στρατιωτική άσκηση σε κινεζικό έδαφος με ρωσική συμμετοχή. Όταν οι ένοπλες δυνάμεις της Κίνας και της Ρωσίας ξεκίνησαν κοινές ασκήσεις το 2005, ήταν εταίροι μόνο στην ετήσια άσκηση «Αποστολή Ειρήνης», υπό τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης και επικεντρώνονταν παραδοσιακά στην καταπολέμηση των εξεγέρσεων στην Κεντρική Ασία.

Όμως από το 2012, η Ρωσία και η Κίνα διεξάγουν τακτικές διμερείς ναυτικές ασκήσεις. Από το 2018, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός έχει συμμετάσχει σε τρεις ετήσιες ρωσικές στρατηγικές ασκήσεις. Μπορούμε να συστηματοποιήσουμε την σχεδόν ετήσια τακτική, κατά την οποία η Κίνα και η Ρωσία πραγματοποιούν κοινές ναυτικές ασκήσεις σε μια ευρεία περιοχή της ασιατικής επικράτειας, συμπεριλαμβανομένης της Νότιας και της Ανατολικής Θάλασσας, ασκήσεις που κυριαρχούν επιχειρήσεις κατά υποβρυχίων και αεράμυνας.

Οι ασκήσεις ηλεκτρονικού πολέμου αποσκοπούν στην προετοιμασία, συνδυάζοντας ρητορικά στοιχεία με πραγματικά στοιχεία, για τη βίαιη επανένταξη της Ταϊβάν στην ηπειρωτική Κίνα, καθώς και για την άμυνα της Σινγιάνγκ, μιας περιοχής πλούσιας σε ενεργειακούς πόρους.

Όλοι αυτοί οι παράγοντες φέρνουν το Πεκίνο και τη Μόσχα πιο κοντά από γεωστρατηγική άποψη και αποτελούν μεγάλο κίνητρο για τον Σι Τζινπίνγκ να απορροφήσει ορισμένες οικονομικές επιπτώσεις από την υποστήριξή του στον Πούτιν.

Η στήριξη είναι συγκεκριμένη ακόμη και από οικονομική άποψη. Η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα διπλασιάσει το επιτρεπόμενο εύρος εμπορικών συναλλαγών μεταξύ του νομίσματός της ρενμίμπι και του ρωσικού ρουβλίου για να βοηθήσει στην ενίσχυση του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών, απορροφώντας ορισμένες από τις επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν μετά την εισβολή στην Ουκρανία.

Το σύστημα συναλλάγματος της Κίνας (CFETS) ανακοίνωσε την περασμένη Πέμπτη ότι «σύμφωνα με τις απαιτήσεις της ανάπτυξης της αγοράς» θα διευρύνει την ημερήσια ζώνη συναλλαγών για τη συναλλαγματική ισοτιμία ρενμίμπι με το ρούβλι.

Πρόκειται για πρόκληση κατά των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ, αφού, χωρίς να αντιταχθούν ευθέως στις κυρώσεις, ανανεώνουν την ενθάρρυνση της Μόσχας να παρατείνει τη στρατιωτική επιχείρηση. Εκτός από το ότι αποτελεί παράθυρο για τις κινεζικές φιλοδοξίες στον χρηματοοικονομικό τομέα: τα κρατικά μέσα τόνισαν την ευκαιρία για τη χώρα να προωθήσει τη χρήση του δικού της συστήματος διασυνοριακών πληρωμών με στόχο να ανταγωνιστεί το Swift, που διευκολύνεται από την ενίσχυση του κινεζικού νομίσματος έναντι του ρουβλίου και άλλων ασιατικών νομισμάτων.

Οι απρόβλεποι παράγοντες
 
Είναι γεγονός ότι ο καθένας επιδιώκει ατομικούς στόχους ενεργώντας σε συνεργασία με τον άλλον εναντίον της Ουάσιγκτον. Η Κίνα και η Ρωσία έχουν διαφωνίες στην Κεντρική Ασία, στις οποίες οι δύο δυνάμεις δεν μπορούν να είναι ταυτόχρονα κυρίαρχες. Η Ρωσία δεν έχει καμία εκτίμηση για τον κινεζοκεντρικό κόσμο που θέλει να επιβάλει ο Σι Τζινπίνγκ και το Πεκίνο βλέπει τη Μόσχα ως ένα ευάλωτο σημείο αστάθειας στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Ευρώπη.

Αλλά ακόμα κι αν οι απώτεροι στόχοι του Σι και του Πούτιν αποκλίνουν, οι ενδιάμεσοι στόχοι τους φέρνουν πιο κοντά. Η Ρωσία είναι πιο σημαντική στην παγκόσμια σκηνή στο πλαίσιο της συμφωνίας με την Κίνα, παρά μόνη της. Η Κίνα έχει περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού διαιρώντας την προσοχή του Λευκού Οίκου σε δύο μέτωπα και διασφαλίζοντας ότι, μέσω της Ρωσίας, η Ασία θα αναγκαστεί να υποκύψει στις επιθυμίες του Πεκίνου.

Όμως στη γεωπολιτική υπάρχουν και ορισμένα όρια. Οι κίνδυνοι είναι επιτρεπτοί μέχρι να γίνουν μη αποδεκτοί. Σε ποιο σημείο θα ήταν αδύνατο να απορροφήσει το Πεκίνο την αστάθεια του πολέμου στην Ουκρανία; Η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών, η άνοδος του πληθωρισμού και ο κίνδυνος έλλειψης τροφίμων στην Κίνα μπορούν να προκαλέσουν κοινωνικούς τριγμούς που θέτουν σε κίνδυνο τις προετοιμασίες για τη θριαμβευτική επανεκλογή του Σι τον Νοέμβριο.

Σε κάθε περίπτωση, ο πόλεμος στην Ουκρανία άνοιξε νέα άγνωστα πεδία και οι οικονομικές και στρατιωτικές κρίσεις μπορούν να δημιουργήσουν μη αναμενόμενες αλλαγές που αλλάζουν τους υπολογισμούς όλων των παραγόντων που εμπλέκονται στις διαμάχες των Μεγάλων Δυνάμεων.

  Φίλιππος Αδαμίδης

GEOEUROPE.ORG, Αρθρογράφος

https://www.huffingtonpost.gr/ 23-3-2022

23/03/2022 
 
                   ΣXETIKA KEIMENA             



 Stratfor: Οι λεπτές γραμμές της Κίνας στο Ουκρανικό.

 
Η πολιτική στήριξη της Κίνας στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία βασίζεται στην αντιδυτική ιδεολογία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, καθώς και στην πραγματιστική ανάγκη στήριξης των λίγων διπλωματικών εταίρων της Κίνας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η Μόσχα. [Shutterstock/Vitalii Vodolazskyi]

Ενώ η Κίνα πιθανότατα θα συνεχίσει για ιδεολογικούς και στρατιωτικούς λόγους να παρέχει σιωπηρή στήριξη στη Ρωσία για τον πόλεμο στην Ουκρανία, το Πεκίνο θα επιδιώξει επίσης να βελτιώσει τις σχέσεις του με τη Δύση και να συμμορφωθεί με τις κυρώσεις ενάντια στη Μόσχα για να προστατεύσει την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας.

Από τις 24 Φεβρουαρίου που ξεκίνησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Κίνα έχει δικαιολογήσει τις αμυντικές ανησυχίες της Ρωσίας για την εξάπλωση του ΝΑΤΟ και κινεζικές εφημερίδες έχουν αναπαραγάγει τους ρωσικούς ισχυρισμούς για τις ευθύνες της Δύσης στις εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, όπως οι αστήριχτες κατηγορίες για αμερικανική στήριξη για τη χρήση βιολογικών όπλων. Τις πρώτες εβδομάδες μετά την έναρξη της σύγκρουσης, η Κίνα αρνήθηκε να αποκαλέσει την εισβολή «πόλεμο» και επανέλαβε τον ρωσικό ισχυρισμό ότι η εισβολή στην Ουκρανία δεν είναι πόλεμος, αλλά ειδική στρατιωτική επιχείρηση.

Το Πεκίνο έχει επίσης απορρίψει ως «fake news» τους ισχυρισμούς της Δύσης ότι η Κίνα μπορεί να βοηθήσει στρατιωτικά τη Ρωσία ή να βοηθήσει τη Ρωσία να παρακάμψει τις οικονομικές και τεχνολογικές κυρώσεις, και Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν επαναλάβει τη σημασία των ρωσικών συνεργασιών ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι καμία από τις δύο χώρες δεν στηρίζει απαραίτητα κάθε κίνηση της άλλης.

Η πολιτική στήριξη της Κίνας στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία βασίζεται στην αντιδυτική ιδεολογία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, καθώς και στην πραγματιστική ανάγκη στήριξης των λίγων διπλωματικών εταίρων της Κίνας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η Μόσχα.

Η στήριξη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στις «εναλλακτικές δημοκρατίες» – κοινώς απολυταρχικά καθεστώτα τα οποία ισχυρίζονται ότι είναι οι φύλακες των πολιτών τους και οι υπερασπιστές της εθνικής ισχύος – και η εναντίωσή της στη λεγόμενη «δυτική φιλελεύθερη δημοκρατική ηγεμονία» έχουν τις ρίζες τους στην ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και τις ιδέες του Μάο Τσε Τουνγκ για μια παγκόσμια κομμουνιστική επανάσταση. Οι ιδέες αυτές απέκτησαν νέα πνοή υπό τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος θεωρεί ότι ο δυτικός κόσμος στον οποίο έχουν ηγετικό ρόλο οι ΗΠΑ είναι καταδικασμένος σε πολιτισμική παρακμή και η Κίνα θα γνωρίσει μια «εθνική αναγέννηση», καθώς εξελίσσεται στην υπερδύναμη του πλανήτη.

Έτσι, όποτε εμφανίζεται μια ευκαιρία για να αμφισβητηθούν οι δυτικοί ισχυρισμοί για μια ειρηνική φιλελεύθερη διακυβέρνηση και επωφελών περιφερειακών αμυντικών συνεργασιών, το Πεκίνο την εκμεταλλεύεται, ειδικά όταν ενισχύουν την ισχύ ενός στρατηγικού αμυντικού συμμάχου όπως η Ρωσία.

Το Πεκίνο θα συνεχίσει να στηρίζει πολιτικά τη Μόσχα ακόμα και αν αυτό έρχεται σε σύγκρουση με τη θέση του Πεκίνου σε άλλες εδαφικές διαμάχες, δεδομένης της ανάγκης να διασφαλίσει ότι θα υπάρχει συνέχεια στην εφαρμοζόμενη πολιτική, καθώς ο Γενικός Γραμματέας Σι διεκδικεί την τρίτη του θητεία.

Από την ίδρυσή του, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ισχυρίζεται ότι τάσσεται υπέρ της μη παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών, ότι στηρίζει την εθνική κυριαρχία και απορρίπτει τα αποσχιστικά κινήματα, δεδομένης της κατοχής διάφορων περιοχών της Κίνας από δυτικές δυνάμεις τον 19ο και τον 20ο αιώνα και τη μακραίωνη διαμάχη της με την Ταϊβάν.

Ενώ η σιωπηρή στήριξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία από το Πεκίνο έρχεται σε σύγκρουση με αυτή την αρχή της εξωτερικής της πολιτικής, το Πεκίνο είναι πρόθυμο να το αγνοήσει αυτό για να διατηρήσει τη συνεργασία με τη Μόσχα σε μια περίοδο αυξημένου στρατηγικού ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ. Επιπροσθέτως, υπάρχει και ένα έντονα προσωπικό στοιχείο στις σχέσεις Κίνας-Ρωσίας: ο Σι έχει συναντηθεί με τον Βλαντιμίρ Πούτιν 38 φορές από τότε που ανέβηκε στην εξουσία το 2012, περισσότερες από οποιοδήποτε άλλο ηγέτη. Συνεπώς, μια απάρνηση της σχέσης με τη Ρωσία θα συνιστούσε απάρνηση της πολιτικής κρίσης του Σι σε μια χρονιά στην οποία σχεδιάζει να ξεκινήσει μια τρίτη θητεία ως Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας στο 20 Συνέδριο του Κόμματος στα τέλη του 2022. Ο Σι δύσκολα θα αποκηρύξει αυτή τη στήριξη προς τη Ρωσία μετά την έναρξη της τρίτης θητείας τους επειδή ο ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ, και ως εκ τούτου η ανάγκη της Κίνας για στρατηγικούς εταίρους, θα συνεχιστεί.

Παρά τον συνεχιζόμενο ανταγωνισμό μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, το Πεκίνο θα προσπαθήσει να αποκαταστήσει τις διπλωματικές σχέσεις με τις δυτικές κυβερνήσεις, καθώς η βραχυπρόθεσμη ανάγκη για εμπορικούς εταίρους αντισταθμίζει τον μακροπρόθεσμο στόχο για μεγαλύτερη αυτάρκεια στις εφοδιαστικές αλυσίδες και την εγχώρια κατανάλωση.

Καθώς συνεχίζεται ο πόλεμος την Ουκρανία, η σιωπηρή στήριξη του Πεκίνου στη Μόσχα θα διαβρώσει περαιτέρω την εικόνα της Κίνας στο εξωτερικό ως μιας αξιόπιστης παγκόσμιας δύναμης. Αυτό μπορεί να παρακινήσει κινέζους διπλωμάτες να επιχειρήσουν να αποκαταστήσουν εμπορικές σχέσεις, ειδικά με την Ευρώπη όσον αφορά την Περιεκτική Συμφωνία για τις Επενδύσεις και με την Αυστραλία όσον αφορά τον μονομερή εμπορικό πόλεμο ενάντια στα αυστραλιανά προϊόντα που ακολούθησε τη στήριξη της Καμπέρα στις έρευνες για την προέλευση του κορωνοϊού.

Το Πεκίνο θα επιχειρήσει επίσης να τονώσει τις σχέσεις στην Υποσαχάρια Αφρική και στη Λατινική Αμερική για να καλλιεργήσει μελλοντικές εμπορικές συνεργασίες και να προβάλλει την εναλλακτική δημοκρατία ως ανώτερο μοντέλο διακυβέρνησης από τη φιλελεύθερη δημοκρατία της Δύσης.

Η Κίνα θα συνεχίσει να υπερασπίζεται μια ειρηνική λύση στην Ουκρανία και μπορεί να επιλέξει ακόμα και να προσπαθήσει να συμβάλλει στην επίτευξή της ή σε διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός ή για την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας με στόχο να αποκαταστήσει την εικόνα της ως υπεύθυνης διεθνούς δύναμης. Αλλά αν η διαπραγματευτική θέση της Ρωσίας παραμείνει ισχυρή, η Κίνα δύσκολα θα επιδιώξει να αναλάβει ηγετικό ρόλο σε διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της σύγκρουσης, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι το Πεκίνο δικαιολογεί ρητά μια ξένη εισβολή, βοηθώντας τη Ρωσία να καταλάβει περιοχές ή να στηρίξει αποσχιστικά κινήματα.

Επιπλέον, οι διαπραγματεύσεις θα περιλάμβαναν συζητήσεις για το μέλλον της Κριμαίας, μιας πρώην αυτόνομης περιοχής που προσάρτησε η Ρωσία, και η Κίνα δεν θα ήταν διατεθειμένη να στηρίξει μια ειρηνευτική συμφωνία με τους όρους της Ρωσίας καθώς θα δικαιολογούσε ανάλογες κινήσεις εναντίον κινεζικών περιοχών, όπως η Ξινγιάνγκ.

H ανάγκη της Κίνας να στηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας της σημαίνει ότι το Πεκίνο πιθανότατα θα συμμορφωθεί με τις κυρώσεις της Δύσης στον χρηματοοικονομικό και τεχνολογικό τομέα της Ρωσίας. Το κρατικά κινεζικά μέσα ενημέρωσης θα συνεχίσουν να αναπαράγουν το αφήγημα ότι οι δυτικές κυρώσεις είναι μονομερείς (δεν βασίζονται σε διεθνή συναίνεση), αναποτελεσματικές και σύμβολο της αμερικανικής οικονομικής ηγεμονίας. Αλλά οι μεγάλες κινεζικές τράπεζες και εταιρείες, τόσο δημόσιες όσο και ιδιωτικές, θα συμμορφωθούν σε γενικές γραμμές με τις δυτικές κυρώσεις για να αποφύγουν να υποστούν δευτερογενείς κυρώσεις σε μια χρονιά που το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας προβλέπει ήδη ότι η παγκόσμια ζήτηση για κινεζικές εξαγωγές θα υποχωρήσει, καθώς οι μεγάλες οικονομίες ξανανοίγουν και η διεθνής καταναλωτική ζήτηση μετατοπίζεται από τα αγαθά στις υπηρεσίες. Επιπλέον, οι κινεζικές αρχές προσπαθούν να διασφαλίσουν προμήθειες για καύσιμα, τρόφιμα και αγροτικές και βιομηχανικές εισροές καθώς υπάρχει παγκόσμια έλλειψη σε εμπορεύματα.

Η κινεζική ηγεσία προσπαθεί επίσης να αποφύγει μια κατάρρευση στον τομέα του real estate, μια κρίση στο χρέος των τοπικών κυβερνήσεων, μια επιδείνωση της ανεργίας και αύξηση των «λουκέτων» σε μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ενώ παραμένει δεσμευμένη σε μια πολιτική μηδενικών κρουσμάτων κορωνοϊού. Αυτοί οι οικονομικοί περιορισμοί καταδεικνύουν ότι το Πεκίνο δεν έχει πολλά περιθώρια για να επιτύχει τον φιλόδοξο στόχο για ανάπτυξη 5,5% το 2022 και συνεπώς θα προσπαθήσει να αποφύγει με κάθε κόστος να προκαλέσει αντίποινα από τη Δύση με τη μορφή νέων κυρώσεων.

Για τους ίδιους λόγους, η Κίνα θα αποφύγει πιθανότατα να παράσχει σημαντική χρηματοοικονομική ή στρατιωτική βοήθεια στη Ρωσία, βοήθεια την οποία σύμφωνα με αμερικανικές πληροφορίες έχει ζητήσει ευθέως η Μόσχα. Αν και οι κινεζικές αρχές έχουν απειλήσει να χρησιμοποιήσουν τον νόμο για την καταπολέμηση των κυρώσεων από ξένους ως απάντηση στις δυτικές κυρώσεις, κάτι τέτοιο θα υπονόμευε το κινεζικό επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον, περιπλέκοντας τα σχέδια του Πεκίνου για την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας.
 
https://www.euro2day.gr/specials/topics/article/2124398/stratfor-oi-leptes-grammes-ths-kinas-sto-

22/3/2022