Το δίλημμα της Δύσης.

 
Jürgen Habermas

Το δίλημμα της Δύσης

Ενας πόλεμος εναντίον μιας πυρηνικής δύναμης δεν μπορεί να «κερδηθεί» με καμία λογική έννοια, τουλάχιστον όχι με τη στρατιωτική ισχύ σε μια θερμή σύγκρουση.

Το ακόλουθο κείμενο του Γερμανού φιλοσόφου Γιούργκεν Χάμπερμας είναι απόσπασμα άρθρου του, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Sϋddeutsche Zeitung στις 29/4/22


Εβδομήντα εφτά χρόνια μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου και τριάντα τρία χρόνια μετά το τέλος μιας ειρήνης που διατηρήθηκε -ακόμα και όταν απειλήθηκε- με την ισορροπία του τρόμου, επέστρεψαν στα σπίτια μας οι συγκλονιστικές εικόνες ενός πολέμου που εξαπέλυσε αυθαίρετα η Ρωσία. Ετσι, μεταξύ των δυτικών θεατών μεγαλώνει η ανησυχία για κάθε θάνατο, το σοκ για κάθε δολοφονία, η αγανάκτηση για κάθε έγκλημα πολέμου, ακόμα και η επιθυμία να κάνουν κάτι σχετικά με αυτά.

Η λογική έκβαση στην οποία οδηγούν αυτά τα συναισθήματα σε όλη τη χώρα είναι η προφανής τοποθέτηση εναντίον του Πούτιν και εναντίον μιας ρωσικής κυβέρνησης, η οποία εξαπέλυσε έναν μαζικό επιθετικό πόλεμο παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο και η οποία ακολουθεί έναν συστηματικά βάρβαρο τρόπο διεξαγωγής του πολέμου, παραβιάζοντας το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.

Παρά την ομόφωνη αυτή τοποθέτηση, μια διαφοροποιημένη προσέγγιση εμφανίζεται μεταξύ των κυβερνήσεων της συμμαχίας των δυτικών κρατών. Και στη Γερμανία έχει ξεσπάσει μια σφοδρή μάχη γνωμών, τροφοδοτούμενη από τα ΜΜΕ, για τον χαρακτήρα και το εύρος της στρατιωτικής βοήθειας σε μια σκληρά πληττόμενη Ουκρανία.

Τα αιτήματα της Ουκρανίας, η οποία δέχθηκε απρόκλητη επίθεση, μετατρέπουν αναπόφευκτα τα σφάλματα πολιτικής εκτίμησης και τις εσφαλμένες διαδρομές των προηγούμενων ομοσπονδιακών κυβερνήσεων σε ηθικό εκβιασμό. Πρόκειται για αιτήματα τόσο κατανοητά όσο φυσιολογικές είναι και οι συγκινήσεις, η συμπόνια και η ανάγκη να βοηθήσουμε που εκδηλώνονται σε όλους εμάς. Κι ωστόσο, με ενοχλεί η αυταρέσκεια με την οποία οι ηθικά αγανακτισμένοι κατήγοροι επιτίθενται εναντίον μιας σώφρονος και συνετής ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Σε μια συνέντευξη στο περιοδικό Der Spiegel, ο καγκελάριος συνόψισε την πολιτική του σε μία μόνο φράση: «Αντιμετωπίζουμε την οδύνη που η Ρωσία προκαλεί στην Ουκρανία με όλα τα μέσα που διαθέτουμε, προσπαθώντας να αποφύγουμε μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση που θα προκαλούσε μια απροσμέτρητη οδύνη σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, ίσως και σε ολόκληρο τον κόσμο». Καθώς η Δύση έχει αποφασίσει να μην παρέμβει σε αυτή τη σύγκρουση ως εμπόλεμο μέρος, υπάρχει ένα όριο διακινδύνευσης που αποκλείει μια απεριόριστη δέσμευση για τον εξοπλισμό της Ουκρανίας. Αυτό το όριο προσδιορίστηκε γι’ άλλη μια φορά από τη στήριξη της κυβέρνησής μας στους συμμάχους στη διάσκεψη του Ραμστάιν, καθώς και από την επανάληψη της απειλής του Λαβρόφ για χρήση πυρηνικών όπλων.

Εκείνοι που παραβλέπουν αυτό το όριο και συνεχίζουν, με οίηση και επιθετικό τρόπο, να σπρώχνουν τον Γερμανό καγκελάριο όλο και περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση, παραγνωρίζουν ή παρερμηνεύουν το δίλημμα που αντιμετωπίζει η Δύση, δεδομένου ότι έχει τα χέρια της δεμένα με την απόφαση -που και αυτή είναι ηθικά θεμελιωμένη- να μη γίνει μέρος αυτού του πολέμου.

Το δίλημμα που αναγκάζει τη Δύση να σταθμίσει ριψοκίνδυνα τις εναλλακτικές επιλογές στο φάσμα μεταξύ δύο κακών είναι σαφές: μια ήττα της Ουκρανίας ή η κλιμάκωση μιας περιορισμένης σύγκρουσης σε Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Από τη μια μεριά, έχουμε διδαχθεί το μάθημα του Ψυχρού Πολέμου, σύμφωνα με το οποίο ένας πόλεμος εναντίον μιας πυρηνικής δύναμης δεν μπορεί να «κερδηθεί» με καμία λογική έννοια, τουλάχιστον όχι με τη στρατιωτική ισχύ στο πλαίσιο μιας σαφώς θερμής σύγκρουσης.

Το δυναμικό πυρηνικής απειλής σημαίνει ότι το απειλούμενο μέρος, είτε κατέχει το ίδιο πυρηνικά όπλα είτε όχι, δεν μπορεί να θέσει τέρμα στην αβάστακτη καταστροφή που προκαλείται από τη χρήση της στρατιωτικής ισχύος με μια νίκη, αλλά το πολύ με έναν συμβιβασμό τον οποίο θα μπορούσαν να αποδεχθούν και τα δύο μέρη. Κανένα δεν πρέπει να υποστεί μια ήττα που θα το υποχρεώσει να εγκαταλείψει το πεδίο της μάχης ως «ηττημένο».

Οι διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της σύγκρουσης, που εκτυλίσσονται παράλληλα με τις μάχες, είναι μια έκφραση αυτής της συνειδητοποίησης. Το δυναμικό της ρωσικής απειλής εξαρτάται προφανώς από το γεγονός ότι η Δύση θεωρεί πως ο Πούτιν είναι ικανός να παρατάξει όπλα μαζικής καταστροφής. Στην πραγματικότητα, η CIA προειδοποίησε ήδη για τον υπαρκτό κίνδυνο δυνητικής χρήσης των λεγόμενων «μικρών» πυρηνικών όπλων. Αυτό δίνει στη ρωσική πλευρά ένα ασύμμετρο πλεονέκτημα σε σχέση με το ΝΑΤΟ, το οποίο, εξαιτίας της αποκαλυψιακής κλίμακας ενός ενδεχόμενου παγκόσμιου πολέμου -με τη συμμετοχή τεσσάρων πυρηνικών δυνάμεων-, δεν θέλει να γίνει μέρος αυτής της σύγκρουσης.

Τώρα είναι ο Πούτιν αυτός που αποφασίζει πότε η Δύση ξεπερνάει το όριο -που καθορίζεται από το διεθνές δίκαιο- πέρα από το οποίο αυτός θεωρεί, ακόμα και τυπικά, τη στρατιωτική υποστήριξη της Δύσης στην Ουκρανία ως συμμετοχή στον πόλεμο. Μπροστά στον κίνδυνο μιας παγκόσμιας ανάφλεξης, που πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τίμημα, η απροσδιοριστία αυτής της απόφασης δεν αφήνει περιθώρια για επικίνδυνο πόκερ.

Ακόμα και αν η Δύση ήταν αρκετά κυνική ώστε να εξετάζει τον κίνδυνο που εμπερικλείει η «προειδοποίηση» ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ένα τέτοιο «μικρό» πυρηνικό όπλο -δηλαδή να αποδεχθεί μια τέτοια εξέλιξη σε ένα χειρότερο σενάριο-, ποιος θα μπορούσε να εγγυηθεί ότι μια τέτοια κλιμάκωση θα μπορούσε να συγκρατηθεί;

Επιβάλλοντας ήδη από την αρχή δραστικές κυρώσεις, η Δύση δεν άφησε αμφιβολίες για την ντε φάκτο συμμετοχή της σε αυτή τη σύγκρουση. Τώρα οφείλει να εκτιμήσει προσεκτικά το αν, με κάθε περαιτέρω επίπεδο στρατιωτικής υποστήριξης, υπερβαίνει το απροσδιόριστο όριο της τυπικής εισόδου της στον πόλεμο (απροσδιόριστο επειδή εξαρτάται από τον ορισμό που δίνει ο ίδιος ο Πούτιν).

Από την άλλη μεριά, όπως γνωρίζει καλά η Ρωσία, εξαιτίας αυτής της ασυμμετρίας, η Δύση δεν μπορεί να επιτρέψει να εκβιάζεται κατά βούληση. Αν θα εγκατέλειπε απλώς την Ουκρανία στη μοίρα της, δεν θα επρόκειτο μόνο για ένα σκάνδαλο από ηθική και πολιτική άποψη, αλλά θα στρεφόταν και εναντίον του ίδιου του συμφέροντός της. Και αυτό γιατί έπειτα θα έπρεπε να είμαστε έτοιμοι να παίξουμε ξανά στην ίδια ρώσικη ρουλέτα, στη Γεωργία ή στη Μολδαβία –και ποιος θα μπορούσε να είναι ο επόμενος; […]


Ο 92χρονος Γιούργκεν Χάμπερμας είναι ένας από τους κορυφαίους ζώντες στοχαστές. Το πλούσιο έργο του εκτείνεται σε πολλά θεματικά πεδία (πολιτική και ηθική φιλοσοφία, κοινωνική θεωρία, επιστημολογία, ιστορία των ιδεών κ.ά.), ενώ οι συχνές παρεμβάσεις του στον δημόσιο διάλογο φανερώνουν μια κριτική συνείδηση σε διαρκή εγρήγορση.

Θανάσης Γιαλκέτσης

https://www.efsyn.gr/themata/idees-palies-kai-nees/344935_dilimma-tis-dysis

22/5/2022