To φιάσκο μεγατόνων στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ήδη οδηγήσει σε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες, ενώ το κόστος της δυτικής βοήθειας υπολογίζεται ως τώρα σε περίπου 380 δισ. δολάρια, με τους ίδιους τους Ουκρανούς να υπολογίζουν ότι θα χρειαστούν ακόμη εκατοντάδες δισεκατομμύρια, για να «μη νικήσει» η Ρωσία.
Διανύοντας πλέον τον 27ο μήνα του πολέμου, με τους Ρώσους στην επίθεση σε δύο μέτωπα, στο Ντονμπάς και το Χάρκοβο, διαπιστώνουμε ότι οι αρχικές προσδοκίες των ηγετών σε Ευρώπη και ΗΠΑ έχουν διαψευστεί πανηγυρικά, εντός αλλά και εκτός του πεδίου μάχης.
Ίσως χειρότερο όμως είναι ότι ουδείς αναμένει πλέον κάτι περισσότερο από μια «ευνοϊκή» διαπραγμάτευση (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό) για τα ουκρανικά συμφέροντα, αντί νίκης. Η οποία διαπραγμάτευση, κατά την άποψη αρκετών έγκυρων δυτικών αναλυτών, δεν πρόκειται να έρθει -αν έρθει- νωρίτερα από το 2026 ή και το 2027, δηλαδή μετά από ακόμη 2-3 χρόνια αιματηρού πολέμου.
Δεν χρειάζεται να θυμηθεί κάποιος παρά μόνο τις απίθανες δηλώσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών αξιωματούχων για τις κυρώσεις που θα τσάκιζαν τη ρωσική οικονομία, τις ανεκδιήγητες τοποθετήσεις για τσιπάκια από… πλυντήρια σε στρατιωτικά όπλα, ή τις προβλέψεις για απελευθέρωση της Κριμαίας, για να αντιληφθεί ότι η όλη υπόθεση έχει εξελιχθεί σε φιάσκο μεγατόνων με πολύ απρόβλεπτες συνέπειες.
Οι πραγματικές αιτίες του πολέμου
Γιατί συνέβη; Κοιτώντας εκ των υστέρων τα γεγονότα, φαίνεται πως η κυρίαρχη αντίληψη σε κυβερνητικούς κύκλους των ΗΠΑ, πριν ακόμη ξεσπάσει ο πόλεμος, ήταν πως μοιραία η Ρωσία θα συμμαχήσει με την Κίνα, σχηματίζοντας ένα εξαιρετικά επικίνδυνο άθροισμα δυνάμεων και δυνατοτήτων.
Κατά τα φαινόμενα, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέλεξαν τη λύση να απομονώσουν έγκαιρα και να «γονατίσουν» το πιο αδύναμο από αυτά τα μέρη, τη Ρωσία, ώστε να μη διαταραχθεί επικίνδυνα η ευνοϊκή ισορροπία δυνάμεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Ενδεικτική αυτής της τακτικής ήταν και η παρέμβαση της Δύσης (μέσω Μπόρις Τζόνσον) στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας τον Απρίλιο-Μάιο του 2022.
Οι εξελίξεις όμως έδειξαν ότι όπως η Ρωσία υποτίμησε στις πρώτες εβδομάδες του πολέμου τη θέληση και τη δυνατότητα της Ουκρανίας να αμυνθεί, έτσι και η Δύση υποτίμησε υπερβολικά στη συνέχεια τη θέληση και τις δυνατότητες των αντιπάλων της.
Το σημαντικό σημείο καμπής ήταν η μεγάλη ουκρανική αντεπίθεση του 2023, που απέτυχε πλήρως. Η Ρωσία άντεξε στις κυρώσεις, γύρισε σε πολεμική οικονομία και πέρασε στην επίθεση, η Κίνα και οι παραδοσιακοί εχθροί της Δύσης, Ιράν και Βόρεια Κορέα, στήριξαν και στηρίζουν τη Ρωσία, ενώ η προσπάθεια απομόνωσης του Πούτιν στον «παγκόσμιο Νότο» μέχρι στιγμής έχει αποτύχει.
Από τον πόλεμο προέκυψε η σύσφιξη των δεσμών του ΝΑΤΟ, με την εισδοχή και νέων μελών, κάτι για το οποίο πανηγυρίζουν οι δυτικές ηγεσίες. Το επίτευγμα αυτό όμως δεν φαντάζει τόσο σημαντικό, αν αναλογιστούμε το κόστος.
Διότι ο ίδιος πόλεμος έχει «ενώσει» τα συμφέροντα της μεγαλύτερης αποθήκης φυσικών πρώτων υλών στον κόσμο, της Ρωσίας, με αυτά της μοναδικής σήμερα βιομηχανικής υπερδύναμης, της Κίνας, δημιουργώντας νέους γεωπολιτικούς και γεω-οικονομικούς συσχετισμούς. Κι όλα δείχνουν ότι ο δεσμός αυτός δεν πρόκειται να σπάσει εύκολα.
Στην πράξη συνέβη το αντίθετο από ό,τι τη δεκαετία του 1970, όταν η αμερικανική προεδρία Νίξον με υπουργό Εξωτερικών τον Χένρι Κίσινγκερ κατάφερε να βελτιώσει δραστικά τις σινοαμερικανικές σχέσεις, εναντίον της ΕΣΣΔ, μπαίνοντας σφήνα ανάμεσα στα δύο μεγαλύτερα κομμουνιστικά καθεστώτα, την εποχή του ψυχρού πολέμου.
Οι ευρύτερες συνέπειες αυτού του φιάσκου γίνονται ήδη αντιληπτές σε όλη την υδρόγειο. Πέρα από τις δυνάμεις που φαίνονται να έχουν σχηματίσει κανονικό άξονα (Κίνα-Ρωσία-Ιράν-Βόρειος Κορέα), με επιπτώσεις και στη Μέση Ανατολή, σημαντικό μέρος του Παγκόσμιου Νότου φαίνεται να απομακρύνεται από τη Δύση, βοηθούσης και της τακτικής του Ισραήλ στη Γάζα.
Έτσι, με αργούς αλλά εντεινόμενους ρυθμούς προχωρά και η αποδολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, ως συνέπεια και της εμμονής της Δύσης σε διαφόρων ειδών οικονομικές κυρώσεις.
Τα δύο σενάρια για τη λήξη του πολέμου
Το πλέον επικίνδυνο, όμως, εφόσον συνεχιστούν ή ενταθούν οι ρωσικές στρατιωτικές επιτυχίες στην Ουκρανία, κάτι που δεν είναι καθόλου απίθανο να συμβεί προσεχώς, είναι ότι η Δύση και ειδικότερα η Ευρώπη και η ΗΠΑ, θα βρεθούν μπροστά σε ένα επώδυνο δίλημμα.
Η μία λύση που θα έχουν, αφορά την κλιμάκωση του πολέμου, είτε με την ενισχυμένη παρουσία δυτικών στρατιωτών μέσα στην Ουκρανία, ή/και την παροχή όπλων και τεχνογνωσίας για να μεταφέρουν τον πόλεμο σε ρωσικό έδαφος, καθώς και με σημαντική ενίσχυση της βοήθειας, σε βαθμό υψηλότερο από αυτόν που έχει καταγραφεί ως σήμερα.
Τα μεγάλα ερωτήματα σε αυτή την περίπτωση είναι πώς θα αντιδράσει η ίδια η Ρωσία, αν δηλαδή θα κλιμακώσει κηρύττοντας πλέον γενική επιστράτευση (και με ποια συμβατικά ή όχι μέσα, θα επιχειρήσει να απαντήσει), αλλά και τι θα κάνει η Κίνα.
Ουδείς μπορεί σήμερα να αποκλείσει την πιθανότητα η μη ήττα της Ρωσίας να αποτελεί για τη δεύτερη υπερδύναμη απόλυτα ζωτικό στοιχείο πολιτικής, ενώ είναι απολύτως βέβαιο ότι η αποφυγή της ήττας στην Ουκρανία αποτελεί υπαρξιακό ζήτημα για το καθεστώς Πούτιν, αν όχι γενικότερα για κάθε πτυχή της ρωσικής «ελίτ».
Δύσκολα μπορεί κάποιος να δει στο τέλος αυτού του σεναρίου μια «καθαρή» ουκρανική λύση. Πιθανότερο θεωρείται το «πάγωμα» της σύρραξης, όπως συνέβη στον πόλεμο της Κορέας, όταν οι αντίπαλοι εξαντλήθηκαν.
Η δεύτερη λύση θα είναι να αποδεχτεί η Δύση μια διαπραγμάτευση, από την οποία είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκύψει η «φινλανδοποίηση» και διάσπαση της Ουκρανίας. Μια αυστηρά ουδέτερη Ουκρανία, αποστρατικοποιημένη και στηριγμένη από εγγυήσεις τρίτων κρατών, η οποία το πιθανότερο είναι ότι θα απωλέσει τις περιοχές στις οποίες θα βρίσκονται τότε ρωσικά στρατεύματα.
Πρόκειται όμως για λύση που δεν μπορεί να παρουσιαστεί ως νίκη της Δύσης, ούτε στην εσωτερική κοινή γνώμη ούτε και έναντι των παγκόσμιων παρατηρητών, που ανιχνεύουν για δικούς τους λόγους τις αδυναμίες του κυρίαρχου παγκόσμιου συστήματος. Οι πολιτικές και γεωπολιτικές συνέπειες θα είναι οδυνηρές.
Αυτό το διαφαινόμενο αδιέξοδο είναι και ο βασικός λόγος για τον οποίο επικρατεί η τρέχουσα παραδοξότητα: Οι ίδιοι πολιτικοί ηγέτες που πριν από 1-2 χρόνια χλεύαζαν τη Ρωσία, την οικονομία και τα στρατεύματά της, μιλούν τώρα για «ρωσική απειλή» ικανή να εμπλακεί όχι απλώς σε μικρές περιφερειακές χώρες όπως η Μολδαβία, αλλά και να διεξαγάγει πόλεμο εναντίον του ΝΑΤΟ και των κρατών-μελών του, τα επόμενα χρόνια.
Η αλήθεια βέβαια, όπως συμβαίνει συνήθως, είναι κάπου στη μέση.
Ο χρόνος δεν γυρίζει πίσω και οι σχέσεις με τη Ρωσία έχουν διαταραχθεί επικίνδυνα. Ειδικά οι χώρες στη συνοριακή περιφέρεια της Ευρώπης, που έχουν πρωτοστατήσει στις εναντίον της κινήσεις, όπως οι Βαλτικές, έχουν λόγους να μην αισθάνονται ασφαλείς. Ιδίως στην περίπτωση που οι ΗΠΑ (ακόμη περισσότερο στην περίπτωση μιας προεδρίας Τραμπ) ρίξουν μεγαλύτερο βάρος στην Ασία, όπου διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντά τους, σημερινά αλλά και μελλοντικά.
Μεγάλος χαμένος η Ευρώπη
Κατά συνέπεια, μεγάλος χαμένος από το φιάσκο της Ουκρανίας οικονομικά, γεωπολιτικά αλλά και αμυντικά είναι η Ευρώπη. Η οποία φαίνεται να παρασύρθηκε στον ανταγωνισμό των υπερδυνάμεων εκούσα άκουσα, χωρίς να έχει αυτόνομες επιλογές εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής.
Πρακτικά αυτό ψιθυρίζει το τελευταίο διάστημα και ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, αν διαβάσει κάποιος πίσω από τις γραμμές των σκληρών δηλώσεών του απέναντι στη Ρωσία, που καταλήγουν στην ανάγκη ενισχυμένης και πιο αυτόνομης ευρωπαϊκής άμυνας. Προσέχει όμως να μη γίνει στόχος «φίλιων πυρών», όπως έχει συμβεί στο παρελθόν.
Πράγματι, στο νέο τοπίο, η Ευρώπη δεν έχει πολλές επιλογές. Η συγκριτική μείωση της αμερικανικής ισχύος τις τελευταίες δεκαετίες, σε συνδυασμό με τα πολλά μέτωπα που έχουν ανοίξει ανά τον κόσμο και με την πλήρη διατάραξη των σχέσεων με τη Ρωσία, οδηγούν σε προδιαγεγραμμένες πλέον κινήσεις ενίσχυσης της άμυνάς της.
Η επίκληση ενός ισχυρού εχθρού κοντά στα σύνορά της, εκτός των άλλων, είναι και πολιτικά απαραίτητη13/5/2024
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Δει δη χρημάτων. Αλλά όχι μόνο. Η πρόσφατη υπερψήφιση από το αμερικανικό Κογκρέσο (με τη συναίνεση και των πιστών στον Ντόναλντ Τραμπ Ρεπουμπλικανών) του "πακέτου" των 95 δισ. δολ. βοήθειας προς την Ουκρανία, το Ισραήλ και την Ταϊβάν κατέδειξε ότι η Δύση δεν προτίθεται να συνθηκολογήσει εύκολα με τους ανταγωνιστές της του ευρασιατικού άξονα, παρά επανασυσπειρώνεται και παίρνει την πρωτοβουλία συνέχισης της αντιπαράθεσης που κατεξοχήν κρίνεται στις ουκρανικές πεδιάδες.
Για τη χώρα του Βολοντίμιρ Ζελένσκι το μήνυμα ήταν ευπρόσδεκτο, καθώς η δρομολογημένη εισροή νέων οπλικών συστημάτων έρχεται σε μια συγκυρία κατά την οποία πολλαπλασιάζονταν οι "ψίθυροι", εντός και κυρίως εκτός συνόρων, για έναν αναπόφευκτο, δεδομένης της συνεχιζόμενης ρωσικής προώθησης σε όλη τη γραμμή του μετώπου, επώδυνο συμβιβασμό.
Όμως το Κίεβο προς το παρόν δεν εγκαταλείπεται από τους συμμάχους του, προς τους οποίους άλλωστε διαμηνύει, όταν δεν το παραδέχονται και οι ίδιοι φωναχτά, ότι ο αγώνας που δίνει, με βαρύ φόρο αίματος, είναι (και) δικός τους.
Όμως οι πόλεμοι κρίνονται από δύο παραμέτρους: τις εξοπλιστικές δυνατότητες και το ανθρώπινο δυναμικό. Και, από αυτή την άποψη, η δυτική βοήθεια δεν μπορεί να εξαντλήσει τη συζήτηση. Η Ουκρανία χρειάζεται μαχητές – και δεν έχει αρκετούς. Το ότι από συγκριτικώς παρόμοια προβλήματα μαστίζεται και η επιτιθέμενη Ρωσία καθιστά την κατάσταση άκρως περίπλοκη και ενδιαφέρουσα. Αλλά όμως δεν επιλύει τα προβλήματα του Κιέβου.
Γερμανικές ανησυχίες
Το ζήτημα δεν είναι μόνο αριθμητικό, αλλά και ποιοτικό. Όπως κατέδειξε προ καιρού και ο Γερμανός καγκελάριος, αρνούμενος να παραδώσει στην ουκρανική πλευρά συστήματα Taurus, διότι κάτι τέτοιο θα καθιστούσε αναγκαία την εμπλοκή Γερμανών χειριστών, τα εξελιγμένα οπλικά συστήματα προϋποθέτουν και το αντίστοιχα εκπαιδευμένο προσωπικό – το οποίο είτε θα προέλθει έξωθεν, πολλαπλασιάζοντας τα ρίσκα άμεσης αναμέτρησης της Ρωσίας με χώρες του ΝΑΤΟ, είτε θα καταρτιστεί επιτοπίως, με την αναπότρεπτη απώλεια χρόνου που θα επιφέρει αυτό.
Η συνειδητοποίηση του προβλήματος τροφοδοτεί την απαισιοδοξία των διαμορφωτών γνώμης στη Δύση. Λ.χ. η υπεράνω πάσης υποψίας φιλορωσισμού γερμανική ταμπλόιντ εφημερίδα "Bild" αφιέρωσε πρόσφατο άρθρο της ακριβώς στις ελλείψεις στρατιωτικού προσωπικού της Ουκρανίας, τις οποίες χαρακτηρίζει περισσότερο ανησυχητικές από τις ελλείψεις οπλισμού.
Μάλιστα ο Ρόντεριχ Κίζεβετερ, απόστρατος στρατηγός και νυν εμπειρογνώμονας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος σε θέματα άμυνας, υποστηρίζει στο εν λόγω δημοσίευμα ότι οι καλύτερα εκπαιδευμένοι στρατιώτες της Ουκρανίας έχουν ήδη σκοτωθεί ή τραυματισθεί και ότι οι εναπομείναντες πολεμούν ακατάπαυστα, χωρίς εναλλαγή επί δύο έτη, με εμφανή τον κίνδυνο να καθοριστούν οι εξελίξεις από τον παράγοντα της εξάντλησης.
Κατά το Eurointelligence, δημοσιεύματα αυτού του τύπου θα μπορούσαν να έχουν υπαγορευθεί από την ανάγκη να "σημάνει ο συναγερμός", ώστε να υπάρξουν διορθώσεις πολιτικής – και πάντως δεν αναιρούν το γεγονός ότι η στενότητα ανθρωπίνων πόρων αφορά και την έτερη αντιμαχόμενη πλευρά.
Οι ρωσικοί περιορισμοί
Η Ρωσία είναι μια χώρα με σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα – και άρα δε διαθέτει μεσοπρόθεσμα την πολυτέλεια να θυσιάσει μία ολόκληρη γενιά ανδρών, όπως ήδη συμβαίνει στην Ουκρανία. Η τεράστια έκτασή της είναι αναντίστοιχη προς τα μόλις 145 εκατομμύρια των κατοίκων της, ενώ οι ανάγκες της οικονομίας της επιβάλλουν μια διαρκή εισροή μεταναστών, η οποία γεννά κοινωνικές τριβές και θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πολιτικό πρόβλημα.
Επιπλέον, η όλη πορεία της λεγόμενης "ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης" δεν μπορεί να εξηγηθεί δίχως αναφορά στον πολιτικό περιορισμό της απόλυτης ανάγκης αποφυγής απωλειών, ώστε να μη διαταραχθεί η αίσθηση "κανονικότητας" της ζωής στη Ρωσία. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν μπήκε σε αυτή την περιπέτεια ρίχνοντας στη μάχη εναντίον της δεύτερης μεγαλύτερης σε έκταση ευρωπαϊκής χώραςμόλις 150.000 άνδρες, πράγμα που ήδη το φθινόπωρο του 2022 επέβαλε εγκατάλειψη εδαφών και κήρυξη μερικής επιστράτευσης. Έκτοτε οι Ρώσοι ιθύνοντες επιμένουν να καθησυχάζουν τον λαό τους ότι η σταθερή συρροή εθελοντών (και κυρίως εγκλείστων του σωφρονιστικού συστήματος) καθιστά αχρείαστο ένα δεύτερο κύμα επιστράτευσης.
Ανθρωποκυνηγητό
Αλλά στην Ουκρανία όλα αυτά έχουν άκρως επείγοντα χαρακτήρα. Το μαρτυρεί αυτό το πρόσφατο στρατολογικό νομοθέτημα το οποίο μειώνει την ηλικία επιστράτευσης από τα 27 στα 25 χρόνια. Το μαρτυρεί επίσης και η διακοπή παροχής προξενικών υπηρεσιών προς τους απόδημους Ουκρανούς άρρενες, ηλικίας 18 έως 60 ετών, προκειμένου να υποχρεωθούν να επαναπατρισθούν. Η Πολωνία, μάλιστα, υποσχέθηκε να διευκολύνει την επιστροφή Ουκρανών που βρίσκονται στο έδαφός της – όμως το να αναμένει κανείς ότι οι ευρωπαϊκές χώρες που προηγουμένως άνοιξαν τις αγκάλες τους στους πρόσφυγες θα επιδοθούν σε ανθρωποκυνηγητό φυγόστρατων είναι πρακτικά και πολιτικά άτοπο.
Στην πραγματικότητα, από την πρώτη στιγμή των εχθροπραξιών ήταν σαφές ότι η Ουκρανία παρέτασσε πολύ μικρότερο αριθμό στρατιωτών από αυτόν που θα μπορούσε θεωρητικά να συγκεντρώσει. Ένας λόγος για αυτό είναι ο μεγάλος αριθμός όσων έχουν μεταναστεύσει ήδη πριν από την έναρξη του πολέμου. Ένας άλλος είναι ο μεγάλος αριθμός όσων στρατεύσιμων απλώς λαθροβιούν, κρύβοντας τα ίχνη τους από τους στρατολόγους ή εξασφαλίζοντας με δωροδοκίες την απαλλαγή τους. Υπολογίζεται ότι αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στα όπλα μόλις το 15% του ανδρικού πληθυσμού. Όμως, ακόμα και με τον επαναπατρισμό των αποδήμων ή την περαιτέρω μείωση του ορίου ηλικίας επιστράτευσης, οι ανάγκες εκπαίδευσης των εφέδρων ισοδυναμούν με το τιτάνιο έργο της δημιουργίας ενός νέου στρατού εν καιρώ πολέμου.
Μακροπρόθεσμη δημογραφική συρρίκνωση
Από το 1993 ο πληθυσμός της Ουκρανίας μειώνεται κατά 150.000 έως 350.000 άτομα κάθε χρόνο και το 2007 η χώρα είχε τον τέταρτο ταχύτερο ρυθμό πληθυσμιακής συρρίκνωσης παγκοσμίως.
Το Ινστιτούτο Δημογραφίας της Ουκρανικής Ακαδημίας υπολογίζει ότι ο πραγματικός πληθυσμός της χώρας ανέρχεται σε μόλις 35 εκατομμύρια και όχι 48 εκατομμύρια που αναφέρει η τελευταία απογραφή. Την κατάσταση επιδεινώνει θεαματικά η μετανάστευση, που από το 2014 και εξής πήρε μεγάλες διαστάσεις. Μόνο το έτος 2017, 662.000 Ουκρανοί έλαβαν βίζα για χώρες της Ε.Ε., κυρίως την Πολωνία, σύμφωνα με τη Eurostat. Τουλάχιστον ένα εκατομμύριο έχει προτιμήσει τη Ρωσία.
Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας και Άμυνας της Ουκρανίας υπολογίζει ότι 9 εκατ. πολίτες έχουν βρει εργασία στο εξωτερικό, ενώ εντός της χώρας βρίσκονται μόνο 21 εκατομμύρια ηλικίας 20 έως 55 ετών. Στην παρούσα φάση, ο μέσος όρος ηλικίας των Ουκρανών που πολεμούν αυτή τη στιγμή φέρεται να έχει φτάσει τα 43 έτη, καθώς το Κίεβο χρειάστηκε να "επαναδημιουργήσει" τον στρατό του δύο φορές από το 2022 μέχρι σήμερα.
Του Κώστα Ράπτη
3/5/2024
https://www.capital.gr/diethni/3805700/rosia-oukrania-i-leipsandria-tha-krinei-ton-polemo/
Απροειδοποίητη επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ στην Ουκρανία. Χρειαζόμαστε δύο συστοιχίες αντιαεροπορικής άμυνας για το Χάρκοβο, τόνισε ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Νέο πακέτο αμερικανικών όπλων έχει ήδη αρχίσει να φθάνει στην Ουκρανία και περισσότερες προμήθειες βρίσκονται καθ’ οδόν «και αυτό θα επιφέρει πραγματική διαφορά εναντίον της συνεχιζόμενης ρωσικής επιθετικότητας στο πεδίο της μάχης», τόνισε κατά τη διάρκεια συνάντησης με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν από το Κίεβο, όπου έφτασε σήμερα Τρίτη το πρωί με τρένο, σε μια απροειδοποίητη επίσκεψή του.
Ο Μπλίνκεν επισκέφθηκε το Κίεβο σε μια περίοδο κατά την οποία οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν αντιμετωπίσει πολλές αποτυχίες στο μέτωπο, έπειτα από μια μεγάλη καθυστέρηση στην παράδοση της αμερικανικής βοήθειας.
Στα τέλη Απριλίου, η Ουάσιγκτον ψήφισε νόμο για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία, η οποία καθυστερούσε επί μήνες εξαιτίας της αντίθεσης των Ρεπουμπλικανών στο αμερικανικό Κογκρέσο.
Από την πλευρά του ο Ζελένσκι εξήρε την «κρίσιμη» αμερικανική βοήθεια, τονίζοντας το μεγαλύτερο έλλειμμα της χώρας του -την αντιαεροπορική άμυνα- και ευχαριστώντας την Ουάσιγκτον για τη δικομματική στήριξη.
Ο Ζελένσκι είπε στον Μπλίνκεν ότι η Ουκρανία χρειάζεται δύο συστοιχίες συστήματος αντιαεροπορικής άμυνας για το Χάρκοβο, τη βορειοανατολική αυτή πόλη η οποία σφυροκοπάται από τους ρωσικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς.
«Άμαχοι, μαχητές, όλοι βρίσκονται στο στόχαστρο των ρωσικών πυραύλων», είπε ο Ζελένσκι σημειώνοντας ότι επιθυμεί να συζητήσει και για τις εγγυήσεις ασφαλείας με τις ΗΠΑ, πέραν του αιτήματος που θα διατυπώσει στον Μπλίνκεν να συγκεντρώσει στήριξη από περισσότερες χώρες κατά τις ειρηνευτικές συνομιλίες για το ουκρανικό, που αναμένεται να πραγματοποιηθούν τον Ιούνιο στην Ελβετία.
Η Ουκρανία απώθησε τα ρωσικά στρατεύματα από τα προάστια του Κιέβου και ανακατέλαβε τμήματα κατεχόμενων εδαφών κατά τον πρώτο χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή το 2022.
Ωστόσο τους τελευταίους μήνες η Μόσχα έχει σταθερές επιτυχίες στο μέτωπο. Το Κίεβο ευελπιστεί οι νέες δεσμεύσεις για παράδοση δυτικών όπλων να του επιτρέψουν να πάρει και πάλι το προβάδισμα στο πεδίο της μάχης και να ανακαταλάβει τμήμα του ενός πέμπτου από τα εδάφη της Ουκρανίας που εξακολουθεί να κατέχει η Ρωσία.
«Είμαστε εξίσου αποφασισμένοι να σταθεί η Ουκρανία, συν τω χρόνω, στα πόδια της: στρατιωτικά, οικονομικά και δημοκρατικά. Η καλύτερη δυνατή απάντηση για τον Πούτιν είναι μια ισχυρή, επιτυχημένη, ακμάζουσα, ελεύθερη Ουκρανία», είπε ο Μπλίνκεν.
Εκτός από τον Ουκρανό πρόεδρο, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών θα συναντηθεί με τον Ουκρανό πρωθυπουργό Ντενίς Σμιχάλ και τον Ουκρανό υπουργό Εξωτερικών Ντμίτρο Κουλέμπα.
Αυτή είναι η τέταρτη επίσκεψή του στο Κίεβο από τον Φεβρουάριο του 2022, που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία.
14/5/2024
https://www.euro2day.gr/news/world/article/2244870/mplinken-amerikanika-opla-einai-kath-odon-gia-to-k.h
Η ρωσική επίθεση στην περιοχή του Χάρκοβο έχει έναν στόχο. Και δεν πρόκειται για την κατάληψη της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Ουκρανίας, γράφει το τσέχικο έντυπο Seznam zprávy. Οι Ρώσοι αναγκάζουν τις ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις να αντιδράσουν και έτσι να αποδυναμώσουν την άμυνα στην περιοχή του Ντονιέτσκ. Οι ενέργειες του ρωσικού στρατού εξαναγκάζουν το Κίεβο σε μια δύσκολη επιλογή.
ΠΗΓΗ: https://rusvesna.su/
Την Παρασκευή, η Ρωσία ξεκίνησε μια χερσαία επιχείρηση, χτυπώντας στα σύνορα με την Ουκρανία – όπου οι ρωσικές δυνάμεις αποσύρθηκαν το 2022, δηλαδή κοντά στη δεύτερη μεγαλύτερη ουκρανική πόλη Χάρκοβο. Οι στόχοι αυτών των επιθέσεων ήταν χωριά και πόλεις στο βόρειο τμήμα της περιοχής του Χάρκοβο, για παράδειγμα, το χωριό Strelechya, το οποίο βρίσκεται σχεδόν στα σύνορα και περίπου 35 χιλιόμετρα από το κέντρο του Χάρκοβο.
Το ουκρανικό υπουργείο Άμυνας δήλωσε ότι η Ρωσία επιχείρησε «να διαρρήξει την αμυντική γραμμή με την υποστήριξη τεθωρακισμένων οχημάτων» περίπου στις 5 π.μ. Οι ουκρανικές αρχές υποστηρίζουν επίσης ότι οι επιθέσεις απωθήθηκαν το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Ακολούθησαν και άλλες συγκρούσεις, αλλά η ένταση των μαχών ήταν χαμηλή. Η Ρωσία στέλνει σχετικά μικρές μονάδες στη μάχη, που αποτελούνται κυρίως από περιορισμένο εξοπλισμό και το πολύ μια ντουζίνα στρατιώτες. Αλλά ενδιάμεσα στις μάχες, οι ουκρανικές θέσεις βομβαρδίζονται επίσης με πυροβολικό, MLRS και βόμβες ολίσθησης, τις οποίες εκτοξεύουν τα ρωσικά αεροπλάνα πάνω από το ρωσικό έδαφος.
No Man’s Land
Οι αναφορές από υπουργεία της Ουκρανίας ότι οι επιθέσεις αποκρούστηκαν
μπορεί εκ πρώτης όψεως να φαίνεται να έρχονται σε αντίθεση με τις
πληροφορίες ότι πολλά χωριά κοντά στα σύνορα έπεσαν στα χέρια των Ρώσων.
Ωστόσο, αυτό είναι μόνο το αποτέλεσμα της κατάστασης της ουκρανικής άμυνας στις παραμεθόριες περιοχές. Τα ίδια τα σύνορα είναι ελάχιστα οχυρωμένα.
Η Ουκρανία έχει χτίσει τις κύριες αμυντικές εγκαταστάσεις της βαθιά μέσα στην επικράτειά της. Παρεμπιπτόντως, η εικόνα είναι ίδια από τη ρωσική πλευρά, η οποία έγινε σαφής μετά την εισβολή ξένων μαχητών, που εξοπλίστηκαν από την Ουκρανία, στην περιοχή του Μπέλγκοροντ φέτος και πέρυσι. Θα ήταν εξαιρετικά ανέφικτο να διατηρηθούν στρατιωτικές δυνάμεις σε όλο το μήκος των συνόρων και οι θέσεις τους θα ήταν πολύ ευάλωτες. Ο πλήρης έλεγχος στα σύνορα θα απαιτούσε πολλούς ανθρώπους, κάτι που το Κίεβο απλά δεν διαθέτει.
Η Ρωσία έχει συγκεντρώσει δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες σε αυτήν την περιοχή, καθήκον των οποίων είναι πρωτίστως η φύλαξη των συνόρων. Οι δυνάμεις είναι μικρές και, σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, φτάνουν περίπου τα 30 – 50 χιλιάδες άτομα, αν και το μήκος των συνόρων ξεπερνά τα 500 χιλιόμετρα. Αυτό δεν αρκεί για μια μεγάλη επίθεση πέρα από τα βόρεια σύνορα. Και μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν στοιχεία ότι τα ρωσικά στρατεύματα συγκεντρώνονται σε αυτήν την περιοχή ούτε πολύς εξοπλισμός που είναι απαραίτητος για την επίθεση.
Είναι αλήθεια ότι η Μόσχα αύξησε πρόσφατα το δυναμικό της σε αυτόν τον τομέα και αυτή είναι η γενική άποψη ανεξάρτητων αναλυτών και των ουκρανικών αρχών. Αναμενόταν λοιπόν επίθεση από αυτή την κατεύθυνση. Παρεμπιπτόντως, ο ρωσικός στρατός κατέστησε πολύ σαφές ποιες ήταν οι προθέσεις του. Για παράδειγμα, πριν από μερικές εβδομάδες ανακοινώθηκε η δημιουργία μιας νέας βόρειας ομάδας στρατευμάτων, για την οποία μάλιστα δημιουργήθηκε ένα κανάλι στο δίκτυο Telegram (ειδήσεις και πλάνα μάχης δημοσιεύονται παραδοσιακά σε αυτήν την πλατφόρμα, όπως σημειώνει ο στρατιωτικός αναλυτής Rob Lee).
Ουκρανικό δίλημμα
Σχεδόν όλοι οι ανεξάρτητοι αναλυτές συμφωνούν ότι ο στόχος είναι πρωτίστως να αναγκαστεί η Ουκρανία να αντιδράσει με κάποιο τρόπο. Την έβαλε μπροστά σε μια δύσκολη απόφαση, όπως έγραψε ο Πολωνός ειδικός Konrad Muzyka. Αυτή είναι μια προσπάθεια να αναγκαστεί η Ουκρανία να μεταφέρει τα στρατεύματά της στον τόπο των νέων συγκρούσεων και να αποδυναμώσει την άμυνά της σε άλλες περιοχές, κυρίως στο ανατολικό μέτωπο στην περιοχή του Ντόνετσκ.
Για πολιτικούς λόγους, η Ουκρανία καθυστερεί συνεχώς την κινητοποίηση και ως εκ τούτου, αντιμετωπίζει έντονη έλλειψη προσωπικού. Τα όρια στον αριθμό των στρατιωτών αναγκάζουν την Ουκρανία να λάβει δύσκολες αποφάσεις σχετικά με το πού θα τοποθετήσει στρατιώτες για να υπερασπιστεί καλύτερα το έδαφός της. Μεταξύ άλλων, η ρωσική στρατηγική περιλαμβάνει την πρόκληση πανικού και άγχους στον ουκρανικό πληθυσμό και στην εξουσία. Τους τελευταίους μήνες, το Χάρκοβο υφίσταται συχνούς βομβαρδισμούς, καθιστώντας τη ζωή στην πόλη ανυπόφορη. Εάν οι ρωσικές δυνάμεις πλησιάσουν μερικά ακόμη χιλιόμετρα, τότε τουλάχιστον τα περίχωρά της θα βρεθούν εντός της εμβέλειας του συμβατικού πυροβολικού και ο ρυθμός των βομβαρδισμών θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο.
Αλλά η προηγούμενη πορεία των μαχών υποδηλώνει ότι ο κύριος στόχος των Ρώσων δεν είναι να προχωρήσουν στο Χάρκοβο. Οι Ρώσοι συγκέντρωσαν κυρίως μονάδες πεζικού στην περιοχή. Αυτές οι δυνάμεις είναι έτοιμες να κρατήσουν τις θέσεις τους αντί να προχωρήσουν γρήγορα στην ενδοχώρα, σαρώνοντας τις εχθρικές άμυνες. Επίσης, το πεζικό είναι σε θέση να κρατήσει αποτελεσματικά θέσεις που έχουν ήδη ληφθεί, και ως εκ τούτου θα είναι όλο και πιο δύσκολο για την Ουκρανία να επιστρέψει στα εδάφη της.
Έτσι, τα ρωσικά στρατεύματα δεν προσπαθούν (και πιθανότατα δεν μπορούν) να εξαπολύσουν γρήγορα και ισχυρά πλήγματα στο ουκρανικό έδαφος. Αντίθετα, επικεντρώνονται στην εγκατάσταση αμυντικών θέσεων στην «No Man’s Land» κοντά στα σύνορα και σταδιακή επέκτασή τους στο νότο. Παράλληλα, κατασκευάζονται κάποιες οχυρωμένες θέσεις, τις οποίες δύσκολα θα ξεπεράσει η Ουκρανία σε περίπτωση αντεπίθεσης.
15/5/2024
https://www.defence-point.gr/news/polemos-oykrania-mipos-stochos-ton-roson-den-einai-to-charkovo-telika
Διεξοδική αναφορά στις επιχειρηματικές δραστηριότητες και τις ικανότητες των Ελλήνων εφοπλιστών να εκμεταλλεύονται τις ευκαιρίες, εστιάζοντας ιδιαίτερα στο χρονικό διάστημα μετά την έναρξη της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Τα παραπάνω δημοσιεύει το περιοδικό Forbes σε εκτενές άρθρο του Giacomo Tognini με τίτλο Meet The Greek Shipping Billionaires Getting Rich Off Russian Oil («Γνωρίστε τους Έλληνες δισεκατομμυριούχους εφοπλιστές που πλούτισαν από το ρωσικό πετρέλαιο»).
Το άρθρο έχει ως εξής:
Οι κυρώσεις μετά την εισβολή στην Ουκρανία εκτόξευσαν τις τιμές των δεξαμενόπλοιων στα ύψη, ανεβάζοντας τις περιουσίες αυτών των μεγιστάνων της ναυτιλίας σε επίπεδα ρεκόρ.
Tον Ιούνιο του 2022, οι κορυφαίοι εφοπλιστές της Ελλάδας συγκεντρώθηκαν για ένα συνέδριο στο Four Seasons στη Βουλιαγμένη. Ερχόμενοι μόλις τρεις μήνες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι εφοπλιστές της χώρας είχαν μια ανορθόδοξη άποψη για τον πόλεμο που ταλανίζει την παγκόσμια οικονομία.
«Πρόκειται για μια τραγωδία για την ανθρωπότητα, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί ευκαιρίες», δήλωσε ο Γιώργος Προκοπίου, ένας από τους μεγαλύτερους ιδιοκτήτες δεξαμενόπλοιων στον κόσμο. “Πρέπει να είμαστε σε θέση να εκμεταλλευτούμε αυτές τις ευκαιρίες”, πρόσθεσε ο Ευάγγελος Μαρινάκης, ο μεγιστάνας που βρίσκεται πίσω από τη ναυτιλιακή εταιρεία Capital Maritime and Trading.
Κατά τη διάρκεια του ίδιου πάνελ, με τίτλο «Η ελληνική ναυτιλία στην πρώτη γραμμή του παγκόσμιου εμπορίου», ο κ. Προκοπίου έκανε επίσης μια τολμηρή πρόβλεψη : «Μέχρι το τέλος του έτους θα δούμε πολύ, πολύ καλές αγορές σε όλους τους τομείς. Είμαι πολύ αισιόδοξος. Τα πλοία θα έχουν πολύ υψηλότερες τιμές».
- Η πρόβλεψη αυτή επαληθεύτηκε, βοηθώντας τόσο τον κ. Προκοπίου, 77 ετών, όσο και τον κ. Μαρινάκη, 56 ετών, να ανέβουν στις τάξεις των δισεκατομμυριούχων, καθώς η αξία των πλοίων τους αυξήθηκε και το μέγεθος των αυτοκρατοριών τους διευρύνθηκε.
Ο κ. Προκοπίου και ο κ. Μαρινάκης, οι περιουσίες των οποίων ανέρχονται σε 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια και 3,6 δισεκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα, έχουν παραγγείλει 123 νέα πλοία αξίας σχεδόν 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το 2022, σύμφωνα με την VesselsValue.
Οι τέσσερις ναυτιλιακές εταιρείες του Προκοπίου κατέχουν 173 δεξαμενόπλοια, συμπεριλαμβανομένων αυτών που βρίσκονται υπό κατασκευή, 54 περισσότερα από ό,τι το 2021.
Αυτοί οι μεγιστάνες της ναυτιλίας είναι μέρος μιας νέας γενιάς Ελλήνων δισεκατομμυριούχων.Συνολικά, το Forbes εκτιμά ότι υπάρχουν τώρα τουλάχιστον 12 δισεκατομμυριούχοι της ναυτιλίας στην Ελλάδα, περισσότεροι από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία.
Επτά από αυτούς κάνουν το ντεμπούτο τους στις τάξεις των δισεκατομμυριούχων του Forbes. Συνολικά οι περιουσίες τους ανέρχονται σε 32 δισεκατομμύρια δολάρια -το ισοδύναμο περίπου του 12% του ΑΕΠ της χώρας.
Αυτοί οι μεγιστάνες είναι οι τελευταίοι σε μια σειρά από τους πρωτοπόρους που έλκουν την καταγωγή τους από εμβληματικές μορφές όπως ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Σταύρος Νιάρχος, οι οποίοι ξεκίνησαν το παγκόσμιο εμπόριο πετρελαιοφόρων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έγιναν διάσημοι για τους λαμπερούς γάμους και τον τρόπο ζωής τους.
Αυτή η νεότερη ομάδα δραστηριοποιείται στη ναυτιλία εδώ και δεκαετίες, αλλά μέχρι στιγμής διατηρεί χαμηλότερο προφίλ. (Παρά την επιτυχία τους, κανείς τους δεν θέλησε να μιλήσει στο Forbes, ενώ οι εκπρόσωποί τους είτε αρνήθηκαν να σχολιάσουν είτε δεν απάντησαν).
Το καινούργιο είναι ότι η αξία των συμμετοχών τους -ιδιαίτερα των δεξαμενόπλοιων- έχει εκτοξευθεί κατά αρκετά δισεκατομμύρια δολάρια τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσε σοκ στις παγκόσμιες αγορές εμπορευμάτων και έναν αγώνα δρόμου για τα μεγάλα δεξαμενόπλοια που απαιτούνται για τη μεταφορά πετρελαίου σε όλο τον κόσμο.
Συνολικά, εταιρείες που ανήκουν σε Έλληνες μεγιστάνες της ναυτιλίας παρήγγειλαν νέα πλοία αξίας σχεδόν 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων και πούλησαν 68 παλαιότερα πλοία για σχεδόν 3 δισεκατομμύρια δολάρια μεταξύ Ιανουαρίου 2022 και Μαρτίου 2024, σύμφωνα με την VesselsValue.
ΠΗΓΗ: Forbes, Giacomo Tognini – Meet The Greek Shipping Billionaires Getting Rich Off Russian Oil