Πώς επιβαρύνονται οι σχέσεις των ΗΠΑ με τις αραβικές μοναρχίες.

 


Πώς επιβαρύνονται οι σχέσεις των ΗΠΑ
με τις αραβικές μοναρχίες.

 
Του Κώστα Ράπτη


Πόσα διπλωματικά και οικονομικά μέτωπα έχουν την πολυτέλεια να ανοίξουν οι Ηνωμένες Πολιτείες; Το ερώτημα έρχεται επιτακτικά στο προσκήνιο μετά τη ραγδαία επιβάρυνση του κλίματος με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα λόγω της απόφασης του OPEC+ στις 5 Οκτωβρίου να περικόψει την παραγωγή πετρελαίου κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια, παρά τις περί του αντιθέτου εκκλήσεις της Ουάσιγκτον.

Ο Τζο Μπάιντεν προειδοποιεί ότι "θα υπάρξουν επιπτώσεις, μετά από αυτό που έκαναν μαζί με τη Ρωσία” (η οποία συμπρωταγωνιστεί στον OPEC+). Ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας Τζον Κίρμπι δηλώνει ότι ο πρόεδρος επιθυμεί να συζητήσει με το Κογκρέσο το μέλλον των σχέσεων ΗΠΑ-Σαουδικής Αραβίας και το κατά πόσον αυτές εξακολουθούν να εξυπηρετούν το εθνικό συμφέρον.

Ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νεντ Πράις προσθέτει ότι στο διάβα των ετών οι σχέσεις δεν εξυπηρέτησαν πάντοτε αποτελεσματικά τα αμερικανικά συμφέροντα. Ο Δημοκρατικός πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας Μπομπ Μενέντεζ ζητά πάγωμα όλων των πτυχών της διμερούς συνεργασίας, ιδίως δε των πωλήσεων όπλων. Λιγότερο επίσημες φωνές εκφράζουν οργή και τιμωρητική διάθεση για ό,τι εκλαμβάνεται ως "ευθυγράμμιση με τη Ρωσία”, ενώ στον τύπο κυριαρχεί η λέξη "επανεξέταση”.

Πρόκειται, ωστόσο, σαφώς για υπεραντίδραση, υπαγορευμένη από μια αίσθηση γοήτρου και από βραχυπρόθεσμους κομματικούς υπολογισμούς, ενόψει των αμερικανικών ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου, παρά από μια αντικειμενική εκτίμηση των δεδομένων της διεθνούς αγοράς ενέργειας.

Η πραγματική μείωση των εξαγωγών πετρελαίου υπολογίζεται σε περίπου μισό εκατομμύριο βαρέλια, καθώς τα υφιστάμενα επίπεδα παραγωγής υπολείπονται των ονομαστικών στόχων που είχαν τεθεί, ενώ οι υφεσιακές τάσεις στη διεθνή οικονομία είναι λογικό να προβληματίζουν τις χώρες παραγωγούς, καθώς οι τιμές, που ήδη έχουν υποχωρήσει κατά 30% από τον Ιούνιο, θα μπορούσαν ακόμη και να καταρρεύσουν σε ένα περιβάλλον υποεπένδυσης στον πετρελαϊκό κλάδο. Υπενθυμίζεται ότι η Σαουδική Αραβία ισοσκελίζει τον προϋπολογισμό της μόνο εάν η τιμή διατηρείται πάνω από τα 79 δολάρια ανά βαρέλι.

Εξ ου και σε μια μακρά και ασυνήθιστη ανακοίνωσή του το σαουδαραβικό υπουργείο Εξωτερικών απέκρουσε τις κατηγορίες ότι το Ριάντ χειραγώγησε τις αποφάσεις του OPEC+ για πολιτικούς λόγους, υποστηρίζοντας αφενός ότι αυτές υπήρξαν ομόφωνες και αφετέρου ότι βασίζονται σε αυστηρά οικονομικούς υπολογισμούς. Από την ίδια ανακοίνωση γίνεται γνωστό ότι το κύριο αίτημα της αμερικανικής πλευράς ήταν να μετατεθεί η περικοπή της παραγωγής κατά έναν μήνα, προκειμένου οι όποιες επιπτώσεις της να μη γίνουν αισθητές πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου.

Ωστόσο, είναι σαφές ότι τόσο το Ριάντ όσο και τα λοιπά πετρελαιοπαραγωγά κράτη είχαν και πολιτικούς λόγους να δώσουν ένα μήνυμα στις καταναλώτριες χώρες. Για την ακρίβεια, να αποκρούσουν έγκαιρα την "υπαρξιακή απειλή” που συνιστούν τα σχέδια της G7 για τη μονομερή επιβολή "οροφής” στην τιμή με την οποία την οποία θα πωλείται διεθνώς το ρωσικό πετρέλαιο. Το καρτέλ των παραγωγών δεν θα ήταν λογικό να μείνει απαθές μπροστά στην προοπτική δημιουργίας ενός καρτέλ των καταναλωτών, το οποίο σήμερα στοχοποιεί την Ρωσία, αλλά αύριο θα μπορούσε να πράξει το ίδιο για οποιονδήποτε άλλον.

Σε κάθε περίπτωση, οι αραβικές μοναρχίες που πρωταγωνιστούν στην πετρελαϊκή αγορά δίνουν όλο και περισσότερα δείγματα στρατηγικής αυτονομίας, καθιστώντας σαφές ότι δεν "χωρούν” σε ένα σχήμα διαίρεσης του κόσμου σε έναν ατλαντικό και έναν ευρασιατικό πόλο. Και αυτό εικονογραφείται και με πολιτικές χειρονομίες.

Ο Εμίρης του Κατάρ βρίσκεται ήδη στην Αστάνα του Καζαχστάν για την έκτη συνάντηση κορυφής της Συνόδου για την Αλληλεπίδραση και την Οικοδόμηση Εμπιστοσύνης στην Ασία (CICA), όπου προβλέπεται να συναντηθεί με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ακόμη πιο τολμηρός, ο ισχυρός άνδρας των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, πρίγκηπας Μοχάμεντ μπιν Ζάγιεντ, επισκέφθηκε την Αγία Πετρούπολη, όπου στις 11 Οκτωβρίου έγινε δεκτός στο ανάκτορο Κονσταντίνοφσκι από τον Ρώσο πρόεδρο, με τον νου στραμμένο ασφαλώς στο Ντουμπάι ως πολλά υποσχόμενο χώρο υποδοχής ρωσικών κεφαλαίων και εμπορευμάτων. (Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι όταν οι ΗΠΑ έφεραν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα προ του διλήμματος να εγκαταλείψουν τα συστήματα 5G της Huawei ή να αποκλεισθούν από την προμήθεια μαχητικών F-35, απλώς επέλεξαν το δεύτερο και στράφηκαν στα γαλλικά Rafale).

Όσο για τον διάδοχο της Σαουδικής Αραβίας και πραγματικό κυβερνήτη της χώρας, πρίγκηπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, οι προκλήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες. Επιδιώκει από τη μία πλευρά να επιλύσει υπέρ του εαυτού του το αίνιγμα της μεταβίβασης του στέμματος, για πρώτη φορά στην ιστορία του βασιλείου, από τη γενιά των γιων του ιδρυτή Αμπντουλαζίζ ιμπν Σαούντ σε αυτή των εγγονών του. Και ταυτόχρονα ξεδιπλώνει ένα όραμα εκσυγχρονισμού "από τα πάνω”, κύριο στοιχείο του οποίου είναι η διαφοροποίηση της οικονομίας αντί της αποκλειστικής εξάρτησης από την πετρελαιοπαραγωγή.

Και για τους δύο αυτούς λόγους είναι αναμενόμενη η καχυποψία του προς τις ΗΠΑ, οι οποίες αφενός δεν κρύβουν τις συμπάθειές τους προς άλλα μέλη της βασιλικής οικογένειας και αφετέρου έχουν μετατραπεί διά του fracking σε οικονομικό ανταγωνιστή. Γνωρίζει άλλωστε ότι τα "όπλα” με τα οποία τον απειλεί η Ουάσιγκτον είναι αμφίστομα: η διακοπή των εξοπλιστικής συνεργασίας θα είναι περισσότερο οδυνηρή για τους πωλητές στο αμερικανικό στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα παρά για τους αγοραστές, που έχουν και άλλες επιλογές. Οποιαδήποτε δε κίνηση εναντίον των σαουδαραβικών στοιχείων ενεργητικού σε αμερικανική δικαιοδοσία θα υπονομεύσει τον ρόλο του δολαρίου ως διεθνούς αποθεματικού.

13/10/2022
https://www.capital.gr/diethni/3664224/pos-epibarunontai-oi-sxeseis-ton-ipa-me-tis-arabikes-monarxies