Η "απελευθέρωση" του τουρκικού αναθεωρητισμού και οι αντιφάσεις του.
Έχουν αλλάξει πολλά από τις αρχές της δεκαετίας του '70 στην Τουρκία: η δομή του κρατικού μηχανισμού, το εύρος της πραγματικής εξουσίας του στρατού, η ηγεμονία του κεμαλισμού, ο ρόλος του Ισλάμ στο δημόσιο βίο. Γύρω από όλα αυτά οι αλλαγές είναι μεγάλες. Όμως, υπάρχει ένα πεδίο όπου διαπιστώνεται μια εντυπωσιακή συνέχεια. Και αυτό είναι ο επίμονος αναθεωρητισμός της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Το πιο εντυπωσιακό μάλιστα δεν είναι ότι η Τουρκία παραμένει μια αναθεωρητική δύναμη, που θεωρεί ότι της αναλογούν περισσότερα από όσα το διεθνές δίκαιο της αναγνωρίζει, αλλά ότι ο αναθεωρητισμός αυτός κλιμακώνεται με το πέρασμα του καιρού.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι πριν από πενήντα χρόνια όταν τα ελληνοτουρκικά ήρθαν (βοηθούντος και του Κυπριακού) στο προσκήνιο, οι τουρκικές αξιώσεις αφορούσαν ιδίως κυριαρχικά δικαιώματα, τα οποία οι πολλοί αντιμετωπίζουν ως αφηρημένα: τα όρια του ελληνικού εναέριου χώρου ή τη δικαιοδοσία του FIR Αθηνών, ενώ σύντομα προστέθηκε και το ζήτημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας. Τη δεκαετία του '90 προστέθηκε, και δη με απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, η απειλή πολέμου (casus belli), σε περίπτωση που η Ελλάδα προχωρούσε στη διεύρυνση, από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια, των χωρικών της υδάτων – διεύρυνση η οποία θα συμπαρέσυρε και τη ρύθμιση των προηγούμενων εκκρεμοτήτων.
Το επόμενο βήμα αφορούσε τις "γραμμές βάσης" από τις οποίες υπολογίζεται το εύρος των κυριαρχικών δικαιοδοσιών: νησιά και βραχονησίδες πέρασαν σε έναν χώρο αμφισβητούμενης κυριαρχίας, με αποκορύφωμα τη θεωρία των "γκρίζων ζωνών" και έμπρακτη εφαρμογή της την κρίση των Ιμίων.
"Υπό όρους"
Η μετατόπιση της έμφασης στα ζητήματα που αφορούν τη χάραξη των ΑΟΖ, όταν φάνηκε ότι είναι πιθανό να υπάρχουν σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο, οδήγησε σε μια σειρά από αμφισβητήσεις του διεθνούς δικαίου και των σχετικών συμβάσεων σε σχέση με την οριοθέτησή τους και παράλληλα στην έμπρακτη αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων με αποκορύφωμα την κρίση του καλοκαιριού του 2020. Αλλά από πέρσι έγινε το "βήμα παραπάνω".
Η Τουρκία επαναφέρει το ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των μεγάλων νησιών του ανατολικού Αιγαίου, επικαλούμενη κατά το δοκούν τις προβλέψεις της Συνθήκης της Λοζάνης του 1923 (αναθεωρημένης, ωστόσο, εν μέρει με τη Σύμβαση του Μοντρέ του 1936) και της Συνθήκης των Παρισίων του 1947 για την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα. Αλλά δεν μένει σε αυτό: Υποστηρίζει ότι τα νησιά του Αιγαίου παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα "υπό όρους" και ότι η ελληνική κυριαρχία "εξαρτάται" από την τήρηση των προβλέψεων περί αποστρατιωτικοποίησης - παραβλέποντας ότι στο διεθνές δίκαιο η απόδοση κυριαρχίας δεν αποτελεί διαδικασία που μπορεί να αντιστραφεί.
Αυτή η κλιμάκωση δεν είναι μόνο διπλωματική αλλά και επιχειρησιακή: μέσα στο διάβα των δεκαετιών περάσαμε από τις παραβάσεις κανόνων εναέριας κυκλοφορίας στις παραβιάσεις εθνικού εναέριου χώρου και πλέον στις υπερπτήσεις πάνω από ελληνικές περιοχές.
Μεταβατική περίοδος
Η Τουρκία προφανώς και έχει επίγνωση ότι οι αξιώσεις της δύσκολα μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Όμως, την ίδια στιγμή είναι προφανές ότι θεωρεί ότι βρισκόμαστε, συνολικότερα, σε μια μεταβατική περίοδο, όπου πολλές παράμετροι στο διεθνές τοπίο αλλάζουν, οπότε ακόμη και θέματα αλλαγών σε ζητήματα συνόρων δεν είναι απίθανα μεσοπρόθεσμα. Από την άλλη, η λογική του παζαριού λέει ότι όσο μια χώρα ανεβάζει την κλίμακα των επιδίκων σε μια διαπραγμάτευση τόσο πιο πιθανό είναι στο τέλος να κερδίσει κάτι σε κάποια πλευρά. Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί η Τουρκία επιλέγει διαρκώς να "γκριζάρει" ολοένα και περισσότερο ζητήματα κυριαρχίας, την ίδια ώρα που ούτως ή άλλως πάγια θέση της είναι η διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης, ανοίγοντας το σύνολο των ζητημάτων στο τραπέζι.
Είναι σαφές ότι η Τουρκία αυτή τη στιγμή δεν κάνει απλώς μια "συγκρουσιακή διαπραγμάτευση" με την Ελλάδα. Ούτε εγείρει ζητήματα μόνο στο πλαίσιο της διμερούς σχέσης και αντιπαράθεσης. Για την ακρίβεια, αυτή την περίοδο κυρίως διαπραγματεύεται με τις ΗΠΑ, καθώς προσπαθεί να μεταφράσει τις "ανεβασμένες μετοχές" της, εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, σε μια αμερικανική υποστήριξη ή έστω ανοχή για μια νέα τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στη Συρία. Για την κυβέρνηση Ερντογάν κάτι τέτοιο έχει τη διπλή σημασία να αντιμετωπίζει την "υπαρξιακή απειλή" της κουρδικής οιονεί κρατικής οντότητας που έχει σχηματιστεί με αμερικανική στήριξη στη βόρεια Συρία και ταυτόχρονα να δεσμεύει την αντιπολίτευση, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, σε μια εθνικιστική ατζέντα που διευκολύνει το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης και τους εθνικιστές συμμάχους του, ενώ ταυτόχρονα βαθαίνει και το ρήγμα ανάμεσα στο κουρδικό εκλογικό σώμα και τον κύριο όγκο της αντιπολίτευσης.
Ένα μέρος της όξυνσης που μεθοδεύει η Τουρκία στην πραγματικότητα απευθύνεται περισσότερο στις ΗΠΑ. Με αυτό τον τρόπο, άλλωστε, μπορεί να εξηγηθεί και το "τουρκικό βέτο" στη διαδικασία εισδοχής της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, με επίκληση του Κουρδικού, δηλαδή ακριβώς του ζητήματος για το οποίο αυτή τη στιγμή επιδιώκει το αμερικανικό "πράσινο φως".
Μια διαφορετική αρχιτεκτονική "θερμού επεισοδίου"
Υπάρχει, βέβαια, πάντα η αντίληψη ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στην Ατλαντική Συμμαχία θέτει όρια στην αναθεωρητική πολιτική της. Στην πραγματικότητα, ισχύει το ακριβώς αντίθετο: η Τουρκία δοκιμάζει πολιτικές που φαινομενικά έρχονται σε ρήξη με αυτές των υπόλοιπων συμμάχων, ακριβώς γιατί είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Δεν θα μπορούσε να διεκδικεί ορισμένους βαθμούς "ελευθερίας" ως προς την εξωτερική πολιτική, εάν δεν ήταν μια κρίσιμη χώρα του δυτικού στρατοπέδου, η οποία φιλοξενεί την καθοριστικής σημασίας για το συνολικό αποτύπωμα της αμερικανικής ισχύος στη Μέση Ανατολή αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ. Προφανώς αυτό ταυτόχρονα θέτει περιορισμούς και στη δική της κίνηση και μπορεί να θεωρηθεί μία εκ των αντιφάσεων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, όμως σε αυτήν τη φάση η Άγκυρα εκτιμά ότι πιο σημαντικό είναι να εκμεταλλευτεί το διαπραγματευτικό της πλεονέκτημα.
Μέχρι τώρα το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής εμπλοκής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αντιμετωπιζόταν είτε ως "ατύχημα" σε μια κλιμακούμενη ένταση είτε ως "ενορχηστρωμένη" εξέλιξη, που ορίζοντα θα είχε μια αμερικανική παρέμβαση η οποία θα έφερνε και τα δύο μέρη στο "τραπέζι των διαπραγματεύσεων". Τώρα, ολοένα και περισσότερο η Τουρκία χρησιμοποιεί μια ρητορική που παραπέμπει στη "θερμή σύγκρουση" ως δημιουργία τετελεσμένων για αμφισβήτηση ελληνικής κυριαρχίας, ήτοι σε μια σύγκρουση που δεν αποβλέπει σε εξωτερική παρέμβαση τρίτων, αλλά διεκδικεί η ίδια να διαμορφώσει συσχετισμό επί του πεδίου. Άλλωστε, το ότι η Τουρκία προχωρά σε κινήσεις μακρόπνοης προσάρτησης (λ.χ. χρήση τουρκικού νομίσματος) στη "ζώνη ασφαλείας" που έχει καταλάβει στη βόρεια Συρία λέει πολλά.
Κώστας Ράπτης
5/6/2022
https://www.capital.gr
ΣXETIKA KEIMENA
Η ελληνική διπλωματία παρουσιάζει σε όλους τους συνομιλητές της τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας.
Η επιμονή της Τουρκίας στην αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου έφτασε το τελευταίο διάστημα στο ακραίο όσο και παράλογο επιχείρημα της «παραβίασης» – εκ μέρους της Ελλάδας – διεθνών συνθηκών και, κατά την λογική της Άγκυρας, στην αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας των νησιών μας.
Όσοι ακραία και εκτός πραγματικότητας κι αν είναι η συγκεκριμένη τουρκική απειλή, το βέβαιο είναι ότι δεν αιφνιδιάζει όσους μελετούν προσεκτικά τις κινήσεις της τουρκικής ηγεσίας και την εξωτερική της πολιτική.
Η Τουρκία ανοίγει διάπλατα θέμα αμφισβήτησης μεγάλων και κατοικημένων ελληνικών νησιών. Μόνο που δεν το κάνει τώρα. Το οργανώνει συστηματικά εδώ και τουλάχιστον μία διετία και, με σειρά δηλώσεων και κινήσεων, είχε ουσιαστικά προαναγγείλει ότι θα συνδέσει αυτή την πάγια αξίωσή της, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών στο Ανατολικό Αιγαίο, με την κυριαρχία τους.
Η Ελλάδα, από την πλευρά της, δεν αφήνει καμία πρόκληση αναπάντητη, τόσο διπλωματικά όσο και επί του πεδίου, διαμηνύοντας στο τουρκικό καθεστώς πως θα απαντήσει με κάθε τρόπο σε ενδεχόμενη απόπειρα περαιτέρω κλιμάκωσης της έντασης, υπερασπιζόμενη τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Παράλληλα, σε διπλωματικό πεδίο, η ελληνική κυβέρνηση ενημερώνει λεπτομερώς τη διεθνή κοινότητα για τις τουρκικές προκλήσεις.
Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτό και σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Εστία της Κυριακής», το υπουργείο Εξωτερικών, με αδιαβάθμητο έγγραφο της 10ης Μαΐου 2022, γνωστοποιεί στους Έλληνες πρεσβευτές ανά τον κόσμο όλα τα νομικά επιχειρήματα απέναντι στις αιτιάσεις της Άγκυρας, ενώ τα συνοδεύει και με έναν χάρτη-σοκ, στον οποίο περιέχονται αναλυτικές πληροφορίες για τον χρόνο που απαιτείται στις τουρκικές δυνάμεις της Γ’ Στρατιάς του Αιγαίου που βρίσκεται στη Μικρά Ασία, προκειμένου να συγκεντρωθούν, να επιτεθούν και να… εισβάλουν στη Ρόδο, την Κω, την Χίο, την Σάμο, την Ικαρία και άλλα νησιά!
Με αυτό τον τρόπο, η ελληνική διπλωματία παρουσιάζει σε όλους τους συνομιλητές της, με τον πλέον παραστατικό τρόπο, τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας στην πράξη.
O συγκεκριμένος χάρτης, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, περιέχει αριθμό στρατευμάτων (22.000 στρατιώτες), χρόνο αντίδρασης σε εντολή για εισβολή, βάσεις ελικοπτέρων και τη διάταξη των τουρκικών δυνάμεων, ναυτικών και άλλων, στη Μικρά Ασία.
H εικόνα με τα τόξα που ζωγράφισαν στον χάρτη τα στελέχη του ΥΠΕΞ «μιλά» από μόνη της:
- 12 ώρες απαιτούνται για να συγκεντρωθούν οι δυνάμεις που θα επιτεθούν στην Λέσβο.
- 12 ώρες για να κινητοποιηθούν οι δυνάμεις που θα επιτεθούν στη Χίο.
- 12 για να κινητοποιηθούν οι δυνάμεις που θα επιτεθούν στη Ρόδο.
https://www.in.gr/2022/06/05
Πες πες πες, κάτι θα μείνει, λέει ο λαός. Και βασιζόμενη σε αυτό, η Άγκυρα συνεχίζει την πρακτική που προβλέπει ότι αντί να κάνει την αυτοκριτική της σχετικά με τις σφαγές, τις εκκαθαρίσεις, τις γενοκτονίες, συνεχίζει να κατηγορεί τους γύρω της για αυτά που επιλέγει να κρύβει κάτω από το χαλί. Η ακραία φιλοερντογανική εφημερίδα Yeni Safak σε άρθρο της τη Δευτέρα αφήνει κατά μέρος τις πολεμικές κορώνες και επιλέγει να "διαφωτίσει" τους αναγνώστες της για το γεγονός πως "τα θεμέλια της Ελλάδας μπήκαν με αίμα".
Στο σημερινό προπαγανδιστικό της άρθρο ξεκινά λέγοντας πως: "Στεκόμενη απέναντι στην Τουρκία με την υποστήριξη δυτικών χωρών, η Ελλάδα οφείλει την σύσταση της στη βάναυση δολοφονία δεκάδων χιλιάδων μουσουλμάνων. Αρχειακά έγγραφα και μαρτυρίες αποκαλύπτουν ότι η Ελληνική Επανάσταση συνίστατο σε διαδοχικές σφαγές".
"Η πιο αιματηρή από τις σφαγές που διέπραξε η ελληνική πολιτοφυλακή εναντίον του άμαχου μουσουλμανικού πληθυσμού έγινε στην Πελοπόννησο το φθινόπωρο του 1821. Οι Έλληνες, που βρήκαν μουσουλμάνους Τούρκους και Αλβανούς σε πολλούς οικισμούς, ιδιαίτερα στην Τριπολιτσά, σκότωσαν περισσότερους από 30 χιλιάδες ανθρώπους, μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά. Οι λεηλασίες και άλλες επιθέσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια των γεγονότων, τις οποίες οι δυτικοί ιστορικοί δεν μπορούν να αρνηθούν, έδειξαν ότι οι μουσουλμάνοι υπέστησαν γενοκτονία. Ο Βρετανός ιστορικός Γουίλιαμ Κλερ είπε πως 'Η γενοκτονία στην Πελοπόννησο τελείωσε μόνο όταν δεν είχαν μείνει άλλοι μουσουλμάνοι Τούρκοι για να σκοτώσουν'", γράφει η Yeni Safak αποσιωπώντας φυσικά τις σφαγές που έγιναν εναντίον Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη άμα τη ανακοινώσει της έναρξης της Επανάστασης, τις σφαγές στη Σμύρνη την ίδια περίοδο, σφαγές και διωγμούς σε Κυδωνίες, Κουσάντασι, Κύπρο, τη σφαγή της Σαμοθράκης (1 Σεπτεμβρίου 1821), τη σφαγή της Χίου όπου σκοτώθηκαν 30.000΄Έλληνες, η καταστροφή της Κάσου όπου η Κάσος των 7.000 ψυχών ερήμωσε, η σφαγή στα Ψαρά όπου σκοτώθηκαν περί τις 18.000 Έλληνες και το νησί ερημώθηκε και ας μην ξεχνάμε τη Γενοκτονία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και της Θράκης η οποία έληξε με το κάψιμο της Σμύρνης το 1922.
H Yeni Safak συνεχίζει βάζοντας στο κάδρο και την Κύπρο: "Η Ελλάδα, της οποίας τα θεμέλια μπήκαν με αίμα και δάκρυα, δεν δίστασε να ακολουθήσει την ίδια στάση και στην Κύπρο. Ενώ οι ελληνικές αρχές κατηγορούσαν την Τουρκία σαν να επρόκειτο για καταστολή εγκλήματος, επιτάχυναν επίσης το σχέδιό τους να 'καθαρίσουν' το νησί από τους μουσουλμάνους Τούρκους εξοπλίζοντας τους Έλληνοκυπριους. Λόγω αυτής της προσέγγισης της Ελλάδας, έχουν καταγραφεί πολλές σφαγές και επιθέσεις στην πρόσφατη ιστορία της Κύπρου. Η εχθρική προσέγγιση της Αθήνας στο θέμα του Κυπριακού, επέδρασε σε όλες τις δυσκολίες που υπήρξαν στις προσπάθειες για την επίλυσή του".
Αποσιωπώντας επίσης ηθελημένα τον ρόλο που έπαιξε ο αμόρφωτος όχλος της Τουρκίας στις επιθέσεις εναντίον των Ελλήνων στην Κρήτη, το πογκρόμ στην Κωνσταντινούπολη το 1955, όπου πάλι ο όχλος κατέσφαξε και γκρέμισε οτιδήποτε ελληνικό, το γεγονός ότι η περίφημη Παναγία η Μπαλουκλιώτισσα (η Παναγία της "Λωξάντρας", της Μαρίας Ιορδανίδου) διαλύθηκε πλήρως επειδή οι Έλληνες επαναστάτησαν και πόσα άλλα, η Yeni Safak προσθέτει: "Ο ρόλος που έπαιξε ο χριστιανικός κλήρος στις σφαγές και τις επιθέσεις κατά των μουσουλμάνων στην Ελλάδα δεν πέρασε ποτέ απαρατήρητος. Στον πόλεμο της ανεξαρτησίας και αργότερα στην Κύπρο, οι ιερείς τοποθετήθηκαν ως οι "ιδεολογικοί πατέρες” των πολιτοφυλακών και των στρατιωτών, ενώ προβεβλημένο όνομα υπήρξε ο Αρχιερέας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου Μακάριος ο Γ. Ο Μακάριος που ασκούσε ταυτόχρονα την προεδρία του κράτους και την ηγεσία της εκκλησίας, έμεινε στη μνήμη ως υποκινητής και υποστηριχτής σε εγκλήματα κατά πολιτών. Είναι γνωστό ότι ο Μακάριος ακολούθησε το παράδειγμα των κληρικών που κατείχαν κρίσιμες θέσεις στην ιδρυτική πορεία της Ελλάδας. Και σήμερα διακρίνεται πώς Έλληνες και Έλληνοκύπριοι ιερείς κάνουν συχνά πολιτικές δηλώσεις κατά της Τουρκίας και των Τούρκων".
Πέτρος Κράνιας
https://www.capital.gr/diethni/3639040/yeni-safak-h-ellada-ofeilei-tin-sustasi-tis-sti-banausi-dolofonia-dekadon-xiliadon-mousoulmanon
6/6/2022