Το κέντρο του κόσμου: Συμβολισμοί και σκοπιμότητες στη χαρτογραφία.
Βαγγέλης Δ. Πανταζής, Χάρτες και ιδεολογίες: Οι προσανατολισμοί των χαρτών και οι τύχες των λαών, εκδόσεις Στερέωμα, Αθήνα 2018.
Το κέντρο του κόσμου:
Στις 27 Μαρτίου 2021, ο Α/ΓΕΕΘΑ του Πακιστάν, στρατηγός Ναντίμ Ρατζά, επισκέφθηκε την Τουρκία στο πλαίσιο της πολύ στενής συνεργασίας των δύο χωρών. Διαβάζοντας την είδηση, ιδιαίτερη εντύπωση μού έκανε μία φωτογραφία, στην οποία ο Πακιστανός στρατηγός συναντήθηκε με τον Τούρκο υπουργό Άμυνας, Χουλουσί Ακάρ, στο γραφείο του. Στον τοίχο δέσποζε ένας μεγάλος χάρτης της Τουρκίας και της γύρω περιοχής.
Η ιδιαιτερότητα αυτού του χάρτη βρισκόταν στην τουρκική προοπτική του.
Η απεικόνισή του ξεκινούσε από την Ιταλία και κατέληγε στο Θιβέτ και
τις Ινδίες. Γύρω από την Τουρκία απλωνόταν όλος ο κόσμος των πολιτικών,
οικονομικών και πολιτισμικών ενδιαφερόντων της: Η Μέση Ανατολή και η
Βόρεια Αφρική, πάλαι ποτέ κτήσεις των Οθωμανών και πεδία σύγχρονων
ανταγωνισμών (Λιβύη, Συρία), οι ομόγλωσσες περιοχές του Καυκάσου και της
Κεντρικής Ασίας, το κινεζικό Σινγκιάνγκ των Ουιγούρων, η Σομαλία με τις
τουρκικές στρατιωτικές βάσεις. Αυτός ο χάρτης, αυτή η φωτογραφική
αποτύπωση ενός τμήματος της γήινης σφαίρας, ήταν ακριβώς σχεδιασμένος
για να εξυπηρετεί την τουρκική πολιτική, πρακτικά και φαντασιακά.
Έχοντας αυτά στον νου, με μεγάλη ευχαρίστηση το φθινόπωρο του παρόντος έτους πήρα στα χέρια μου το βιβλίο του Βαγγέλη Δ. Πανταζή, Χάρτες και Ιδεολογίες.
Ο Βαγγέλης Πανταζής (1947-2017) δίδασκε Γεωγραφία στο Πανεπιστήμιο
του Αιγαίου, είχε δε ασχοληθεί με τη γεωγραφία των ομηρικών επών. Η
σημερινή μορφή του βιβλίου (2018) αποτελεί αναθεώρηση της πρώτης έκδοσης
του 1989. Ο προβληματισμός για τα μηνύματα που εκπέμπει ένας χάρτης,
ένα γνωστικό εργαλείο που συνήθως θεωρείται ουδέτερο, ξεκίνησε από το ερώτημα αν η τοποθέτηση του Βορρά «πάνω» και του Νότου «κάτω» είχε κάποια επίδραση στην υπανάπτυξη των νοτίων λαών.
Το βιβλίο πραγματεύεται τις έννοιες του χώρου και του προσανατολισμού του ανθρώπου, από τις πρωτόγονες κοινωνίες μέχρι σήμερα. Μεγάλο μέρος του αφιερώνεται στις μυθολογίες και κοσμολογίες των Ελλήνων, Αιγυπτίων και των λαών της Ανατολής, εξετάζοντας πώς η θέση τους σε σχέση με βουνά, ποταμούς και θάλασσες τούς έκανε να δίνουν μεγαλύτερη έμφαση –και να στρέφουν αντίστοιχα τους πρώτους χάρτες τους– προς τον βορρά, τον νότο ή την ανατολή. Ο άξονας βορρά-νότου κάθε άλλο παρά αυτονόητος ήταν για μεγάλο μέρος της παγκόσμιας ιστορίας. Έτσι, στον Όμηρο ο βασικός προσανατολισμός του κόσμου είναι προς τον νότο: εκεί ζουν οι μακάριοι και ευσεβείς Αιθίοπες, ενώ στον βορρά βρίσκεται η χώρα των Κιμμερίων, όπου βασιλεύει αιώνιο σκότος. Διάφοροι παράγοντες οδήγησαν στην αλλαγή αυτού του σχήματος, με κομβικότερο ίσως την υιοθέτηση του πολικού αστέρα ως σημείου αναφοράς στη ναυσιπλοΐα. Ο βορράς έγινε η γη του Υπερβορείου Απόλλωνος, όπου βασίλευε αιώνια λιακάδα. Παρ’ όλα αυτά το ζήτημα του «πάνω» και «κάτω» του κόσμου παρέμενε ανοικτό και για τους μεγάλους γεωγράφους της ελληνιστικής εποχής.
Κάθε κατεύθυνση φόρτιζε αξιακά τις χώρες και τους ανθρώπους που την κατοικούσαν. Στην απεικόνισή τους, τα σημεία του ορίζοντα διαπλέκονται με την ανθρώπινη αντίληψη για το «πάνω» και το «κάτω», η οποία συνδέεται με το καλό και το κακό. Αυτό οδήγησε σε μία σειρά από προκαταλήψεις, από το ζήτημα των Αντιπόδων (αν, δηλαδή, υπάρχουν στο νότιο ημισφαίριο άνθρωποι που ζουν «με το κεφάλι κάτω») μέχρι την αντιμετώπιση της μετανάστευσης των λαών από τον βορρά προς το Νότο ως φυσική κίνηση, σαν το νερό που ακολουθεί τη βαρύτητα από τα υψηλότερα προς τα χαμηλότερα εδάφη (π.χ. «κάθοδος» των Δωριέων, των Ινδοευρωπαίων κ.ο.κ.).
Στη νεότερη ιστορία, με την παγκόσμια κυριαρχία της Ευρώπης (εξερευνήσεις, αποικιοκρατία), οι χάρτες συμμετείχαν στην κατοχύρωση της ανωτερότητάς της. Δεν είναι τυχαίο ότι τον 19ο αιώνα, εποχή βρετανικής παντοδυναμίας, ο 1ος μεσημβρινός ορίστηκε να περνά από το Γκρίνουιτς. Οι λαοί του νότου (Μεσογειακοί, Αφρικανοί) θεωρήθηκαν νωθροί και ανεπαρκώς ορθολογικοί, άρα φύσει κατώτεροι των βορείων, ενώ η εικόνα ενός κόσμου «αναποδογυρισμένου» στοίχειωνε τον νου πολλών Λατινοαμερικάνων συγγραφέων, εντείνοντας ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας και συναισθηματικής εξάρτησης.
Το βιβλίο είναι γραμμένο σε πολύ προσιτό και προσωπικό ύφος. Ο Πανταζής παρεμβάλλει ελεύθερα ανεκδοτολογικές αναφορές του ίδιου και συνεργατών του για το πώς αμφισβήτησαν το φυσικό και αναπόφευκτο των προσανατολισμών. Αυτό βέβαια καθιστά εμφανείς και τις συμπάθειες και αντιπάθειές του – στα κεφάλαια για τη χριστιανική και μεσαιωνική αντίληψη του χώρου δεν επιδεικνύεται ο ίδιος θαυμασμός για την κοσμολογική φαντασία των αρχαίων, ενώ αναπαράγονται παλαιότερες αφηγήσεις περί «οπισθοδρόμησης» και της Εκκλησίας που «εχθρευόταν και απέκρυπτε την αρχαία γνώση», οι οποίες έχουν τουλάχιστον σχετικοποιηθεί, αν όχι ανατραπεί, από τη νεότερη έρευνα.
Ακόμη, όπως είναι αναπόφευκτο σε κάθε βιβλίο που αγγίζει «παρθένα γη», δεν λείπει η απόδοση υπερβολικής σημασίας στην επίδραση της ιδεολογίας των χαρτών σε ιστορικά γεγονότα. Όσο σημαντική και να είναι η ψυχολογία, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως η χαρτογραφική προκατάληψη ήταν αμελητέος παράγων στη νίκη των Βορείων επί των Νοτίων κατά τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο.
Τέλος, η επικέντρωση του συγγραφέα στον άξονα Βορρά – Νότου και τη σύγχρονη ανισότητα, μαζί με τη σκωπτική του διάθεση προς τον «ελληνικό εθνικισμό», δεν επιτρέπει την ανάδειξη μιας ελληνικής όψης του ζητήματος. Πώς αυτές οι γεωγραφικές και ιδεολογικές προκαταλήψεις επηρεάζουν το αίσθημα κατωτερότητας των σημερινών Ελλήνων έναντι της Ευρώπης; Ένα ελληνικό αντίστοιχο του τουρκικού χάρτη στο γραφείο του Ακάρ θα ήταν μάλλον ανήκουστο – στους τοίχους των δημοσίων υπηρεσιών κρέμονται χάρτες της Ευρώπης, οριοθετημένοι μεταξύ Ισλανδίας και Ουραλίων, με την Ελλάδα στη νοτιοανατολική, «κάτω δεξιά» γωνία τους.
Από το χαρτογραφικό περιθώριο, λοιπόν, ο Έλληνας στρέφει τους
οφθαλμούς του μακριά, στα κέντρα λήψης αποφάσεων, εκεί που σπουδάζουν τα
παιδιά του και εκεί που σκέπτεται να ταξιδέψει ή να μεταναστεύσει:
Λονδίνο, Παρίσι, Βρυξέλλες, Βερολίνο. Κι αν με τις τρέχουσες πολιτικές
και οικονομικές συνθήκες αυτός ο προσανατολισμός είναι θεμιτός, δεν
παύει να επηρεάζει και την ιστορική αντίληψη. Η ιστορία και η γεωγραφία
του Μείζονος Ελληνισμού αναπτύχθηκε σε έναν ορίζοντα πολύ ευρύτερο, από
τις κοινότητες της Αιγύπτου και της Αιθιοπίας μέχρι τα ελληνιστικά
βασίλεια του Αφγανιστάν. Ο υποσυνείδητος δυτικοκεντρισμός δρα
ανασταλτικά στη γεωπολιτική και πολιτισμική σκέψη των Ελλήνων, καθώς τους ετεροκαθορίζει και τους υποβιβάζει στο περιθώριο της ίδιας τους της κοσμοεικόνας.
Μάριος Νοβακόπουλος
Εφημερίδα Ρήξη, φ. 173 Νοέμβριος 2021
ANAΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ
https://cognoscoteam.gr/archives/30275
25/8/2023