Το αμερικανικό think tank που ασκεί κριτική στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ.
Την ώρα που οι Δυτικοί σύμμαχοι είναι απορροφημένοι από το παζάρι με τον Ταγίπ Ερντογάν, προκειμένου αυτός να μην προβάλει βέτο στην σχεδιαζόμενη εισδοχή της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, μειοψηφικές, αλλά όχι και μη επιδραστικές, φωνές στην άλλη άκρη του Ατλαντικού επιμένουν ότι το όλο εγχείρημα της ατλαντικής διεύρυνσης στην Βαλτική είναι αχρείαστο και επιζήμιο.
Πρόκειται για τους libertarians του γνωστού Cato Institute, το οποίο στα τέλη Απριλίου δημιοσίευσε άρθρο του συνεργάτη του Doug Bandow (άλλοτε βοηθού του προέδρου Ρήγκαν και αρισυντάκτη του πολιτικού περιοδικού Inquiry), όπου παρατίθενται εννέα τον αριθμό λόγοι για τους οποίους η Σουηδία και η Φινλανδία δεν θα πρέπει να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι καμία από αυτές τις δύο χώρες δεν αντιμετωπίζει πραγματική απειλή. Ακόμη και οι πιο ρωσοφοβικοί αναλυτές δεν μπορούν να προσφέρουν στοιχεία ότι ο Πούτιν σχεδιάζει να τους επιτεθεί. Και αν ακόμη το κάνει, η εμπειρία της Ουκρανίας δείχνει ότι θα πληρώσει βαρύ τίμημα.
Ο δεύτερος λόγος είναι, κατά τον Bandow, ότι η περίφημη πολιτική "ανοικτών θυρών” του ΝΑΤΟ είναι ένα αφήγημα που προωθείται από όσους επιθυμούν διηνεκή επέκταση της συμμαχίας, ασχέτως των αμερικανικών συμφερόντων. Στην πραγματικότητα η υποβολή υποψηφιότητας και η ένταξη στο ΝΑΤΟ δεν είναι "δικαίωμα” καμίας χώρας, αφού κατά το άρθρο 10 του Ατλαντικού Χάρτη είναι τα μέλη της συμμαχίας που απευθύνουν πρόσκληση, όταν το κρίνουν σκόπιμο για τον προώθηση της ασφάλειας του βορειοατλαντικού χώρου, και δεν έχουν την υποχρέωση να εξετάσουν, πόσω μάλλον να αποδεχθούν αιτήματα εισδοχής. Σκοπός της συμμαχίας είναι η προστασία των μελών της και όχι τρίτων χωρών.
Ο τρίτος λόγος είναι ότι η ένταξη της Σουηδίας και Φινλανδίας δεν θα αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων απέναντι στην Ρωσία και θα προσθέσει βάρη παρά πλεονεκτήματα. Είναι μεν αλήθεια ότι η Φινλανδία θα μπορούσε να φιλοξενήσει συμμαχικά στρατεύματα σε ενίσχυση της ασφάλειας των Βαλτικών Δημοκρατικών, αλλά αυτό θα μπορούσε να γίνει απευθείας στις ίδιες. Από την άλλη, η εισδοχή της Φιλανδίας θα αύξανε το μήκος των συνόρων του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία κατά τουλάχιστον 800 μίλια και αυτό θα απαιτούσε τη δέσμευση περισσότερων αμερικανικών δυνάμεων.
Ο τέταρτος λόγος είναι ότι ήδη η Πολωνία και οι Βαλτικές Δημοκρατίες ασκούν πιέσεις για μόνιμη στάθμευση συμμαχικών δυνάμεων στο έδαφός τους, κυρίως για πολιτικούς λόγους. Όμως η προσθήκη και άλλων κρατών γειτονικών προς τη Ρωσία θα εντείνει τις εκκλήσεις για τέτοιες αχρείαστες δεσμεύσεις.
Ο πέμπτος λόγος, πάντα κατά τον ίδιο αναλυτή, είναι ότι εφόσον η εισδοχή Σουηδίας και Φινλανδίας δεν ανταποκρίνεται σε κάποια υπαρκτή απειλή, θα θεωρηθεί ως απειλή από τη Ρωσία. Ήδη ο Ρώσος πρώην πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ έχει προειδοποιήσει για την ανάγκη "ενίσχυσης των ρωσικών συνόρων” σε μια τέτοια περίπτωση και το ψυχροπολεμικό δόγμα της "μαζικής ανταπόδοσης” θα φέρει πιο κοντά την πιθανότητα χρήσης πυρηνικών όπλων, σε αντιστάθμιση της υστέρησης της Ρωσίας στο συμβατικό πεδίο.
Ο έκτος λόγος είναι ότι αν και η διεύρυνση του ΝΑΤΟ μοιάζει ως η κατάλληλη απάντηση στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία θα ενισχύσει τους φόβους ασφαλείας της Ρωσίας και θα βαθύνει υφιστάμενες εχθρότητες.
Ο έβδομος λόγος είναι ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν ουσιαστικά συμφέροντα ασφαλείας στην Σουηδία και Φινλανδία, ώστε να πρέπει να πάνε σε πόλεμο για αυτές. Παρά τον μύθο ότι το ΝΑΤΟ αποτελεί αμυντική συνεργασία, στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ είναι αυτές που επωμίζονται το βάρος της ασφάλειας των σύμμαχων κρατών, πολλά εκ των οποίων (όπως το Μαυροβούνιο, η Βόρεια Μακεδονία, η Αλβανία, η Κροατία, η Σλοβενία και οι Βαλτικές Δημοκρατίες που προστέθηκαν τα τελευταία χρόνια) είναι μικροσκοπικά και άνευ ενδιαφέροντος.
Ο όγδοος λόγος είναι ότι η Σουηδία κι η Φινλανδία έχουν καλά οργανωμένους στρατούς που θα έπρεπε να υπηρετήσουν ένα ανεξάρτητο ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας. Απηχώντας απόψεις που μας είναι οικείες και από τη ρητορική του Ντόναλντ Τραμπ ο αρθρογράφος επανέρχεται στο γεγονός ότι ακόμη και μεγάλοι σύμμαχοι όπως η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία εναποθέτουν το βάρος των αμυντικών δαπανών και των επιχειρησιακών ευθυνών σε άλλους, ενώ ακόμη και η Πολωνία ή οι Βαλτικές Δημοκρατίες, που τόσο τονίζουν την ρωσική απειλή, μετά βίας αφιερώνουν το 2% του ΑΕΠ τους στον στρατιωτικό προϋπολογισμό.
Τέλος, ο ένατος λόγος, κατά Bandow, είναι ότι οι ΗΠΑ οφείλουν, δεδομένων των μεγάλων ελλειμμάτων και τους χρέους τους, να περιστείλουν και όχι να μεγεθύνουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες, αναλαμβάνοντας την ευθύνη ασφαλείας και άλλων κρατών.
Στην πραγματικότητα, συνοψίζει ο συνεργάτης του Cato Institute η επέκταση του ΝΑΤΟ υπαγορεύεται από τις ανάγκες επιδότησης της στρατιωτικής βιομηχανίας και όχι τις ανάγκες της αμερικανικής ασφάλειας. Για αυτό και θα πρέπει να σταματήσει – αρχής γενομένης από την Σουηδία και Φινλανδία.
Όμως η ιδέα του ότι σήμανε η ώρα για ένα ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα βρει θιασώτες τόσο εκείθεν όσο και εντεύθεν του Ατλαντικού.
Του Κώστα Ράπτη
https://www.capital.gr/diethni/3634451/to-amerikaniko-think-tank-pou-askei-kritiki-sti-dieurunsi-tou-nato
16/5/2022