Με ποια προηγούμενα αναμετριέται ο Μακρόν.

 


Με ποια προηγούμενα αναμετριέται ο Μακρόν.

Αντιμέτωπος με την πρόκληση της επανεκλογής του στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, που θα διεξαχθεί στις 24 Απριλίου, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έχει να αντιμετωπίσει ορισμένες γαλλικές "ιδιαιτερότητες”.

Κανένας πρόεδρος μετά τον Ζακ Σιράκ δεν εξασφάλισε δεύτερη θητεία. Για την ακρίβεια, ο Νικολά Σαρκοζί έχασε τις εκλογές, ενώ ο Φρανσουά Ολάντ δεν δοκίμασε καν την τύχη του σε αυτές.

Επίσης καμία κυβέρνηση από το 1986 και μετά δεν εξασφάλισε κοινοβουλευτική πλειοψηφία για δεύτερη πενταετία (με την εξαίρεση της κεντροδεξιάς το 2007).

Επιπλέον κάθε δημοσιονομικό έτος από το 1978 και εξής έκλεισε με μεγαλύτερο ή μικρότερο έλλειμμα.

Το πρώτο από τα τρία αυτά ιστορικά προηγούμενα ο Μακρόν ελπίζει βασίμως να το ξεπεράσει, έχοντας απέναντί του την Μαρίν Λεπέν. Όμως επιδόσεις σαν του 2017, οπότε η ηγέτιδα της ακροδεξιάς περιορίσθηκε στο ένα τρίτο των ψήφων κατά τον δεύτερο γύρο, ενώ ο νυν πρόεδρος συγκέντρωσε τα δύο τρίτα, ανήκουν σε κάποιο μακρινό παρελθόν. Η μάχη θα δοθεί επί ίσοις όροις, με την Λεπέν πλέον "αποδαιμονοποιημένη”.

Το δεύτερο ιστορικό προηγούμενο ο Γάλλος πρόεδρος θα το βρει μπροστά του στις 12 και 19 Ιουνίου, οπότε θα διεξαχθούν σε δύο γύρους οι βουλευτικές εκλογές - σε ένα τοπίο όπου η καταρράκωση των παραδοσιακά ισχυρών κομμάτων, όπως οι Ρεπουμπλικανοί και οι Σοσιαλιστές, σε συνδυασμό με την χαλαρή "μεταπολιτική" φυσιογνωμία της παράταξης του ίδιου του προέδρου, γεννά τεράστια ερωτήματα για το είδος του συσχετισμού που θα προκύψει στο επόμενο κοινοβούλιο.

Η ανάγκη αποτροπής των άβολων "συγκατοικήσεων” του παρελθόντος ανάμεσα σε προέδρους και κυβερνήσεις από διαφορετικές πολιτικές οικογένειες οδήγησε στον περιορισμό της προεδρικής θητείας μετά το 2002 στα πέντε χρόνια, ώστε οι προεδρικές εκλογές σχεδόν να συμπίπτουν με τις βουλευτικές (και για την ακρίβεια να τις προκαταλαμβάνουν πολιτικά, εφόσον προηγούνται κατά λίγες εβδομάδες). Όμως αυτή τη φορά μία "συγκατοίκηση” με άγνωστα προς το παρόν χαρακτηριστικά δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Το ιδιόμορφο πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα δεν μπορεί άλλωστε να εξασφαλίσει εύκολες πλειοψηφίες, όταν ο κατακερματισμός δεν είναι μόνο πολιτικός, παρά έχει και γεωγραφικά χαρακτηριστικά. Οι "Γαλλίες” του Μακρόν, της Λεπέν και του Μελανσόν είναι διαφορετικές και απομακρυσμένες "χώρες”.

Το τρίτο ιστορικό προηγούμενο βαραίνει ακόμη περισσότερο μετά την ευρωπαϊκή νομισματική ενοποίηση και την οικονομική κρίση. Από την "στροφή” του Μιτεράν του 1983 μέχρι σήμερα, κάθε γαλλική κυβέρνηση προτάσσει ως πρώτη της στρατηγική προτεραιότητα την ευρωπαϊκή ενοποίηση και ακολουθεί πολιτικές δημοσιονομικής ορθοδοξίας, που όμως προσκρούουν σε τακτικά επαναλαμβανόμενες "εκρήξεις” της (προσδεδεμένης στα κεκτημένα της) γαλλικής κοινωνίας.

Είναι και τώρα χαρακτηριστικό το πώς η ανακοίνωση του προεκλογικού προγράμματος του Μακρόν, με επίκεντρο την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65 έτη, προσγείωσε το διψήφιο δημοσκοπικό του προβάδισμα σε μόλις 4,7 μονάδες. (Το ότι ο νυν πρόεδρος κατέγραψε αυτή τη φορά καλύτερο ποσοστό απ' ό,τι το 2017, οπότε όμως ήταν "αουτσάιντερ”, θα πρέπει να σχετικοποιηθεί, υπό το φως και της "λεηλασίας” των ψήφων της κεντροδεξιάς).

Είναι επίσης χαρακτηριστικό, το πώς καθ'οδόν προς τον δεύτερο γύρο ο μεν Μακρόν αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο να μην προχωρήσει στην συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, ενώ η Λεπέν, που προέβαλε προεκλογικά ως η "υποψήφια της υπεράσπισης του βιοτικού επιπέδου”, επιδίδεται σε εντατικό φλερτ των ψηφοφόρων του Μελανσόν.

Συνεπώς, ακόμη και αν δεν προκύψει το "σοκ” μιας εκλογής της Λεπέν στην γαλλική προεδρία, η σταθεροποίηση της Γαλλίας θα παραμείνει ανέφικτο (;) ζητούμενο. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία των εκλογέων έχει εκδηλώσει αντισυστημικές προτιμήσεις, είτε στα δεξιά είτε στα αριστερά, μένει απαράγραπτο. Ο τρόπος με τον οποίο διεξάγεται η προεκλογική εκστρατεία για τον δεύτερο γύρο ενισχύει (όσο και αν "ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνση εκ του εκλογικού ταμείου”) την πίεση για μια πολιτική περισσότερο κοινωνική - και "εθνική”. Και κυρίως: η αποδυνάμωση των κομματικών μηχανισμών, η τριχοτόμηση της ψήφου και η αναντιστοιχία κοινωνικών προσδοκιών και πολιτικής έκφρασης συνιστούν συνταγή συνεχιζόμενου αναβρασμού.

Του Κώστα Ράπτη

https://www.capital.gr/diethni/3627512/me-poia-proigoumena-anametrietai-o-makron

12/4/2022


        Διαβάστε ακόμα: