Ο Θεοτόκος εγκέφαλός μας.

 
Ο Θεοτόκος εγκέφαλός μας.


Αν τα θρησκευτικά αισθήματα και οι υπερβατικές εμπειρίες των ανθρώπων εξαρτώνται άμεσα ή έμμεσα από τις δομές του εγκεφάλου τους, τότε μήπως έχουν δίκιο οι νευροθεολόγοι να υποστηρίζουν ότι το «Κέντρο του Θεού», δηλαδή το περίπλοκο βιολογικό υπόστρωμα κάθε μυστικιστικής, υπερβατικής και θρησκευτικής εμπειρίας, θα πρέπει να αναζητηθεί τελικά στον εγκέφαλό μας; Μήπως, παρά τις εμφανείς πολιτισμικές, ιστορικές και γεωγραφικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των θρησκειών, υπάρχει ένα κοινό εγκεφαλικό και άρα πανανθρώπινο στοιχείο που το μοιράζονται όλοι οι πιστοί; Αυτό υποστηρίζει η Νευροθεολογία και αυτόν τον κοινό θρησκευτικό παρονομαστή επιχειρεί να αποκαλύψει.


Νευροθεολογία
ή οι εγκεφαλικές ρίζες της θρησκευτικής πίστης


Η περίφημη τοιχογραφία του Μιχαήλ Αγγελου «Η δημιουργία του Αδάμ», που υπάρχει στην Καπέλα Σιξτίνα, το παρεκκλήσι του Βατικανού στη Ρώμη, αναπαριστά τον Δημιουργό με την αγγελική συνοδεία του τη στιγμή της δημιουργίας του ανθρώπου. Το περίεργο με αυτό το ζωγραφικό αριστούργημα των αρχών του 16ου αιώνα είναι ότι αναπαριστά τον Θεό και τα αγγελάκια να έρχονται στη Γη μέσα σε ένα μαγικό «όχημα» ή «πέπλο» που θυμίζει πολύ το ανατομικό περίγραμμα της οβελιαίας τομής ενός ανθρώπινου εγκεφάλου.

Ο πρώτος που αναγνώρισε αυτές τις ανατομικές ομοιότητες ήταν ο Αμερικανός νευρολόγος Frank Lynn Meshberger, ο οποίος μετά την επίσκεψή του στην Καπέλα Σιξτίνα δημοσίευσε ένα εκτενές άρθρο στο ιατρικό περιοδικό Journal of American Medical Association. Σε αυτό περιέγραφε λεπτομερώς τις αινιγματικές αντιστοιχίες μεταξύ των μορφών του έργου και των δομών του ανθρώπινου εγκεφάλου (βλ. σχετική φωτ.).
  •  90% περίπου των ανθρώπων δηλώνουν ότι πιστεύουν στην ύπαρξη κάποιας υπερφυσικής δύναμης, ενώ πάνω από το 50% από αυτούς αποκαλεί αυτήν την ανώτερη δημιουργική δύναμη «Θεό»
Αν, πράγματι, οι μορφές του Θεού και των αγγέλων είναι έτσι σχεδιασμένες ώστε να μοιάζουν ανατομικά με κάποιες βασικές δομές του εγκεφάλου μας, γιατί ο μεγάλος Ιταλός καλλιτέχνης επέλεξε να συνδέσει την πράξη της δημιουργίας του ανθρώπου με την έλευση ενός Θεού-εγκεφάλου, που με το θεϊκό άγγιγμά Του δημιούργησε τον πρώτο ανθρώπινο νου; Ή, αντίθετα, με αυτήν την τοιχογραφία ο Μιχαήλ Αγγελος θέλησε να υποδείξει συμβολικά ότι η αφήγηση της δημιουργίας που υπάρχει στη Βίβλο είναι μόνο ένα εγκεφαλικό, δηλαδή ανθρώπινο δημιούργημα;

Εκτοτε πολλά έχουν γραφτεί τόσο υπέρ όσο και κατά αυτών των δύο ερμηνειών του έργου, αλλά και για το αν πράγματι ο Μιχαήλ Αγγελος, σχεδιάζοντας τον Θεό και τους αγγέλους, επέλεξε συνειδητά να αναπαραστήσει με αυτούς τις ανατομικές λεπτομέρειες από το περίγραμμα ενός ανθρώπινου εγκεφάλου.

Οσο γοητευτική κι αν φαίνεται σήμερα αυτή η τρίτη ερμηνεία του έργου είναι μάλλον ανακριβής, διότι την εποχή που έζησε ο Μιχαήλ Αγγελος ακόμη και οι καλύτεροι ανατόμοι δεν είχαν μια σαφή εικόνα για την εσωτερική δομή του κεντρικού νευρικού συστήματος, ούτε και τα επιστημονικά μέσα -τεχνικές συντήρησης των ευαίσθητων εγκεφαλικών ιστών και μικροσκόπια- για να μελετήσουν τις περίπλοκες δομές του εγκεφάλου. Και ακόμη λιγότερα μπορούσαν να γνωρίζουν οι ζωγράφοι, ακόμη κι αν, όπως ο Μιχαήλ Αγγελος, ήταν καλά ενημερωμένοι για τις προόδους της ανατομίας.

Ακόμη και χωρίς τις εκ των υστέρων γνωστικές προβολές, δηλαδή την «αναγνώριση» σε ένα σπουδαίο έργο τέχνης του παρελθόντος κάποιων επιστημονικών ανατομικών γνώσεων που αποκτήθηκαν πολύ μετά τη δημιουργία του, η συγκεκριμένη τοιχογραφία του Μιχαήλ Αγγελου εξακολουθεί να έχει μεγάλη συμβολική αξία για τους ερευνητές της Νευροθεολογίας. Αν μη τι άλλο, γιατί σε αυτό το υπέροχο έργο αναγνωρίζουν τη συμβολική αναπαράσταση των ερευνών τους: να αποκαλύψουν πώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος δημιουργεί και βιώνει τις θρησκευτικές εμπειρίες.


Είναι ο εγκέφαλος η κατοικία του Θεού;

Γιατί περίπου το 90% των ανθρώπων δηλώνει ότι εξακολουθεί να πιστεύει στην ύπαρξη κάποιας υπερφυσικής, δημιουργικής δύναμης, ενώ το 50% από αυτούς αποκαλεί αυτήν τη δύναμη «Θεό»; Η επίμονη παρουσία και η σχεδόν καθολική γοητεία του «υπερφυσικού» και του «υπερβατικού» στην ανθρώπινη σκέψη αποτελούν αφενός μια πρόκληση για την επιστημονική και εξορθολογισμένη νοοτροπία μας και αφετέρου ένα απολύτως νόμιμο ερώτημα που χρήζει επιστημονικής εξηγήσεως.

Ενα πρόβλημα του οποίου η επιστημονική διερεύνηση ούτε διευκολύνεται ούτε εξαντλείται στις απλοϊκές και στείρες ιδεολογικές αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε «ένθεους πνευματιστές» και «άθεους υλιστές». Μήπως η ιλιγγιώδης πρόοδος των γνώσεών μας σχετικά με την αρχιτεκτονική και τη λειτουργία του εγκεφάλου μπορεί να μας διαφωτίσει περισσότερο;

Ο Καναδός νευροψυχολόγος Μάικλ Πέρσινγκερ ήταν ο πρώτος που με τις έρευνές του έθεσε τα θεμέλια της σύγχρονης Νευροθεολογίας. Το 1983 άρχισε να μελετά συστηματικά το γιατί οι άνθρωποι που ανήκουν σε διαφορετικά εκκλησιαστικά δόγματα ή σε εντελώς διαφορετικές πολιτισμικές παραδόσεις βιώνουν με πανομοιότυπο τρόπο κάποιες υπερβατικές ή μυστικιστικές εμπειρίες.

Για να διερευνήσει αυτή τη σκανδαλώδη σύμπτωση, ο Πέρσινγκερ χρησιμοποίησε μια συσκευή, ένα είδος κράνους, που δημιουργούσε ένα σχετικά ισχυρό αλλά ακίνδυνο μαγνητικό πεδίο γύρω από το κεφάλι των εθελοντών που το φορούσαν. Ο ίδιος, αν και δήλωνε άθεος, μόλις δοκίμασε το κράνος διαπίστωσε έκπληκτος ότι είχε, πρώτη φορά στη ζωή του, μια υπερβατική εμπειρία: ένιωσε κάτι σαν την παρουσία του Θεού!

Χάρη στα πειράματα με το «κράνος του Θεού», διαπίστωσε ότι οι εκστατικές εμπειρίες και τα έντονα θρησκευτικά συναισθήματα προέκυπταν κατά κανόνα όταν η ηλεκτρομαγνητική διέγερση από το κράνος εστιαζόταν στους κροταφικούς λοβούς του εθελοντή. Ηταν η πρώτη σοβαρή προσπάθεια εντοπισμού της κατοικίας του Θεού στους κροταφικούς λοβούς του εγκεφάλου μας.

Θα ακολουθήσουν οι έρευνες του Β. Σ. Ραματσάντραν, διεθνούς φήμης νευρολόγου, που έδειξαν ότι ορισμένες εκδηλώσεις της λεγόμενης «ιερής νόσου», δηλαδή της επιληψίας, μας αποκαλύπτουν πως ο εγκέφαλος των ανθρώπων διαθέτει ένα εξειδικευμένο νευρικό κύκλωμα που εντοπίζεται στο εσωτερικό του στεφανιαίου συστήματος, το οποίο φαίνεται να παίζει αποφασιστικό ρόλο στην παραγωγή των θρησκευτικών εμπειριών. Τα συμπεράσματα των πολυετών ερευνών του θα παρουσιάσει ο Ραματσάντραν στο περίφημο βιβλίο του «Φαντάσματα στον εγκέφαλο» (κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).

Τα τελευταία χρόνια θα συσσωρευτούν, τόσο από εργαστηριακές έρευνες όσο και από κλινικές μελέτες, επιπρόσθετες ενδείξεις ότι οι θρησκευτικές και υπερβατικές εμπειρίες των ανθρώπων εξαρτώνται από συγκριμένες δομές του εγκεφάλου. Για παράδειγμα, οι έρευνες του νευροψυχιάτρου Αντριου Νιούμπεργκ, καθηγητή Νευροθεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια (ΗΠΑ) και συγγραφέα του πολυσυζητημένου βιβλίου «Γιατί πιστεύουμε» (που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΑΒΓΟ), όπου υποστηρίζει με πλήθος παραδειγμάτων ότι ο εγκέφαλός μας είναι ουσιαστικά μια μηχανή πίστης επειδή… δεν έχει άλλη επιλογή.

Στο προκλητικό αυτό συμπέρασμα κατέληξε ο Α. Νιούμπεργκ μελετώντας με νευροαπεικονιστικές μεθόδους (αξονική και μαγνητική λειτουργική τομογραφία) τους εγκεφάλους πολλών απλών πιστών και μοναχών από διαφορετικά θρησκευτικά τάγματα, καθώς προσεύχονται ή όταν βρίσκονται σε βαθύ διαλογισμό.

Διερευνώντας τις προϋποθέσεις 
των θρησκευτικών εμπειριών

Πράγματι, χάρη στις νέες απεικονιστικές μεθόδους οι σύγχρονες έρευνες κατάφεραν να παρακολουθήσουν λεπτομερώς τις διεργασίες που συντελούνται στο εσωτερικό του ανθρώπινου εγκεφάλου όποτε βρίσκεται σε κατάσταση θρησκευτικής έκστασης.

Ετσι, εκτός από τις αναμενόμενες περιοχές του μετωπιαίου φλοιού που ενεργοποιούνται όταν συγκεντρώνουμε συνειδητά την προσοχή μας σε κάτι, ο Νιούμπεργκ διαπίστωσε ότι στους πιστούς όταν προσεύχονται δραστηριοποιείται έντονα και το στεφανιαίο σύστημα, ένα περίπλοκο δίκτυο από πιο αρχαϊκές δομές κάτω από τον φλοιό του εγκεφάλου που είναι γνωστό ότι παίζει αποφασιστικό ρόλο στη μνήμη, τη μάθηση και το συναίσθημα.

Επίσης, παρατήρησε εντυπωσιακή μείωση της δραστηριότητας των βρεγματικών λοβών του εγκεφάλου τους, δηλαδή της περιοχής του εγκεφαλικού φλοιού που είναι γνωστό ότι εμπλέκεται άμεσα στη διαμόρφωση του αισθήματος του Εγώ και της προσωπικής ταυτότητας. Κατά τη διάρκεια της βαθιάς προσευχής ή του διαλογισμού φαίνεται πως επέρχεται η απενεργοποίηση ορισμένων νευρωνικών κυκλωμάτων στους βρεγματικούς λοβούς, με συνέπεια να γίνονται ολοένα και πιο ασαφή τα όρια μεταξύ του Εγώ και του εξωτερικού κόσμου. Ετσι δημιουργείται, πιθανότατα, στην ή στον προσευχόμενο και την ή τον διαλογιζόμενο μύστη η ρεαλιστικότατη ψευδαίσθηση ότι όταν βρίσκεται σε έκσταση ενώνεται με το Σύμπαν και επικοινωνεί με το Υπερπέραν!

Βέβαια, από μια άλλη σκοπιά, θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι δεν είναι ο εγκέφαλος που παράγει την «έκσταση» αλλά, αντίθετα, η μυσταγωγική υπερβατική εμπειρία κάνει την είσοδό της στα γήινα πράγματα, όχι «εξ αιτίας» αλλά «μέσω» των συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου μας, ο οποίος λειτουργεί ως δέκτης ή υποδοχέας της «υπερβατικής πραγματικότητας».

Η ερμηνεία των εμπειρικών και των πειραματικών δεδομένων εξαρτάται, λοιπόν, από τις ιδεολογικές προκαταλήψεις του παρατηρητή: για κάποιους τα πειράματα αυτά αποτελούν την πολυπόθητη απόδειξη της ύπαρξης του Θεού, ενώ αντίθετα για τους πιο προσεκτικούς και δύσπιστους παρατηρητές αποτελούν την επιβεβαίωση ότι κάθε εμπειρία του υπερβατικού και του απόλυτου είναι τελικά το προϊόν της ενεργοποίησης ορισμένων εγκεφαλικών δομών.

Πάντως, και σε ό,τι αφορά την εξελικτική προέλευση του ανθρώπινου θρησκευτικού αισθήματος, δηλαδή της «αυθόρμητης» προδιάθεσης για πίστη σε υπερφυσικά όντα και σε αλλόκοσμες δυνάμεις, οι απόψεις των ειδικών διίστανται. Μια σχολή σκέψης υποστηρίζει ότι η βιολογική μας εξέλιξη, μέσω της φυσικής επιλογής, ενίσχυσε την προδιάθεσή μας για θρησκευτική πίστη επειδή αυτή η κοινή πίστη συνέβαλλε -και εξακολουθεί να συμβάλλει- στην αύξηση της κοινωνικής συνοχής και τη μαζική αποδοχή των «αφύσικων» περιορισμών της ανθρώπινης κοινωνικότητας.

Ομως, μια διαφορετική εξελικτική προσέγγιση υποστηρίζει ότι η θρησκευτική προδιάθεση και η πίστη σε υπερφυσικά όντα δεν υπήρξαν ποτέ αντικείμενο της φυσικής επιλογής. Αντίθετα, αποτελούν απλώς τα «υποπροϊόντα» των νοητικών και γνωστικών λειτουργιών του πολύπλοκου εγκεφάλου μας. Νοητικές λειτουργίες που ενώ διαμορφώθηκαν από την εξέλιξη κατά το μακρινό παρελθόν για να εξυπηρετούν τις ανάγκες επιβίωσης του είδους μας, τελικά κατέληξαν να επιτελούν εντελώς διαφορετικές λειτουργίες.

Μήπως τελικά, παρά τους ευσεβείς πόθους μας και τις επίμονες ψευδαισθήσεις μας, η προδιάθεσή μας για το υπερβατικό, όταν εκφράζεται ως θρησκευτική πίστη σε θεούς και δαίμονες, δεν είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από ένα εξελικτικό ατύχημα;

Μηχανές του νου

Σπύρος Μανουσέλης
23/4/2022

https://www.efsyn.gr/epistimi/mihanes-toy-noy/341043_o-theotokos-egkefalos-mas