Το μπλουζ του τουρισμού – To be Greek is a state of mind.
Το άρθρο του καθηγητή πολιτικών επιστημών Στάθη Καλύβα στην “Καθημερινή” για “Μια Ελλάδα χωρίς καλοκαίρι” όπου εξηγούσε πώς η κατακόρυφη αύξηση του τουριστικού ρεύματος απειλεί και τον θερινό βίο, ως στοιχείο της ελληνικής κουλτούρας, προκάλεσε θετικές και αρνητικές αντιδράσεις. Ορισμένοι ειδικοί στην τουριστική οικονομία υποστήριξαν πως η “βαριά βιομηχανία” του τουρισμού έχει κάνει ποσοτικά και ποιοτικά άλματα τα τελευταία χρόνια, πως υπάρχουν σοβαρά υποστηριχτικά προγράμματα και πως η μάχη της ποιότητας και των υποδομών διεξάγεται επιτυχώς.
Τελευταία ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας Φάνης Σπανός εισήλθε στο debate με άρθρο “Πουλάμε το καλοκαίρι μας;”, όπου εστίασε στους κινδύνους που εγκυμονεί η τουριστική ανάπτυξη, αφενός μεν από την υπερ-μαζικοποίηση του τουρισμού, αφετέρου δε από τη στροφή της αγοράς στο κοινό εξαιρετικά υψηλών εισοδημάτων, άρα και τουριστικών δαπανών. Πρότεινε δε μια κεντρώα λύση που έχει κάποιο νόημα: Να συνεχιστεί η στρατηγική της διεκδίκησης τουριστών υψηλού εισοδηματικού επιπέδου και οι Έλληνες να ανακαλύψουν νέες παραλίες και μέρη «με ψάθες στην άμμο αντί για ξαπλώστρες, και καφέ σε χάρτινο ποτήρι, αντί για cocktails» που μπορεί να αντέξει η τσέπη τους. Δεν το λέει δεικτικά, ας δεχθούμε ότι υπερασπίζεται τις παραλίες και τις δυνατότητες της περιφέρειάς του…
Δυστυχώς, ούτε κι αυτός κατάλαβε το νόημα του άρθρου του Καλύβα, ούτε άλλωστε οι τεχνικοί του τουρισμού κατάλαβαν. Κατά τη γνώμη μας, δεν κατάλαβαν γιατί γνωρίζουν αυτό που λέμε “ελληνικό τουριστικό προϊόν” μόνο από τα μακρονούμερα και τις φωτογραφίες στο Instagram…
Τι πουλάει η Ελλάδα
Τελικά, τι πουλάει η Ελλάδα; Photo opportiunity στο νιόπαντρο ζευγάρι των Κινέζων με φόντο το ηλιοβασίλεμα στην Οία; …ή στην καλλονή που αράζει στην ξαπλώστρα των 270 ευρώ στην Ψαρού για το Instagram; Τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους που ανεβάζουν κάπως νούμερα, επιτέλους; Τα πεντάστερα με τους chef ή τα εστιατόρια με την σαμπάνια magnum των 6.000 ευρώ; Μήπως τα ρουμελετάδικα των 25-35 ευρώ την ημέρα; Ή τα AirBnB; Προφανώς και είναι όλα αυτά και πολλά ακόμη, αλλά δεν είναι αυτά το “προϊόν”, είναι το περιτύλιγμα.
Προφανώς δεν είναι πια η χωριάτικη σαλάτα, ίσως ούτε τα βλίτα με φρέσκια τριμμένη ντομάτα και κρεμμυδάκι… Προφανώς δεν είναι οι μεριδάρες της προ κρίσης εποχής, είναι οι μεζέδες σε ποσότητες της πάλαι ποτέ nouvelle cuisine σε τιμή ευρωπαΐζουσα. Όμως η ουσία του ελληνικού τουριστικού προϊόντος είναι κάτι άλλο, πιο βαθύ, πιο διαισθαντικό, πιο ψυχαναλυτικό, πιο υπερβατικό. Είναι αυτό που κάνει να διαμορφώνεται σταδιακά ένα ρεύμα “ψηφιακών νομάδων”, είναι το ρεύμα των Ευρωπαίων που αγοράζουν ή φτιάχνουν σπίτια στις Κυκλάδες και αλλού, είναι ο Ελληνικός Τρόπος Ζωής!…
…Η Ελλάδα είναι η κοιτίδα της Ευρώπης, αλλά για 2000 χρόνια επηρέασε και την Ανατολή, από την οποία και η ίδια επηρεάστηκε. Σήμερα, έχοντας αφομοιώσει όλη την δυτική εμπειρία επιχειρεί τη δική της σύνθεση μέσα σε συνθήκες δυσκολίας, κυοφορώντας ένα νέο πολιτισμό… Και παραφράζοντας έναν Ιάπωνα δημοσιογράφο (Φερνάντ Μπροντέλ, “Η Γραμματική των Πολιτισμών”) θα μπορούσαμε να πούμε πως “ότι πιο εκπληκτικό έχει να επιδείξει η Ελλάδα είναι οι Έλληνες”…
Γεμάτη με θησαυρούς…
Η “εσωτερική αξία” της χώρας και της κοινωνίας που την κατοικεί δεν είναι επαρκώς συνειδητοποιημένη από τους Έλληνες, ούτε από τις πολιτικές τους ηγεσίες. Κι αυτό λόγω του επαρχιωτισμού και της αδυναμίας μας να παρακολουθήσουμε τι συμβαίνει στον κόσμο. Όμως, ο κόσμος παρακολουθεί εμάς, καθώς η κρίση και το μεταναστευτικό μας ανέδειξαν στο παγκόσμιο προσκήνιο. Μέσα στη μιζέρια, τα αδιέξοδα και τη σύγχυση του σημερινού τρόπου ζωής στις μεγαλουπόλεις, μέσα στην ασθένεια που παράγει το σύστημα, η Ελλάδα μοιάζει με όαση ανθρωπιάς, γλυκύτητας και απλότητας.
«Η Ελλάδα είναι γεμάτη με θησαυρούς», ισχυρίζεται ο γνωστός ελληνικής καταγωγής brand strategist, Peter Economides και εξηγεί πως το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της είναι η ζωή στην ίδια τη χώρα. Κι αυτό «συνδέεται με τη θάλασσα, τα αρχαία, τα γνωστά χαρακτηριστικά». Η Ελλάδα είναι μια τεχνογνωσία που γυρίζει γύρω από τη ζωή… η ζωή με συναίσθημα που όλος ο πλανήτης επιζητεί πλέον.
Ο Economides βλέπει δύο τάσεις στον κόσμο. Από τη μια υπάρχουν καινοτομίες που υπόσχονται τέλεια αποδοτικότητα και κάνουν τη ζωή βολική – convinience και efficiency- και από την άλλη υπάρχουν άλλες καινοτομίες που υπόσχονται την «τέλεια εμπειρία και εκεί ζούμε εμείς!». Ο Economides ειδικός του branding μιλά για την “τεχνοανθρωπολογία”, επόμενο στάδιο διαβίωσης που θα έχει ζήτηση από τους δυτικούς. Πρόκειται για την «τεχνολογία που δουλεύει για τον άνθρωπο» και είναι «αυτό είναι που θέλει ο κόσμος». «Υπάρχουν ευκαιρίες, έτοιμες για να τις αρπάξουμε», όπως το clean food, η πιο καθαρή διατροφή, υπό την έννοια της υγιεινής και ωφέλιμης, που δεν περιλαμβάνει σημαντικά επεξεργασμένα τρόφιμα. «Είμαστε στην εμπειρία, είμαστε λαός της εμπειρίας της ζωής»…
Ο ελληνικός τόπος χαρακτηρίζεται από μυστηριακές δυνάμεις που “δένουν” είτε τον γηγενή είτε τον ξένο με ένα περίπλοκο τρόπο με αυτόν, είναι κάτι που εκτός από εμάς το αντιλαμβάνονται και οι περισσότεροι ξένοι που έρχονται ως τουρίστες και φεύγουν με ένα ισχυρό αίσθημα νοσταλγίας και επιστροφής. Είναι το φως, τα βουνά και η θάλασσα, είναι οι άνθρωποι, είναι ο τρόπος ζωής, είναι η ελληνοποιητική δεινότητα του τόπου και της κοινωνίας μας.
Η τιμολόγηση της υπεραξίας
Κάποιο Μάιο, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, μας είχε κάνει τραπέζι σε μερικούς δημοσιογράφους ένας οικονομικός παράγοντας στην ταράτσα ενός εστιατορίου κάτω από την φωτισμένη (με θερμό φως τότε) Ακρόπολη. Όλα ήταν υπέροχα έως και μαγικά και μου πέρασε από το μυαλό η εξής σκέψη: Εδώ το κουβέρ θα έπρεπε να είναι ένα χιλιάρικο! Μάλλον θα το έλεγα και σήμερα (στα 100 ευρώ)…
Σε ότι αφορά την “φιλοξενία”, ένας γνωστός μου τραπεζίτης στη Γενεύη μου έλεγε αρκετά αργότερα: Δεν μπορεί το τελευταίο ξενοδοχείο στη λίμνη να κάνει 350 ευρώ τη βραδιά και ΄μεις να πουλάμε το 5* δωμάτιο τζάμπα. Φαίνεται όμως πια ότι πολλές μονάδες πιάνουν πλέον τιμές Γενεύης… Και κάπως έτσι, τα μακρονούμερα της τουριστικής μας βιομηχανίας ευημερούν, δικαιώνοντας έτσι τους σχεδιαστές της “τουριστικής πολιτικής”.
Παρ’ όλα αυτά κάτι δεν πάει καλά. Στα μικρονούμερα, η εικόνα είναι άλλη, αν κρίνουμε από τα εκατοντάδες ξενοδοχεία και μεγα-εστιατόρια που έχουν περάσει στον έλεγχο ξένων και από τους συνεχείς πλειστηριασμούς μονάδων. Το ίδιο και με τα εστιατόρια. Δεν είδα έναν ειδικό στον τουρισμό καθηγητή να αναθέτει ένα διδακτορικό για τον αφελληνισμό της βαριάς μας βιομηχανίας. Δεν είδα μια μελέτη για τα πραγματικά κόστη, για τις ανακαινίσεις κ.ο.κ. Κι όλα αυτά σε μια επιδοτούμενη μέσω ΟΑΕΔ “βιομηχανία” που οφείλει να κάνει ριζική ανακαίνιση κάθε οκτώ χρόνια και μια ligth κάθε τρία. Για την εστίαση που έχω προσωπική εμπειρία επιφυλάσσομαι για ένα επόμενο άρθρο.
Το ερώτημα είναι εάν υπάρχει εθνική στρατηγική τουριστικής πολιτικής που να καλύπτει όλα τα ζητήματα που έχουν θιγεί στο debate, αλλά και του προσωπικού, της κατάρτισης, των αμοιβών με όρους και προοπτική τουλάχιστον δεκαετίας. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος, ισχυρίζεται με άρθρο του στην “Καθημερινή” πως ο Σύνδεσμος έχει καταστρώσει ένα σχέδιο και ζητείται η εφαρμογή του. Δεν το έχουμε διαβάσει, αλλά από όσα γράφει, δεν μοιάζει με σχέδιο στρατηγικής, αλλά με τις γνωστές γενικότητες που ισχύουν σε κάθε περίπτωση: Οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα(!)… που «πρακτικά σημαίνει μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, καθαρές τεχνολογίες, βιώσιμες πρακτικές, ενίσχυση των τοπικών κοινοτήτων, ανάπτυξη εναλλακτικών προορισμών, αυστηρή διαχείριση ροών».
ΟΚ! Να το δούμε. Αλλά παραμένουμε επιφυλακτικοί. Εδώ δεν υπάρχει εθνική στρατηγική για την Παιδεία και την Υγεία, θα υπάρχει για τον τουρισμό που παραμένει εποχικός και με κυρίαρχη τη λογική της αρπαχτής; Το μόνο που υπάρχει είναι μια σχετική αναβάθμιση της προβολής του ελληνικού τουρισμού, καθώς από το “λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι” μου που υποκατέστησε το συρτάκι-σουβλάκι, με το live your myth in Greece. Εκεί σταματά η τουριστική πολιτική, στην επικοινωνία…
Ο κίνδυνος για τον ελληνικό τρόπο ζωής
Υπάρχει όμως -για τους σχεδιαστές- κι άλλη μία γκρίζα ζώνη που πρέπει να διαβούν: Την εκάστοτε συγκυρία (καιρός, γεωπολιτικά, οικονομικές κρίσεις κ.ά.) που όχι μόνο δεν λαμβάνονται υπόψη στις ετήσιες δράσεις, αλλά αντίθετα δημιουργούν ένα κλίμα υπεραισιοδοξίας που οι εμπλεκόμενοι αναγκάζονται από τον Απρίλιο κιόλας να καλύψουν και στο τέλος μένουν με ένα αναίτιο κόστος στο ταμείο. Πχ. το 8μηνο του 2022, η ταξιδιωτική κίνηση στο αεροδρόμιο της Αθήνας έκλεισε στο μείον 15,1%, έναντι του 8μηνου του 2019, της χρονιάς ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού. Η μείωση ήταν μεγαλύτερη στην κίνηση εξωτερικού, με μείον 17,9% και 9.823.628 επιβάτες…
Για να ξαναγυρίσουμε στον Καλύβα. Ο ελληνικός τρόπος ζωής, η απλότητα, η ξεγνοιασιά, το καλό φαΐ, η μουσική, τα πανηγύρια και τόσα άλλα πράγματα που συνιστούν τον πόλο έλξης επώνυμων και ανώνυμων ξένων κινδυνεύει, όχι μόνο από την τιμολόγηση, όχι μόνο από την fusion κουζίνα… αλλά από την αλλοίωση της νοοτροπίας του τοπικού πληθυσμού των τουριστικών προορισμών που από φιλοξενία μετατράπηκε σε ευκαιριακή και πονηρή εκμετάλλευση. Σιγά σιγά όλα γίνονται ένα κακέκτυπο της Disneyland. Η ουσία του “προϊόντος” διαλύεται σε ένα κοκτέιλ του φαίνεσθαι, χωρίς να είναι.
Ανδρονόπουλος Μάκης
Ο Μάκης Ανδρονόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Διετέλεσε διευθυντής σύνταξης στη “Ναυτεμπορική”, στον “Κόσμο του Επενδυτή”, στην “Απογευματινή της Κυριακής” και αρχισυντάκτης στο “Κέρδος”. Εργάστηκε ως οικονομικός συντάκτης στην “Καθημερινή”, το “Έθνος”, το “Ποντίκι” και παρουσίασε οικονομικές εκπομπές στα κανάλια ΜΕGA, TEMPO, SevenX. Εργάστηκε, επίσης, στο χώρο της πολιτικής επικοινωνίας. Έχει γράψει τα βιβλία “Η Ελλάδα στο ντιβάνι - Διεργασίες ανατροπής γύρω από την ιστορία, τη γλώσσα και τα κοινωνικά στερεότυπα” (εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2011), “Το γερμανικό σύνδρομο - Η Ελλάδα και η Ευρώπη απέναντι στη γερμανική ιδιαιτερότητα” (εκδόσεις Ταξιδευτής, 2013) και έχει μεταφράσει το φουτουριστικό μυθιστόρημα του Τσέχου συγγραφέα Γιαν Βάις “Το σπίτι με τα χίλια πατώματα” (εκδόσεις Οδυσσέας, 1982).
1/10/2022
https://slpress.gr/oikonomia/to-mployz-toy-toyrismoy-to-be-greek-is-a-state-of-mind/
Τελευταία ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας Φάνης Σπανός εισήλθε στο debate με άρθρο “Πουλάμε το καλοκαίρι μας;”, όπου εστίασε στους κινδύνους που εγκυμονεί η τουριστική ανάπτυξη, αφενός μεν από την υπερ-μαζικοποίηση του τουρισμού, αφετέρου δε από τη στροφή της αγοράς στο κοινό εξαιρετικά υψηλών εισοδημάτων, άρα και τουριστικών δαπανών. Πρότεινε δε μια κεντρώα λύση που έχει κάποιο νόημα: Να συνεχιστεί η στρατηγική της διεκδίκησης τουριστών υψηλού εισοδηματικού επιπέδου και οι Έλληνες να ανακαλύψουν νέες παραλίες και μέρη «με ψάθες στην άμμο αντί για ξαπλώστρες, και καφέ σε χάρτινο ποτήρι, αντί για cocktails» που μπορεί να αντέξει η τσέπη τους. Δεν το λέει δεικτικά, ας δεχθούμε ότι υπερασπίζεται τις παραλίες και τις δυνατότητες της περιφέρειάς του…
Δυστυχώς, ούτε κι αυτός κατάλαβε το νόημα του άρθρου του Καλύβα, ούτε άλλωστε οι τεχνικοί του τουρισμού κατάλαβαν. Κατά τη γνώμη μας, δεν κατάλαβαν γιατί γνωρίζουν αυτό που λέμε “ελληνικό τουριστικό προϊόν” μόνο από τα μακρονούμερα και τις φωτογραφίες στο Instagram…
Τι πουλάει η Ελλάδα
Τελικά, τι πουλάει η Ελλάδα; Photo opportiunity στο νιόπαντρο ζευγάρι των Κινέζων με φόντο το ηλιοβασίλεμα στην Οία; …ή στην καλλονή που αράζει στην ξαπλώστρα των 270 ευρώ στην Ψαρού για το Instagram; Τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους που ανεβάζουν κάπως νούμερα, επιτέλους; Τα πεντάστερα με τους chef ή τα εστιατόρια με την σαμπάνια magnum των 6.000 ευρώ; Μήπως τα ρουμελετάδικα των 25-35 ευρώ την ημέρα; Ή τα AirBnB; Προφανώς και είναι όλα αυτά και πολλά ακόμη, αλλά δεν είναι αυτά το “προϊόν”, είναι το περιτύλιγμα.
Προφανώς δεν είναι πια η χωριάτικη σαλάτα, ίσως ούτε τα βλίτα με φρέσκια τριμμένη ντομάτα και κρεμμυδάκι… Προφανώς δεν είναι οι μεριδάρες της προ κρίσης εποχής, είναι οι μεζέδες σε ποσότητες της πάλαι ποτέ nouvelle cuisine σε τιμή ευρωπαΐζουσα. Όμως η ουσία του ελληνικού τουριστικού προϊόντος είναι κάτι άλλο, πιο βαθύ, πιο διαισθαντικό, πιο ψυχαναλυτικό, πιο υπερβατικό. Είναι αυτό που κάνει να διαμορφώνεται σταδιακά ένα ρεύμα “ψηφιακών νομάδων”, είναι το ρεύμα των Ευρωπαίων που αγοράζουν ή φτιάχνουν σπίτια στις Κυκλάδες και αλλού, είναι ο Ελληνικός Τρόπος Ζωής!…
…Η Ελλάδα είναι η κοιτίδα της Ευρώπης, αλλά για 2000 χρόνια επηρέασε και την Ανατολή, από την οποία και η ίδια επηρεάστηκε. Σήμερα, έχοντας αφομοιώσει όλη την δυτική εμπειρία επιχειρεί τη δική της σύνθεση μέσα σε συνθήκες δυσκολίας, κυοφορώντας ένα νέο πολιτισμό… Και παραφράζοντας έναν Ιάπωνα δημοσιογράφο (Φερνάντ Μπροντέλ, “Η Γραμματική των Πολιτισμών”) θα μπορούσαμε να πούμε πως “ότι πιο εκπληκτικό έχει να επιδείξει η Ελλάδα είναι οι Έλληνες”…
Γεμάτη με θησαυρούς…
Η “εσωτερική αξία” της χώρας και της κοινωνίας που την κατοικεί δεν είναι επαρκώς συνειδητοποιημένη από τους Έλληνες, ούτε από τις πολιτικές τους ηγεσίες. Κι αυτό λόγω του επαρχιωτισμού και της αδυναμίας μας να παρακολουθήσουμε τι συμβαίνει στον κόσμο. Όμως, ο κόσμος παρακολουθεί εμάς, καθώς η κρίση και το μεταναστευτικό μας ανέδειξαν στο παγκόσμιο προσκήνιο. Μέσα στη μιζέρια, τα αδιέξοδα και τη σύγχυση του σημερινού τρόπου ζωής στις μεγαλουπόλεις, μέσα στην ασθένεια που παράγει το σύστημα, η Ελλάδα μοιάζει με όαση ανθρωπιάς, γλυκύτητας και απλότητας.
«Η Ελλάδα είναι γεμάτη με θησαυρούς», ισχυρίζεται ο γνωστός ελληνικής καταγωγής brand strategist, Peter Economides και εξηγεί πως το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της είναι η ζωή στην ίδια τη χώρα. Κι αυτό «συνδέεται με τη θάλασσα, τα αρχαία, τα γνωστά χαρακτηριστικά». Η Ελλάδα είναι μια τεχνογνωσία που γυρίζει γύρω από τη ζωή… η ζωή με συναίσθημα που όλος ο πλανήτης επιζητεί πλέον.
Ο Economides βλέπει δύο τάσεις στον κόσμο. Από τη μια υπάρχουν καινοτομίες που υπόσχονται τέλεια αποδοτικότητα και κάνουν τη ζωή βολική – convinience και efficiency- και από την άλλη υπάρχουν άλλες καινοτομίες που υπόσχονται την «τέλεια εμπειρία και εκεί ζούμε εμείς!». Ο Economides ειδικός του branding μιλά για την “τεχνοανθρωπολογία”, επόμενο στάδιο διαβίωσης που θα έχει ζήτηση από τους δυτικούς. Πρόκειται για την «τεχνολογία που δουλεύει για τον άνθρωπο» και είναι «αυτό είναι που θέλει ο κόσμος». «Υπάρχουν ευκαιρίες, έτοιμες για να τις αρπάξουμε», όπως το clean food, η πιο καθαρή διατροφή, υπό την έννοια της υγιεινής και ωφέλιμης, που δεν περιλαμβάνει σημαντικά επεξεργασμένα τρόφιμα. «Είμαστε στην εμπειρία, είμαστε λαός της εμπειρίας της ζωής»…
Ο ελληνικός τόπος χαρακτηρίζεται από μυστηριακές δυνάμεις που “δένουν” είτε τον γηγενή είτε τον ξένο με ένα περίπλοκο τρόπο με αυτόν, είναι κάτι που εκτός από εμάς το αντιλαμβάνονται και οι περισσότεροι ξένοι που έρχονται ως τουρίστες και φεύγουν με ένα ισχυρό αίσθημα νοσταλγίας και επιστροφής. Είναι το φως, τα βουνά και η θάλασσα, είναι οι άνθρωποι, είναι ο τρόπος ζωής, είναι η ελληνοποιητική δεινότητα του τόπου και της κοινωνίας μας.
Η τιμολόγηση της υπεραξίας
Κάποιο Μάιο, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, μας είχε κάνει τραπέζι σε μερικούς δημοσιογράφους ένας οικονομικός παράγοντας στην ταράτσα ενός εστιατορίου κάτω από την φωτισμένη (με θερμό φως τότε) Ακρόπολη. Όλα ήταν υπέροχα έως και μαγικά και μου πέρασε από το μυαλό η εξής σκέψη: Εδώ το κουβέρ θα έπρεπε να είναι ένα χιλιάρικο! Μάλλον θα το έλεγα και σήμερα (στα 100 ευρώ)…
Σε ότι αφορά την “φιλοξενία”, ένας γνωστός μου τραπεζίτης στη Γενεύη μου έλεγε αρκετά αργότερα: Δεν μπορεί το τελευταίο ξενοδοχείο στη λίμνη να κάνει 350 ευρώ τη βραδιά και ΄μεις να πουλάμε το 5* δωμάτιο τζάμπα. Φαίνεται όμως πια ότι πολλές μονάδες πιάνουν πλέον τιμές Γενεύης… Και κάπως έτσι, τα μακρονούμερα της τουριστικής μας βιομηχανίας ευημερούν, δικαιώνοντας έτσι τους σχεδιαστές της “τουριστικής πολιτικής”.
Παρ’ όλα αυτά κάτι δεν πάει καλά. Στα μικρονούμερα, η εικόνα είναι άλλη, αν κρίνουμε από τα εκατοντάδες ξενοδοχεία και μεγα-εστιατόρια που έχουν περάσει στον έλεγχο ξένων και από τους συνεχείς πλειστηριασμούς μονάδων. Το ίδιο και με τα εστιατόρια. Δεν είδα έναν ειδικό στον τουρισμό καθηγητή να αναθέτει ένα διδακτορικό για τον αφελληνισμό της βαριάς μας βιομηχανίας. Δεν είδα μια μελέτη για τα πραγματικά κόστη, για τις ανακαινίσεις κ.ο.κ. Κι όλα αυτά σε μια επιδοτούμενη μέσω ΟΑΕΔ “βιομηχανία” που οφείλει να κάνει ριζική ανακαίνιση κάθε οκτώ χρόνια και μια ligth κάθε τρία. Για την εστίαση που έχω προσωπική εμπειρία επιφυλάσσομαι για ένα επόμενο άρθρο.
Το ερώτημα είναι εάν υπάρχει εθνική στρατηγική τουριστικής πολιτικής που να καλύπτει όλα τα ζητήματα που έχουν θιγεί στο debate, αλλά και του προσωπικού, της κατάρτισης, των αμοιβών με όρους και προοπτική τουλάχιστον δεκαετίας. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος, ισχυρίζεται με άρθρο του στην “Καθημερινή” πως ο Σύνδεσμος έχει καταστρώσει ένα σχέδιο και ζητείται η εφαρμογή του. Δεν το έχουμε διαβάσει, αλλά από όσα γράφει, δεν μοιάζει με σχέδιο στρατηγικής, αλλά με τις γνωστές γενικότητες που ισχύουν σε κάθε περίπτωση: Οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα(!)… που «πρακτικά σημαίνει μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, καθαρές τεχνολογίες, βιώσιμες πρακτικές, ενίσχυση των τοπικών κοινοτήτων, ανάπτυξη εναλλακτικών προορισμών, αυστηρή διαχείριση ροών».
ΟΚ! Να το δούμε. Αλλά παραμένουμε επιφυλακτικοί. Εδώ δεν υπάρχει εθνική στρατηγική για την Παιδεία και την Υγεία, θα υπάρχει για τον τουρισμό που παραμένει εποχικός και με κυρίαρχη τη λογική της αρπαχτής; Το μόνο που υπάρχει είναι μια σχετική αναβάθμιση της προβολής του ελληνικού τουρισμού, καθώς από το “λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι” μου που υποκατέστησε το συρτάκι-σουβλάκι, με το live your myth in Greece. Εκεί σταματά η τουριστική πολιτική, στην επικοινωνία…
Ο κίνδυνος για τον ελληνικό τρόπο ζωής
Υπάρχει όμως -για τους σχεδιαστές- κι άλλη μία γκρίζα ζώνη που πρέπει να διαβούν: Την εκάστοτε συγκυρία (καιρός, γεωπολιτικά, οικονομικές κρίσεις κ.ά.) που όχι μόνο δεν λαμβάνονται υπόψη στις ετήσιες δράσεις, αλλά αντίθετα δημιουργούν ένα κλίμα υπεραισιοδοξίας που οι εμπλεκόμενοι αναγκάζονται από τον Απρίλιο κιόλας να καλύψουν και στο τέλος μένουν με ένα αναίτιο κόστος στο ταμείο. Πχ. το 8μηνο του 2022, η ταξιδιωτική κίνηση στο αεροδρόμιο της Αθήνας έκλεισε στο μείον 15,1%, έναντι του 8μηνου του 2019, της χρονιάς ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού. Η μείωση ήταν μεγαλύτερη στην κίνηση εξωτερικού, με μείον 17,9% και 9.823.628 επιβάτες…
Για να ξαναγυρίσουμε στον Καλύβα. Ο ελληνικός τρόπος ζωής, η απλότητα, η ξεγνοιασιά, το καλό φαΐ, η μουσική, τα πανηγύρια και τόσα άλλα πράγματα που συνιστούν τον πόλο έλξης επώνυμων και ανώνυμων ξένων κινδυνεύει, όχι μόνο από την τιμολόγηση, όχι μόνο από την fusion κουζίνα… αλλά από την αλλοίωση της νοοτροπίας του τοπικού πληθυσμού των τουριστικών προορισμών που από φιλοξενία μετατράπηκε σε ευκαιριακή και πονηρή εκμετάλλευση. Σιγά σιγά όλα γίνονται ένα κακέκτυπο της Disneyland. Η ουσία του “προϊόντος” διαλύεται σε ένα κοκτέιλ του φαίνεσθαι, χωρίς να είναι.
Ανδρονόπουλος Μάκης
Ο Μάκης Ανδρονόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Διετέλεσε διευθυντής σύνταξης στη “Ναυτεμπορική”, στον “Κόσμο του Επενδυτή”, στην “Απογευματινή της Κυριακής” και αρχισυντάκτης στο “Κέρδος”. Εργάστηκε ως οικονομικός συντάκτης στην “Καθημερινή”, το “Έθνος”, το “Ποντίκι” και παρουσίασε οικονομικές εκπομπές στα κανάλια ΜΕGA, TEMPO, SevenX. Εργάστηκε, επίσης, στο χώρο της πολιτικής επικοινωνίας. Έχει γράψει τα βιβλία “Η Ελλάδα στο ντιβάνι - Διεργασίες ανατροπής γύρω από την ιστορία, τη γλώσσα και τα κοινωνικά στερεότυπα” (εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2011), “Το γερμανικό σύνδρομο - Η Ελλάδα και η Ευρώπη απέναντι στη γερμανική ιδιαιτερότητα” (εκδόσεις Ταξιδευτής, 2013) και έχει μεταφράσει το φουτουριστικό μυθιστόρημα του Τσέχου συγγραφέα Γιαν Βάις “Το σπίτι με τα χίλια πατώματα” (εκδόσεις Οδυσσέας, 1982).
1/10/2022
https://slpress.gr/oikonomia/to-mployz-toy-toyrismoy-to-be-greek-is-a-state-of-mind/