Η τουρκική εξωτερική πολιτική σε Λατινική Αμερική και Καραϊβική.

 
Η τουρκική εξωτερική πολιτική
σε Λατινική Αμερική και Καραϊβική.


Του ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΚΑΡΚΩΤΗ*


Από τις 23 μέχρι τις 29 Απριλίου, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πραγματοποίησε επταήμερη περιοδεία σε έξι χώρες της Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής, και συγκεκριμένα τις ακόλουθες: Ουρουγουάη, Βραζιλία, Εκουαδόρ, Κολομβία, Παναμά και Βενεζουέλα. Η πολυήμερη επίσκεψη του επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας αντανακλά μια πολύχρονη και συστηματική προσπάθεια της Άγκυρας να εμβαθύνει τους δεσμούς της με τις περιφέρειες της Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής. Εδώ και μια εικοσαετία περίπου το τουρκικό κράτος, ειδικότερα υπό την ηγεσία AKP – Ερντογάν, επιχειρεί την πολυδιάστατη αναβάθμιση της παρουσίας του στις εν λόγω περιοχές και την ανάπτυξη σχέσεων σε μια σειρά από τομείς: διπλωματία, οικονομία, εμπόριο, αμυντική βιομηχανία, πολιτισμός κ.ά.

Ο γεωστρατηγικός αυτός προσανατολισμός εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης αναθεωρητικής πολιτικής που έχει υιοθετήσει η Τουρκία τις τελευταίες δύο δεκαετίες όπως αντικατοπτρίζεται έκδηλα στο σκέλος των εξωτερικών υποθέσεων. Σε διάφορες περιφερειακές εστίες (λ.χ. Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Υποσαχάρια Αφρική) έχει χρησιμοποιήσει μια εργαλειοθήκη που εκτείνεται από την οικονομική μέχρι την πολιτιστική διπλωματία, από τα επενδυτικά έργα μέχρι την ανθρωπιστική βοήθεια, από τη βιομηχανία τηλεοπτικών σειρών μέχρι την οικοδόμηση τεμένων. Συναφώς, η Τουρκία έχει επικεντρωθεί και στη Λατινική Αμερική με στόχο την ολόπλευρη ενδυνάμωση των σχέσεων της σε διμερές και πολυμερές επίπεδο.

Στη διπλωματική πτυχή η αύξηση των τουρκικών πρεσβειών από έξι σε 18 εντός του διαστήματος των τελευταίων 20 ετών, αποτελεί ενδεικτική παράμετρο, με την πιο πρόσφατη πρεσβεία να εγκαινιάζεται στην Ουρουγουάη προ ολίγον ημερών στην περιοδεία Τσαβούσογλου. Επίσης, ανακοινώθηκε πως σύντομα ανοίγει διπλωματική αποστολή και στο Ελ Σαλβαδόρ. Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι το 1998 η Τουρκία εκπόνησε σχέδιο δράσης για την Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, το οποίο επικαιροποίησε το 2006 ανακηρύσσοντας τη χρονιά ως «Έτος Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής», ήτοι παρέχοντας ένα οδικό χάρτη οικονομικό-πολιτικής προσέγγισης προς τις άνω περιφέρειες. Δυνάμει αυτού του πλάνου το τουρκικό κράτος έχει υπογράψει διάφορες οικονομικές συμφωνίες με 18 κράτη, συμπεριλαμβανομένων της Βραζιλίας, Αργεντινής, Μεξικού και Κολομβίας. Περαιτέρω, η Τουρκία συνομολόγησε «Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου» με τη Χιλή (τέθηκε σε εφαρμογή το 2011) όπως και με τη Βενεζουέλα (2020), ενώ βρίσκονται εν εξελίξει διαπραγματεύσεις με Εκουαδόρ, Κολομβία, Περού και Μεξικό. Στο συγκείμενο αυτό η Τουρκία στοχεύει να συνάψει παρόμοιας φύσεως συμφωνίες και με περιφερειακούς οργανισμούς όπως η Καραϊβική Κοινότητα, η Κοινή Αγορά του Νότου (MERCOSUR) και η Συμμαχία του Ειρηνικού.

Αξιοσημείωτα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες ο όγκος εμπορικών συναλλαγών Τουρκίας – Λατινικής Αμερικής & Καραϊβικής εκτινάχθηκε αλματωδώς από το 1 δισεκατομμύριο δολάρια στα 15 δισεκατομμύρια δολάρια αντιπροσωπεύοντας αύξηση της τάξης του 43%, όπου η Τουρκία το 2021 πέτυχε εξαγωγές άνω των 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο κύριος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας είναι η Βραζιλία με την οποία υπέγραψε νέες συμφωνίες στους τομείς του τουρισμού, αμυντικής βιομηχανίας και γεωργίας κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Τσαβούσογλου. Τα κύρια προϊόντα που εξάγει η Τουρκία στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική είναι ο σίδηρος και ο χάλυβας, ενώ εισάγει κατά κύριο λόγο ορυκτά καύσιμα αλλά και ορισμένα αγροτικά προϊόντα.

Βέβαια, η Τουρκία επιδιώκει να αξιοποιήσει την ανεπτυγμένη αμυντική βιομηχανία της και συγκεκριμένα τα μη-επανδρωμένα αεροσκάφη (drones) τύπου Bayraktar που έχουν ήδη προσελκύσει το στρατιωτικό ενδιαφέρον 16 κρατών της περιοχης. Η «διπλωματία των drones» συνιστά εδώ και καιρό, όπως είναι καλά γνωστό, εργαλείο άσκησης τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Την ίδια στιγμή σε τεχνολογικό επίπεδο προωθεί συνέργειες με έμφαση στους πυλώνες του διαστήματος και των δορυφορικών συστημάτων, έχοντας ήδη κατοχυρώσει συμφωνία συνεργασίας με την Αργεντινή. Οι δε επενδυτικές δραστηριότητες των τουρκικών εταιρειών στη Λατινική Αμερική εντείνονται με γρήγορους ρυθμούς. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι μέχρι τα μέσα του 2000 υπήρχε μόνο μια τουρκική θυγατρική εταιρεία στην περιφέρεια, ενώ σήμερα υπάρχουν περισσότερες από 20 τουρκικές εταιρείες κυρίως στην αυτοκινητοβιομηχανία, την εξορυκτική βιομηχανία και τις μεταφορές. Ο τουρκικός εθνικός αερομεταφορέας (Turkish Airlines) επιχειρεί πτήσεις σε αρκετούς προορισμούς, καθώς επίσης και στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διανοίγονται προοπτικές (ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική, γεωθερμική κ.λπ.) αφού οι εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας είναι ότι η Τουρκία θα διευρύνει τις ανανεώσιμες ενεργειακές της δυνατότητες κατά 50% τα επόμενα πέντε χρόνια.

Επιπλέον, ένα σημαντικό «όπλο» που ανασύρει το τουρκικό κράτος από την πολιτιστική διπλωματία και την άσκηση «ήπιας ισχύος» είναι η βιομηχανία των τηλεοπτικών σειρών που κυριολεκτικά έχουν κατακλύσει τα τηλεοπτικά προγράμματα πολλών χωρών της Λατινικής Αμερικής και Καραϊβικής διαμορφώνοντας ενδιαφέρουσες πολιτισμικές αναπαραστάσεις για την τουρκική κοινωνία. Την ίδια στιγμή τουρκικά πολιτιστικά ιδρύματα (Maarif Foundation, Yunus Emre Institute) δραστηριοποιούνται παρέχοντας εκπαιδευτικά και μορφωτικά μαθήματα τουρκικής γλώσσας και κουλτούρας, ενώ ο Τούρκος ΥΠΕΞ εγκαίνιασε ένα σχετικό πολιτιστικό παράρτημα στην Κολομβία κατά την παρουσία του στην πρωτεύουσα Μποκοτά. Στον τομέα αυτό σκοπός είναι να δημιουργηθούν πανεπιστημιακά προγράμματα στα γνωστικά αντικείμενα της τουρκικής ιστορίας και διπλωματίας, η δυνατότητα ανταλλαγής φοιτητών και η χορήγηση υποτροφιών. Διάφοροι, επιπρόσθετα, δημοσιογραφικοί και ανθρωπιστικοί οργανισμοί που δρουν ως κρατικοί βραχίονες συμβάλλουν στην πρόωθηση της «τουρκικής εικόνας» (π.χ. Anadolu Agency, Turkish Coordination and Cooperation Agency).  Σε επίπεδο θρησκευτικής διπλωματίας η Τουρκία ήδη εδώ και κάποια χρόνια έχει εμπλακεί ποικιλοτρόπως με την οικοδόμηση μουσουλμανικών τεμένων, τη διοργάνωση θρησκευτικών συνεδρίων αλλά και την ανάδειξη θεμάτων που απασχολούν τις μουσουλμανικές κοινότητες της Λατινικής Αμερικής.

Υπό το φως των ανωτέρω καθίσταται πρόδηλο πως η τουρκική κυβέρνηση ακολουθεί με σταθερό και συγκροτημένο βηματισμό την ενίσχυση των σχέσεων της με τη Λατινική Αμερική και Καραϊβική. Η αναζήτηση και χάραξη από την Άγκυρα μιας -εν μέρει- στρατηγικής αυτονόμησης και εξισορρόπησης, ανάμεσα αφενός στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο του οποίου είναι τμήμα και αφετέρου σε δυνάμεις όπως Ρωσία/Κίνα, υπαγορεύει στην τουρκική εξωτερική πολιτική να κατηγοριοποιήσει τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (όπως και την Αφρική) ως πεδία προβολής ισχύος, απόκτησης εταίρων και άσκησης επιρροής. Στην εν λόγω οπτική θεώρηση των διεθνών σχέσεων ο πλανητικός άξονας δεν διαιρείται αποκλειστικά ως Δύση – Ανατολή, αλλά αναδύεται σχηματικά και ως Βορράς – Νότος, με τη γεωπολιτική πυξίδα του τουρκικού κράτους να δείχνει προς τον «Παγκόσμιο Νότο». Είναι δε στο πλαίσιο αυτό που γίνεται αντιληπτή και η επαναλαμβανόμενη θέση του Τούρκου προέδρου ότι «ο κόσμος είναι μεγαλύτερος των πέντε» (‘the world is bigger than five’) υπονοώντας μια κριτική αμφισβήτηση και ανάγκη μεταρρύθμισης της υφιστάμενης δομής των 5 μόνιμων-μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΟΗΕ), καθώς εγκαλείται για την ανεπάρκεια του να αντιπροσωπεύσει τα γεωγραφικά-πληθυσμιακά δεδομένα σε παγκόσμια κλίμακα.

*Νομικού – Ερευνητή (LLB Law, LLM International Law)


https://www.apopseis.com/i-toyrkiki-exoteriki-politiki-se-latiniki-ameriki-kai-karaiviki/

30/4/2022


           Διαβάστε ακόμη         


 
Τουρκική οικονομία σε τεντωμένο σκοινί
– Πού θα βγάλει η «φιλοουκρανική αλλά όχι εντελώς αντιρωσική» πολιτική της Αγκυρας.
Ο πόλεμος φτάνει στα όρια τις αντοχές της Αγκυρας

'Εχει περγαμηνές και αδιαμφισβήτητη φήμη από τη μακρά περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η τουρκική διπλωματία. Η αποτελεσματικότητά της έχει επανειλημμένως επιβεβαιωθεί σε πολιτικό επίπεδο.

Η τακτική του «επιτήδειου ουδέτερου» που ακολούθησε στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, η οποία δεν ήταν παρά μια ουσιαστική  υποστήριξη των επιτιθεμένων (και χαμένων), όχι μόνο δεν την έβλαψε γεωστρατηγικά αλλά της εξασφάλισε την ανοχή των αμυνομένων σε πάμπολλες στρατιωτικές επιχειρήσεις εκτός τουρκικής επικράτειας: στη Συρία και στο Ιράκ πιο πρόσφατα, και βέβαια στην Κύπρο, η εισβολή στην οποία αποτελεί την πιο κραυγαλέα παραβίαση, εκ μέρους της Αγκυρας, της διεθνούς νομιμότητας και του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Η τακτική των ίσων αποστάσεων

Ούτε σε οικονομικό επίπεδο η τακτική της προκλητικής πολιτικής ουδετερότητας και των ίσων αποστάσεων έχει στοιχίσει στην Τουρκία. Εγγενή και ενδημικά πολιτισμικά και κοινωνικά βαρίδια δεν έχουν επιτρέψει σε μια χώρα που τετραπλασίασε τον πληθυσμό της από το 1950 (από τα 21 έφτασε στα 84 εκατομμύρια) να εκτιναχθεί οικονομικά όπως θα μπορούσε αν, για παράδειγμα, δεν συμμετείχε μόνο το 38% των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, όταν ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 65%. Αλλά χάρη στον πακτωλό ξένων επενδύσεων και στις πολυσχιδείς οικονομικές συνεργασίες, η Τουρκία έχει καταφέρει να γίνει μία από τις 20 μεγαλύτερες σε ΑΕΠ οικονομίες του πλανήτη και να ενταχθεί στο G20.

Η απατηλή μεγάλη εικόνα

Την επαμφοτερίζουσα, «ξεχωριστή» στάση της Αγκυρας (και) στον πόλεμο της Ουκρανίας περιέγραψε προσφάτως μιλώντας στο δίκτυο «France 24» ο διευθυντής των γραφείων του γερμανικού Marshall Fund στην Αγκυρα Οζγκούρ Ουνλουχισαρτσικλί«φιλοουκρανική, αλλά όχι εντελώς αντιρωσική».

Ο τούρκος πολιτειολόγος αναφέρθηκε στον υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που χαρακτήρισε τη ρωσική εισβολή αμέσως μόλις εκδηλώθηκε ως «απαράδεκτη» και ως «κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου» και τέσσερις ημέρες αργότερα η Αγκυρα αποδέχθηκε την ουκρανική έκκληση να χαρακτηριστεί η σύγκρουση ως «πόλεμος», με συνέπεια να απογορευτεί η διέλευση από τον Βόσπορο και τα στενά των Δαρδανελίων στα πολεμικά πλοία βάσει της Συνθήκης του Μοντρέ το 1936.

Καλοδεχούμενοι οι ρώσοι ολιγάρχες

Αναφέρθηκε επίσης κατ’ αντιδιαστολήν ο Ουνλουχισαρτσικλί και στην αντίθεση της Αγκυρας στις κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία, υπενθυμίζοντας τη δήλωση του Τσαβούσογλου ότι οι ρώσοι ολιγάρχες «ασφαλώς και είναι καλοδεχούμενοι στην Τουρκία», όπου «μπορούν να κάνουν μπίζνες σύμφωνα πάντοτε με τους διεθνείς κανόνες» – προπάντων ο σεβασμός των διεθνών κανόνων, που είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για την Τουρκία.

Και όμως, η «μεγάλη εικόνα» είναι απατηλή κατά τον Χάουαρντ Αϊσενστατ, έναν ειδικό περί τα τουρκικά καθηγητή στο St. Lawrence University της Πολιτείας της Νέας Υόρκης και στο Middle East Institute στην Ουάσιγκτον. «Η οικονομική κρίση της Τουρκίας είναι ο καταλύτης των ενεργειών της Αγκυρας» υποστηρίζει ο Αϊσενστατ. Και εξηγεί ότι η λίρα έχει χάσει το 47% της αξίας της το τελευταίο δωδεκάμηνο, ενώ ο πληθωρισμός «χτύπησε» νέο ρεκόρ 20ετίας φτάνοντας στο 61,14% τον Μάρτιο σε ετήσια βάση, από 54,4% που ήταν τον Φεβρουάριο.

Η φιλοξενία των αντιπροσωπειών

Ο πόλεμος έδωσε τη δυνατότητα στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να κάνει παιχνίδι φιλοξενώντας τις διαπραγματευτικές αντιπροσωπείες Ρώσων και Ουκρανών στην Κωνσταντινούπολη – παιχνίδι επικοινωνιακό, αλλά πόσα περισσότερα είναι η διπλωματία από την επικοινωνιακή διαχείριση των εθνικών συμφερόντων; Στο οικονομικό επίπεδο, πάντως, «σαν όλα να έχουν βαλθεί να διαψεύσουν τη βαθιά πεποίθηση του Ερντογάν ότι είναι τα υψηλά επιτόκια που φέρνουν τον πληθωρισμό» σημειώνει ο Αϊσενστατ. Και ο πόλεμος μοιάζει να εκθέτει οδυνηρά την ισχυρογνωμοσύνη του τούρκου προέδρου.

Στο μυαλό του Ερντογάν τα χαμηλά επιτόκια γεμίζουν με χρήμα τις τσέπες των φτωχών Τούρκων. Με πληθωριστικό χρήμα, σύμφωνοι, αλλά κι αυτό κουδουνίζει μέσα στις τσέπες. Φευ, ο πόλεμος δεν εξανεμίζει μόνο την αγοραστική ισχύ της λίρας. Εξαφανίζει και τα προϊόντα. «Η Ρωσία παρέχει το 45% του φυσικού αερίου που καταναλώνει η Τουρκία, το 70% του σιταριού, ενώ ήταν πέρυσι η μεγαλύτερη τουριστική εταίρος της χώρας με 4,7 εκατ. Ρώσους που την επισκέφθηκαν, που αντιστοιχούν σε ποσοστό 19% της συνολικής τουριστικής κίνησης» εξηγεί ο τουρκολόγος καθηγητής.

«Ανταγωνιστική συνεργασία»

«Είναι προφανές ότι η Τουρκία δεν θέλει να αντιπαρατεθεί στη Ρωσία. Διότι είναι υπερβολικά ευάλωτη στην απώλεια του ρωσικού σιταριού, του ρωσικού φυσικού αερίου, του ρωσικού πετρελαίου, αλλά και των τουριστών. Αν όμως θέλει κανείς να χαρακτηρίσει τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις, πρέπει να τις περιγράψει ως ανταγωνιστική συνεργασία» σημείωσε ο Ουνλουχισαρτσικλί του Marshall Fund.

Σε κάθε περίπτωση, η Αγκυρα φροντίζει όταν ξεπερνά τα όρια να εκτονώνει τάχιστα τις εντάσεις.

Παράδειγμα, η κατάρριψη από τουρκικά πυρά του ρωσικού αεροσκάφους στα σύνορα με τη Συρία το 2015, που προκάλεσε μείζονα διπλωματική κρίση. Η συγγνώμη που ζήτησε δημοσίως ο Ερντογάν τερμάτισε σύντομα τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας που είχε ανακοινώσει η Μόσχα δίκην αντιποίνων. Και εν πάση περιπτώσει, οι αντίθετες πλευρές που υποστήριξαν Μόσχα και Αγκυρα στους πολέμους της Συρίας, της Λιβύης και του Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν τραυμάτισαν σοβαρά τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις. Κάτι που πιστώνεται η τουρκική διπλωματία βέβαια, αν και η ρωσική πλευρά εκμεταλλεύεται και θέλει να διατηρήσει τη μοναδική σχέση εμπιστοσύνης που διατηρεί με ένα ιδρυτικό μέλος του ΝΑΤΟ – μια σχέση που από την πλευρά της η Αγκυρα «πουλάει» πανέξυπνα στη Συμμαχία ως «προνομιακή».

Τα κοινά συμφέροντα με την Ουκρανία

Δεν έχει μόνο με τη Ρωσία κοινά οικονομικά συμφέροντα η Τουρκία. Εχει αναπτύξει και με την Ουκρανία δεσμούς «στενότερους από τους δεσμούς των περισσότερων δυτικών χωρών», σύμφωνα με το ρεπορτάζ του «France 24». «Η Ουκρανία συνεισφέρει κατά το 15% στις συνολικές εισαγωγές σιτηρών της Τουρκίας, η οποία είναι η δεύτερη καλύτερη πελάτισσά της. Επίσης, περίπου 2 εκατομμύρια Ουκρανοί έκαναν διακοπές πέρυσι στην Τουρκία, αναδεικνύοντας έτσι την ουκρανική τουριστική αγορά τρίτη σε σημασία για την οικονομία της Αγκυρα η τουρκο-ουκρανική συνεργασία σε επίπεδο αμυντικο-οικονομικό.

Το Κίεβο ανακοίνωσε πέρυσι ότι ξεκίνησε την κατασκευή μιας βιομηχανικής μονάδας για την από κοινού με την Τουρκία κατασκευή του μη επανδρωμένου αεροσκάφους «Baykar Bayraktar TB2» – πρόκειται για το διασημότερο εξαγώγιμο στρατιωτικό προϊόν της Τουρκίας, η επιχειρησιακή αξία του οποίου αναδείχθηκε στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (το χρησιμοποίησαν οι δυνάμεις των Αζέρων) αλλά αναδεικνύεται και στον εν εξελίξει πόλεμο, καθώς με αυτό οι ουκρανικές δυνάμεις σπέρνουν τον πανικό και τον όλεθρο στις ρωσικές δυνάμεις τεθωρακισμένων που εισβάλλουν στη χώρα.

Η κατασκευάστρια του «θαυματουργού» τουρκικού drone δεν είναι βέβαια μια οποιαδήποτε ιδιωτική εταιρεία.
Τεχνολογικός διευθυντής της Baykar είναι ο γαμπρός του προέδρου Σελτζούκ Μπαϊρακτάρ – νυμφεύθηκε το 2016 τη μικρότερη κόρη του προέδρου, Σουμεϊγέ Ερντογάν. Το ερώτημα εάν οι στενές οικονομικές σχέσεις και βέβαια η πολιτική των ίσων αποστάσεων με τη Μόσχα και το Κίεβο βοηθήσουν την Τουρκία να ανακτήσει γρηγορότερα την όποια «οικονομική κανονικότητά» της όταν τελειώσει ο πόλεμος είναι πρόωρο να απαντηθεί.

Καψύλης Αλέξανδρος

  tovima.gr

30/4/2022